Όσο περνάνε τα χρόνια αλλάζει και η σχέση με το ΝΒΑ σαν χόμπι, κάπου ο ενθουσιασμός έχει υποχωρήσει σε ένα γνώριμο, συνηθισμένο ενδιαφέρον που αφήνει χαραμάδες για να τρυπώσει ο κυνισμός. Όσο αλλάζει ο τρόπος που καταναλώνουμε αυτά που μας διασκεδάζουν, αναπόφευκτα συνδέονται όλο και πιο σφιχτά με όλη την υπόλοιπη πραγματικότητα που μας περιβάλλει, και έτσι είναι αδύνατον να συζητήσουμε για το NBA χωρίς να λάβουμε υπόψη στη συλλογιστική μας τις εκάστοτε εξελίξεις σε κοινωνία και πολιτική, τα ζητήματα φύλου, την πανδημία και τον ίδιο τον ρόλο του θεάματος στη ζωή μας. Και κάπου εκεί καταλαβαίνω και όσους θέλουν “το μπασκετάκι” απαλλαγμένο από όλα αυτά, το ζήτημα είναι όμως πως δεν αλλάζει το μπασκετάκι, αλλάζουμε εμείς. Δεν γίνεται να αισθανόμαστε όπως όταν ήμασταν 15. Ο ρομαντισμός όμως δεν χάνεται και, για εμένα τουλάχιστον, συμπυκνώνεται σε αυτή τη στιγμή που θα ανοίξω μια λευκή σελίδα θα γράψω και θα υπογραμμίσω “ATLANTA HAWKS” και, έστω για λίγες ώρες, δεν θα σκέφτομαι τίποτα άλλο από πεντάδες, ρόλους και μπασκετάκι.
Ναι, οκ, καλά όλα αυτά. Σεζόν 2021/22. Πάμε:
Josh Richardson - 28 - G/F - Boston Celtics
Η πιο πρόσφατη εικόνα του Josh Richardson τον βρίσκει παρκαρισμένο στον πάγκο των Dallas Mavericks, έχοντας χάσει την εμπιστοσύνη του Rick Carlisle, ο οποίος ψάχνοντας λύσεις απέναντι στους πληρέστερους Los Angeles Clippers χρησιμοποίησε τον Richardson περίπου 20 λεπτά συνολικά στα τελευταία τρία παιχνίδια της σειράς. Όχι πως ο τελευταίος του έδωσε κάποιο σοβαρό λόγο να μην το κάνει. Όσο προχωρούσε η σεζόν φαινόταν να χάνει και ίδιος την εμπιστοσύνη στο χέρι του, με αποτέλεσμα στα playoffs να βλέπουμε έναν παίκτη άτολμο, καμία σχέση με το αγρίμι που είχαμε συνηθίσει στο Miami.
Στη θεωρία ήταν μια εξαιρετική επιλογή για να πλαισιώσει τον Luka Doncic και, ανάλογα με τις πεντάδες, τον Tim Hardaway Jr., προσφέροντας μια ακόμη αμυντική λύση στα φτερά, εκεί όπου βαρούσε μοναξιές ο Dorian Finney-Smith, αλλά ταυτόχρονα και έναν αξιόπιστο σουτέρ και παίκτη που μπορεί να παίξει τόσο στο “2” όσο και στο “3” ξεκλειδώνοντας πεντάδες για τον Rick Carlisle. Κάτι τέτοιο όμως δεν συνέβη. Ο Richardson για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά (μετά και τους Sixers) ήταν άχρωμος, σουτάροντας κάτω από τον μέσο όρο της Λίγκας, βοηθώντας μεν στην άμυνα, χωρίς όμως να παίζει με τη λύσσα που τον διέκρινε κάτω στη Florida. Ήταν μια από τις περιπτώσεις που η πράξη αποδείχθηκε υποδεέστερη της θεωρίας.
Κάπως έτσι, μέσα σε δύο χρόνια το ερώτημα αν ο Richardson μπορεί να είναι ο τριτοτέταρτος καλύτερος παίκτης μιας ομάδας που διεκδικεί τον τίτλο, έχει πάρει την κατηφόρα συναντώντας την ταμπέλα “θα είναι στο rotation και πόσα λεπτά θα παίζει”. Διάολε, δεν απέχει πολύ ο καιρός που συζητούσαμε αν οι Sixers κέρδισαν το trade που τον έφερε στη Philadelphia και έστειλε στο Miami τον Jimmy Butler. Κι αν αυτή η θέση δεν δικαιώθηκε, καθώς αποδείχτηκε ηχηρά πως ο Butler είναι παίκτης-οδηγός ενώ ο Richardson συμπληρωματικός, νομίζω πως έχουμε φτάσει πολύ μακριά στην αντίθετη κατεύθυνση.
Η καμπύλη της καριέρας του Richardson στην πρώτη του τετραετία θυμίζει πολύ εκείνη του Gordon Hayward -η στατιστική τους συνεισφορά στο αντίστοιχο διάστημα είναι κωμικά πανομοιότυπη. Guard/Forwards αμφότεροι, streaky shooters, με έφεση στα αμυντικά plays και ψήγματα δημιουργίας. Η στιγμή της εκτόξευσης του ενός ήταν για τον άλλον το έναυσμα της στασιμότητας.
Δεν είναι τυχαία η αναφορά στον Gordon Hayward. Πήγε στη Βοστόνη ως το αγαπημένο παιδί του Brad Stevens, όχι γι’ αυτό τον λόγο, αλλά γιατί τα χαρακτηριστικά του, σε συνδυασμό με τους δύο ανερχόμενους forwards που σήμερα είναι οι franchise players της ομάδας θα μπορούσαν να κάνουν τους Celtics την πιο δυνατή ομάδα στη Λίγκα στις θέσεις 2-3-4. Και έτσι έγινε όταν ο Hayward ήταν υγιής, κάτι που δυστυχώς συνέβη πάρα πολύ σπάνια στην τριετία που πέρασε εκεί. Στο διάστημα αυτό, συν την περσινή σεζόν, πέρασαν από την ομάδα δύο all-star guards οι οποίοι ήταν επίσης απόντες σε κρίσιμα σημεία και έτσι οι δύο τελευταίες ενσαρκώσεις των Celtics με τον Stevens στο τιμόνι δεν έμελλε να αγγίξουν το ταβάνι των δυνατοτήτων τους, φτάνοντας μόνο μέχρι τους τελικούς της Ανατολής.
Τέσσερα χρόνια μετά την υπογραφή του Hayward και με προπονητή τον Ime Udoka οι ανάγκες παραμένουν πάνω-κάτω οι ίδιες. Απλώς σήμερα αυτός ο τρίτος forward και δεύτερος χειριστής έρχεται να συμπληρώσει δύο ήδη αστέρες της Λίγκας προερχόμενους από μεγαλειώδεις ατομικές σεζόν. Οι Celtics ίσως έχουν εντυπωθεί ως μια μόνιμη απογοήτευση τα τελευταία χρόνια, αλλά Tatum και Brown παραμένουν κάτω των 25 ετών την ημέρα που θα ανοίξει η αυλαία της σεζόν. Παράλληλα, αποτελούν δύο stars με θετική αμυντική παρουσία σε δύσκολες να καλυφθούν θέσεις. Το μόνο ψεγάδι τους είναι πως κανείς από τους δύο δεν έχει δείξει μέχρι στιγμής το επίπεδο δημιουργίας που συναντάμε σε όλους τους πραγματικά σπουδαίους forwards της Λίγκας -αν και ο Tatum οδεύει προς τα εκεί.
Και κάπου εκεί είναι που -ιδανικά- συναντώνται οι ευθείες Richardson και Celtics. Ο Richardson αναδείχθηκε στο Miami σε μια περίοδο που, λόγω τραυματισμών και στελέχωσης, δεν υπήρχαν ball handlers, και όταν εδραιώθηκε είχε ρόλο ως δευτερεύον τέτοιος δίπλα στον Dragic και τον Wade. Πηγαίνοντας στη Philadelphia της δυσλειτουργίας, του αμηχανου fit Simmons και Embiid, και με τον Tobias Harris να είναι επίσης ένας σκόρερ κατά κύριο λόγω με την μπάλα στα χέρια, έπρεπε να προσαρμοστεί σε έναν off the ball ρόλο σουτέρ, κάτι που έγινε ακόμα εντονότερο δίπλα στον παίκτη που αυτή την στιγμή κυριαρχεί πάνω στην μπάλα όσο κανείς άλλος στον πλανήτη, τον Luka Doncic. Εκεί αποδίδω το χαμένο κέφι του και στις δύο πλευρές του παρκέ την τελευταία διετία.
Οι Celtics στερούνται αξιόπιστων δημιουργών, ενώ το guard rotation τους πίσω από τον Schroder και τον Smart (όχι ακριβώς floor generals και αυτοί) είναι -συγγνώμη Payton Pritchard- για γέλια. Υπάρχει κάπου εκεί ένα ωραίο πάντρεμα που μπορεί να φέρει και τις δύο πλευρές στον δρόμο που βρίσκονταν προ διετίας, το θέμα είναι αν μπορεί ο Ime Udoka να φέρει εις πέρας το προξενιό στην πρώτη του ευκαιρία ως head coach.
Κυριολεκτικά, όλοι οι Wizards
Αφήνοντας προς το παρόν στην άκρη το πλεύρισμα του Bradley Beal προς την μικρή αλλά θορυβώδη αντιεμβολιαστική μερίδα του NBA, τι μπορεί να πει κανείς γι’ αυτόν τον τύπο; Ο τραυματισμός του άλλοτε ομόσταυλό του, John Wall, τον ανέδειξε στον απόλυτο star της Washington, καθώς προοδευτικά από sniper shooting guard ανέπτυξε ένα από τα πιο ολοκληρωμένα επιθετικά οπλοστάσια στο NBA και πλησίασε και αυτός στο status του κέντρου των “ηλιοκεντρικών συστημάτων” για τα οποία συζητάμε τα τελευταία χρόνια. Εδώ και χρόνια απεικονίζουμε την έννοια του “loyalty” στο πρόσωπο του Damian Lillard, αλλά ο Beal στο pick της καριέρας του, σε ένα franchise με αμφιλεγόμενες επιλογές τα τελευταία χρόνια και τις σειρήνες των εκάστοτε διεκδικητών του τίτλου να ηχούν μονίμως στα αυτιά του, δεν έχει δώσει το παραμικρό δικαίωμα παίζοντας μάλιστα και τα 164 παιχνίδια κανονικής διάρκειας το διάστημα 2017-19.
Ο Beal έχει αποδείξει την αξία του στο γήπεδο και είναι η σειρά του franchise να αποδείξει ότι μπορεί να του προσφέρει τη δομή για να φτάσουν μαζί σε κορυφές ψηλότερες από τους ημιτελικούς της ανατολικής περιφέρειας στις οποίες σταμάτησαν τόσο με τον Randy Wittman όσο και με τον Scott Brooks. Η πρώτη κίνηση προς αυτή την κατεύθυνση ήταν, επιτέλους, η απόλυση του Ernie Grunfeld μετά από 16 χρόνια (2003-2019) διαρκούς αποτυχίας να εκμεταλλευτεί το momentum του franchise, πρώτα με τον Arenas και τον Butler και έπειτα με τους Wall και Beal. Ο νυν GM της ομάδας, Tommy Sheppard, τουλάχιστον δείχνει τη διάθεση να ποντάρει. Πρώτα με τον Russell Westbrook πέρυσι, και φέτος, μέσω αυτής της κίνησης, με έναν σωρό παίκτες με το λεγόμενο “chip on their shoulder” και τα πάντα να αποδείξουν. Η φετινή είναι μια χρονιά κρίσεων για τους Wizards, από τον Bradley Beal που καλείται να ηγηθεί ενός ικανού πλέον συνόλου, τον Wes Unseld Jr. στο ντεμπούτο του ως πρώτος προπονητής, ως τον Tommy Sheppard και τους παίκτες που ακολουθούν.
Πρώτος απ’ όλους ο βασικός point guard της ομάδας. Ο Spencer Dinwiddie βρήκε στους δίχως απαιτήσεις Nets τον χώρο να κάνει μια από τις πιο απροσδόκητες mid-career εκρήξεις των τελευταίων ετών, πρώτα ως ίσως ο καλύτερος έκτος παίκτης του πρωταθλήματος πίσω από τον all-star D’Angelo Russell, με καταπληκτικά efficiency stats, και στη συνέχεια ως 20-point scorer δίπλα στον Kyrie, έστω και με μειωμένη αποτελεσματικότητα, για να έρθει η ατυχία του περσινού τραυματισμού που και της ολοκληρωτικά χαμένης σεζόν. Τι είναι τελικά ο Spencer Dinwiddie; Ένας οξυδερκής top-15 point guard, ή ένας σπιρτόζος σκόρερ από τον πάγκο; Η βαρυτική έλξη ενός από τους δυναμικότερους pick and roll ψηλούς στο NBA, όταν τουλάχιστον έχει διάθεση, προσφέρει το πλαίσιο για να απαντηθεί αυτό το ερώτημα - σίγουρα περισσότερο από ό,τι έκαναν ο DeAndre Jordan και ο Jarrett Allen. Ερώτημα αποτελεί και το μοίρασμα των δημιουργικών αρμοδιοτήτων μεταξύ του Dinwiddie και του Beal, καθώς αν η πλάστιγγα γείρει προς τον δεύτερο, το βάρος θα πέσει στον Dinwiddie να ανακαλύψει και πάλι την σποραδική αποτελεσματικότητα που είχε δείξει από τα 7,25 πριν χρόνια.
Μιλώντας για το pick and roll λοιπόν, λίγοι παίκτες έχασαν το momentum της καριέρας τους στην covid-era όσο ο Montrezl Harrell. Μέχρι τη διακοπή αποτελούσε εφιάλτη για κάθε αναπληρωματικό center στο NBA.
Στην επιστροφή του NBA στη δράση στο bubble του Orlando εμφανίστηκε με αρκετά περιττά κιλά, θυμίζοντας σε όλους πως δεν διαφέρουμε και πολύ από τους stars του NBA, μονάχα μερικά εκατοστά και μερικά εκατομμύρια. Χαρακτηρίστηκε από τους υπεύθυνους για την ιστορική ανατροπή των Nuggets στα bubble playoffs, ενώ πέρσι ήταν non-factor στη σειρά με τους Suns. Οι Wizards θα του δώσουν λεπτά βασικού και ελπίζουν πως θα δουν τον οδοστρωτήρα του 2019 και όχι την περσινή ενσαρκωση του, ενώ ο ίδιος, οδεύοντας στα 28 του, αναζητά ένα συμβόλαιο με εννέα ψηφία. “Contract year”, το μεγαλύτερο κίνητρο του NBA, για να δούμε.
Οι άλλοι δύο παίκτες που συνταξίδεψαν με τον Harrell από το Los Angeles (εντάξει, μάλλον δεν έκαναν road trip παρέα, αλλά ποτέ μην αφήνετε την αλήθεια να σας χαλάσει μια ωραία ιστορία) έζησαν το απόλυτο LeBron James teammate experience. Είδαν τα νούμερά τους να παίρνουν την κατιούσα, το μπασκετικό στερέωμα να εστιάζει στις αδυναμίες τους και να τους κάνει memes, αλλά στέφθηκαν πρωταθλητές παίζοντας δίπλα στον σπουδαιότερο εν ενεργεία μπασκετμπολίστα -δεν νομίζω ότι τους κακόπεσε δηλαδή.
Η περίπτωση του Caldwell-Pope είναι σχετικά απλή. Πρόκειται για έναν παίκτη που κάθε χρόνο από τα 22 έως τα 26 του έβλεπε τον χρόνο συμμετοχής και το σκοράρισμά του να πέφτουν, τις δύο όμως υγιείς χρονιές του LeBron σούταρε με περίπου 40% από το τρίποντο και δώστε ό,τι βαθμό αιτιώδους συνάφειας θέλετε ανάμεσα στα δύο γεγονότα. Εγώ μπορεί να εκτιμώ ότι θα είναι χειρότερος σε μεγαλύτερο ρόλο, αλλά η άμυνα του στα αντίπαλα guards θα έχει καίρια σημασία δίπλα στον Beal και τον επιστρέφοντα από τραυματισμό Dinwiddie.
Για τον Kuzma αντίθετα, η έλευση των δύο superstars σήμαινε το τέλος των ημερών της ανεμελιάς στο shot selection και της συμπτωματικής λάμψης ως πρώτος non-LeBron σκόρερ το 2019. Ξαφνικά έγινε ένας παίκτης χωρίς ρόλο, με την αναποτελεσματικότητά του ως jumpshooter και rebounder να δυσκολεύει το fit του δίπλα στον James και τον ρόλο του bench scorer, για οποιοδήποτε λόγο, να μην του ταιριάζει. Μέσα από αυτή την εμπειρία όμως, χωρίς να του πολυαναγνωρίζεται, έγινε συνεπής στην άμυνα, τουλάχιστον συνεπέστερος από τις δύο πρώτες σεζόν του στη Λίγκα που συνοψίζονταν σε ένα απαστράπτον “lol”, ασχολήθηκε περισσότερο με το rebound και ίσως να έγινε πιο αξιόπιστος σουτέρ -μπορεί επειδή αυτό του ζητήθηκε, με περισσότερο από το 50% των σουτ του να έρχονται από μακρινή απόσταση πέρσι. Στους Wizards έχει την ευκαιρία να γίνει και πάλι πρωταγωνιστής στην επίθεση, υποστηρίζοντας τον Bradley Beal. Το αν αυτό θα έρθει κοντά στο καλάθι ή μακριά από αυτό είναι ένα ενδιαφέρον ερώτημα. Μαζί με τη χαλιναγώγηση των πρωτοβουλιών του ήρθε και η αποστροφή του για τις επαφές -λιγότερες από δύο βολές ανα 36 λεπτά είναι νούμερο αστείο για τη σωματοδομή του και είναι ένας προφανής τομέας βελτίωσης για να γίνει ένας πιο αξιόλογος σκόρερ. Μπορεί να μην βρίσκεται σε contract year, αλλά έχει τρεις σεζόν με ετήσιες αποδοχές ύψους $ 13 εκατ. με τον τελευταίο χρόνο να είναι player option.
Σε αυτούς προσθέστε Aaron Holiday, Rui Hachimura, Deni Avdija, Thomas Bryant, Daniel Gafford, που ειλικρινά, ξέρουμε για κανέναν τους πραγματικά αν κάνει ή δεν κάνει; Πιο πολύ ενδιαφέρον έχει ο Rui Hachimura ο οποίος ως μεγάλος σε ηλικία rookie μπήκε σχεδόν χαριστικά στην πεντάδα των Wizards, και μετά από μια διετία μετρά 105 παιχνίδια στο NBA όλα ως βασικός, δείχνοντας μια καταπληκτική σταθερότητα από τη μια σεζόν στην επόμενη. Βέβαια όταν αυτή η σταθερότητα εμφανίζεται από τα 22 στα 23 χρόνια του παίκτη είναι περισσότερο λόγος ανησυχίας παρά αισιοδοξίας, αλλά θα δούμε. Για αρχή ελπίζουμε να παίξει περισσότερα από τα 57 περσινά παιχνίδια, καθώς αυτή την στιγμή είναι εκτός προπονήσεων επ’ αόριστον για προσωπικούς λόγους.
Otto Porter - 28 - F - Golden State Warriors
Από την στιγμή που ο Kevin Durant έφυγε από το Golden State, η ομάδα του Steve Kerr αναζητά τον παίκτη που θα μπορεί να ακολουθήσει τις επιθετικές χορογραφίες που ξετυλίγονται υπό την ενορχήστρωση του διδύμου Curry και Green. Ο Wiggins είναι απαραίτητος γιατί ταίριαξε απροσδόκητα καλά στην άμυνα και προσφέρει δευτερεύον σκορ, αλλά, μεταξύ μας, είναι λίγο βραδυφλεγής και αντιδρά με καθυστέρηση σε όσα γίνονται γύρω του στην επίθεση.
Ιδίως λοιπόν με αυτόν τον περιορισμό, αλλά και δεδομένης της αγωνιστικής απραξίας του Thompson η οποία με μια αισιόδοξη πρόβλεψη θα έχει διαρκέσει περισσότερες από 900 ημέρες, η θέση του forward που πρέπει να καλυφθεί για τους Warriors έχει πολλαπλές απαιτήσεις. Είναι απαραίτητος ένας παίκτης που σουτάρει και αμύνεται καλά και, ιδανικά, σε πολλές θέσεις και έχει ταχύτητα σε πόδια και μυαλό για να τρυπώνει στις πτυχές της άμυνας χωρίς την μπάλα, δημιουργώντας τα επόμενα ρήγματα. Ο Oubre ήταν ένα στοίχημα που άξιζε τον κόπο, καθώς κάλυπτε τα στοιχεία της αθλητικότητας και της άμυνας, αλλά σούταρε πολύ κάτω του μετρίου, ιδίως αν σκεφτούμε την ευκολία των προσπαθειών του, ενώ όση εκρηκτικότητα διαθέτει, εξουδετερώνεται από την ελλιπή αντίληψη χώρου και καταστάσεων.
Οι Warriors μεταξύ άλλων το καλοκαίρι υπέγραψαν τον Otto Porter, τον οποίο είχαν μάλλον ξεχάσει και οι ίδιοι οι Magic, με τους οποίους ολοκλήρωσε τη σεζόν. Ο Porter το 2017 είχε κερδίσει ένα σχεδόν λογικό τότε συμβόλαιο τεσσάρων ετών και πάνω από $100 εκατ., για τα οποία κάποιος του είπε “καλοφάγωτα” και αυτός το πήρε κυριολεκτικά. Εντάξει, υπερβολές, ταλαιπωρήθηκε φοβερά από τραυματισμούς, και στο, ούτως ή άλλως όχι τρομερά αθλητικό σκαρί του τα περιττά κιλά ήταν εμφανή στις λίγες συμμετοχές με τη φανέλα των Bulls. Είναι αυτός ο σωματότυπος Batum με το ψηλό κέντρο βάρους, που όταν δεν τραβάει, δεν τραβάει. Τυπικά έπαιξε 42 παιχνίδια την τελευταία διετία, ουσιαστικά όμως μιλάμε για δύο εντελώς χαμένες χρονιές και αν συνυπολογίσουμε τη μισή σεζόν που έπαιξε πριν από αυτές, κάπου δικαιολογείται η περιθωριοποίηση του στη συλλογική μνήμη.
Όταν όμως ήταν τελευταία φορά υγιής (ή έπαιζε με κίνητρο) ήταν ακριβώς αυτό που ψάχνουν οι Warriors. Για δύο συνεχείς σεζόν βρέθηκε στο top-5 της Λίγκας σε ποσοστό ευστοχίας από το τρίποντο (τότε που ο Wall συγκρινόταν μόνο με τον LeBron στο να σερβίρει τρίποντα στις γωνίες), ήταν ίσως ο καλύτερος αμυντικός της ομάδας του και εξαιρετικός ball mover. Υπάρχει ακόμα αυτός ο παίκτης; Η αλήθεια είναι πως το σενάριο δεν συγκεντρώνει και τις μεγαλύτερες πιθανότητες. Ωστόσο δεν είναι παρά 28 ετών και αν δεν είναι κίνητρο οι Golden State Warriors, το role model Steph Curry και οι φωνές του Draymond Green, τότε δεν ξέρω τι είναι.
Μπορεί να μην την παλέψει και στα 30 του να καταλήξει κάπου βοηθός, αλλά εγώ θα είμαι αισιόδοξος -τσάμπα είναι άλλωστε- και θα προβλέψω μια α λα Shaun Livingston αναγέννηση για τον συμπαθή Otto. Ίσως επειδή θέλω να ξαναδώ τους Warriors σπουδαίους πριν ο χρόνος νικήσει την τριάδα Curry, Thompson, Green. Δεν είναι πολύ, αλλά είναι κάτι.