Στο ευρωπαϊκό μπάσκετ από την άλλη, δεν είναι συνηθισμένο το φαινόμενο να υπάρχουν αρκετοί σέντερ που μπορούν να παίξουν με πρόσωπο στο καλάθι και να απειλήσουν από μακριά. Και όσοι κατέχουν αυτή την ικανότητα, έχουμε την τάση να τους θεωρούμε φόργουορντ. Πριν κάποια χρόνια «εμφανίστηκαν» στο προσκήνιο οι σέντερ «τσέπης», εκείνοι που χωρίς να είναι ιδιαίτερα ψηλοί για τη θέση, αγωνίζονταν με επιτυχία ως πεντάρια, χωρίς όμως να είναι αυτόφωτοι. Ζούσαν και ζουν μέσω των πικ εν ρολ. Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε και ορισμένους undersized ψηλούς να έχουν την ευκαιρία να παίζουν πιο μακριά από το καλάθι, να μπορούν να σουτάρουν, να βάλουν τη μπάλα στο παρκέ και να επιτεθούν κάθετα. Αυτό δε σημαίνει όμως ότι θα πρέπει να μετακινηθούν θέση, προς το 4. Από την άλλη, διάφορα stretch fours, λόγω ύψους, συχνά θεωρούνται σέντερ, περιπλέκοντας περισσότερο τον σαφή καθορισμό των θέσεων.
Σε αυτό το κείμενο θα δούμε ορισμένες περιπτώσεις παικτών οι οποίοι είναι bigs, αλλά λόγω τρόπου παιχνιδιού και σωματοδομής τους θεωρούμε ως φόργουορντ. Θα δούμε παράλληλα κάποιους φόργουορντ, που θα μπορούσαν να θεωρηθούν σέντερ, προσπαθώντας επίσης να ξεδιαλύνουμε πού είναι (πιθανώς) πιο ωφέλιμοι.
Zακ Λεντέι
Ομολογώ πως ήταν η αφορμή για το συγκεκριμένο κείμενο. Αποτελεί έναν ψηλό που λόγω της ικανότητας του να κινείται και πιο μακριά από τη ρακέτα, έχει συχνά θεωρηθεί ως power forward. Η πραγματικότητα όμως, είναι πως κυρίως έχει χρησιμοποιηθεί ως σέντερ, που έχει την επιπρόσθετη ικανότητα να αλλάξει θέση κατά τη διάρκεια ενός αγώνα και αναλογα με την τακτική του προπονητή. Το είδαμε πέρυσι στη θητεία του στον Ολυμπιακό, που αποτελούσε το back up του Νίκολα Μιλουτίνοφ, το βλέπουμε και φέτος. Δείτε το παρακάτω heat map του Panagiotis S. , που αφορά την περυσινή σεζόν, και προσέξτε διαίτερα το βουναλάκι κάτω αριστερά.
Aυτό απεικονίζει τη ροπή του παίχτη να παίρνει τις περισσότερες προσπάθειες κοντά στο καλάθι. Αρκετές ήταν εξάλλου οι φορές που τις ξεκινούσε από την κορυφή της ρακέτας, εκμεταλλευόμενος την ικανότητα που έχει να βάζει τη μπάλα στο παρκέ και να επιτίθεται κάθετα.
Αυτά τα προσόντα του είδε και ο Σαρούνας Γιασικεβίτσιους και τον απέκτησε το καλοκαίρι όταν έμεινε ελεύθερος (αδιανόητη απόφαση κατά τη γνώμη μου). Και αν στη θητεία του στον Ολυμπιακό θεωρούσαμε τον Λεντέι ως φόργουορντ, ήρθε και ο Σάρας να δείξει πως είναι σέντερ, αφού σε αυτή τη θέση τον χρησιμοποιεί, συχνότερα με παρτενέρ τους Γιανκούνας ή Χέιζ.
Στα έξι πρώτα φετινά παιχνίδια βλέπουμε ακόμη μεγαλύτερη μετατόπιση των προσπαθειών του κοντά στη ρακέτα, κάτι που είναι εν μέρει αναμενόμενο, αν αναλογιστούμε πως η Ζάλγκιρις είναι ομάδα που αρέσκεται να παίζει κοντά στο καλάθι. Ένα ακόμα ενδιαφέρον στοιχείο για τον Λεντέι είναι η αμυντική του επίδοση στις καταστάσεις απομόνωσης. Δεχόταν σύμφωνα με το synergy (την περσινή περίοδο) 0,586 πόντους ανά κατοχή, επίδοση που αποτελούσε την τρίτη καλύτερη ανάμεσα σε ψηλούς.
Όγκουστιν Ρούμπιτ
Η έτερη πέτρα του «σκανδάλου» για τον κόσμο του Ολυμπιακού. Έφυγε ο Λεντέι, ένα τεσσάρι, για να έρθει στη θέση του ένα άλλο τεσσάρι; Κάπως έτσι ήταν τα πράγματα το καλοκαίρι, όταν ανακοίνωναν οι ερυθρόλευκοι την απόκτηση του πρώην παίκτη της γερμανικής Μπάμπεργκ.
Τελικά ποια είναι η θέση στην οποία αποδίδει καλύτερα; Δεν είναι δύσκολο να το εξηγήσουμε και να λύσουμε το γρίφο. Δεν είναι δα και ο κύβος του Ρούμπιτ (ζητώ συγγνώμη από τον έντιτορ). Ο παίκτης είναι ένας σέντερ που και αυτός, όπως ο προκάτοχός του, μπορεί να παίξει σε ορισμένα σχήματα και στη θέση «4», κάτι που έχει φανεί στα πρόσφατα παιχνίδια του Ολυμπιακού. Eναντίον της Μπασκόνια στη Βιτόρια έπαιξε κάποια λεπτά στο πλάι του Μιλουτίνοφ, θέλοντας να αντιπαραθέσει δύναμη στη δύναμη του Τόκο Σενγκέλια. Πλήρως ανεπιτυχώς όμως, καθώς ο Γεωργιανός σταρ των Βάσκων είχε ένα εύκολο βράδυ. Σε αυτό το ματς, όσο ο Ρούμπιτ αγωνίστηκε ως «4», έδειξε και την αδυναμία που έχει να ακολουθήσει τον αντίπαλο τόσο στα close outs, όσο και όταν ξεκινάει τις προσπάθειες από την περιφέρεια, κάτι που δείχνει ότι δεν είναι παίχτης που μπορεί να παίξει στη θέση του power forward αρκετά συχνά, παρά μόνο σε συγκεκριμένα σχήματα. Στο πρόσφατο νικηφόρο ματς εναντίον της ΤΣΣΚΑ στη Μόσχα πήρε χρόνο στη θέση του σέντερ και τα πήγε αρκετά καλά στο επιθετικό κομμάτι, τόσο όσον αφορά τους πόντους που σκόραρε, αλλά και τα 6 επιθετικά ριμπάουντ που πήρε.
Ένα πράγμα που ίσως μπερδεύει στον Ρούμπιτ, είναι ότι παίρνει αρκετά midrange σουτ μετά από πικ εν ποπ καταστάσεις. Τόσο στη Μπάμπεργκ τα περισσότερα χρόνια όμως, όσο και τώρα στον Ολυμπιακό, οι προπονητές τον χρησιμοποιούσαν στη θέση του σέντερ.
Γιαν Βέσελι
Ο Τσέχος άσος της Φενέρ στο ξεκίνημα της καριέρας του στην Ευρωλίγκα μας είχε συστηθεί ως ένας small forward. Είχε αγωνιστεί τρία χρόνια με τη φανέλα της τρομερής Παρτίζαν του Ντούσκο Βουγιόσεβιτς στην Ευρωλίγκα, φτάνοντας και στο φάιναλ φορ του Παρισιού το 2010, μένοντας εκτός τελικού εξαιτίας του περίφημου καλαθιού του Τζος Τσίλντρες. Το φοβερό με τον Βέσελι εκείνη την περίοδο ήταν πως σούταρε και από μακριά. Όχι ότι ήταν κάποιος σύγχρονος φόργουορντ, αλλά ενδεικτικά, τη χρονιά του φάιναλ φορ είχε 40% σε λίγες προσπάθειες (12/30 σουτ τριών πόντων σε 22 ματς).
Το μακρύ κορμί του, η εκρηκτικότητα και αθλητικότητα που είχε, ήταν ορισμένα στοιχεία που έκαναν τους Ουίζαρντς να αποφασίσουν να πετάξουν άλλο ένα πικ και να δώσουν στον Βέσελι το νούμερο έξι του ντραφτ το 20111. Όμως ο Βέσελι προ ΝΒΑ και μετά το ΝΒΑ δεν έχει καμία σχέση ως προς τον τρόπο παιχνιδιού. Η μηδενική απειλή μέσω του σουτ τον «ανάγκασε» να γίνει καθαρά παίχτης ζωγραφιστού και τα αθλητικά προσόντα που έχει τον καθιστούν τον κορυφαίο αμυντικό σέντερ στην Ευρωλίγκα. Επιπρόσθετα, τον έχουμε δει και σαν δίδυμο με τον Έκπε Γιούντο-τη χρονιά του ευρωπαϊκού της Φενέρ-, όσο και με τον Λοβέρν τα τελευταία δύο χρόνια. Θα έβαζα και το heat map του Πάνου, αλλά η κορυφή στο βουναλάκι κοντά στη ρακέτα μοιάζει σαν το όρος Έβερεστ.
Κρις Σίγκλετον
Άλλος ένας παίχτης που επιλέχτηκε στο ντραφτ του 2011 στο νούμερο 18 και αποτέλεσε συμπαίκτη του Βέσελι στην Ουάσινγκτον. Φόργουορντ στο ΝΒΑ, σέντερ/πάουερ φόργουορντ στην Ευρώπη. Αποτέλεσε δίδυμο με τον Άντονι Ράντολφ στην εξαιρετική Λοκομοτίβ Κουμπάν του Γιώργου Μπαρτζώκα τη σεζόν 2015/16, όπου έφτασαν έως το φάιναλ φορ. Στη Ρωσική ομάδα αγωνιζόταν ως επί το πλείστον στη θέση του σέντερ, ενώ δεν παρουσίαζε μία τόσο μεγάλη ροπή προς το τρίποντο όπως κάνει τα τελευταία χρόνια. Εκείνη τη σεζόν σούταρε περίπου με αναλογία δύο δίποντα για ένα τρίποντο, κάτι που άλλαξε στην πορεία σε μία αναλογία ένα προς ένα. Υποστηρίζει εύκολα κάθε μορφής άμυνα, είναι εξαιρετικός ριμπάουντερ, μπορεί να επιτεθεί με πλάτη, να παίξει κάθετα, να βγει και να σουτάρει από το τρίποντο. Το μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα του Σίνγκλετον αποτελεί ο λίγο… yolo χαρακτήρας του στη διάρκεια ενός παιχνιδιού, αφού σουτάρει πολλές φορές λίγο αψυχολόγητα και με άσχημα ποσοστά.
Πιερ Οριόλα
O Ισπανός πάουερ φόργουορντ/σέντερ αποτελεί μία χαρακτηριστική περίπτωση διπλοθεσίτη, που είναι περισσότερο γνωστός για τα αμυντικά του καθήκοντα, παρά για τα επιθετικά. ‘Ένας σκληροτράχηλος ψηλός, δεν θα διστάσει να μαρκάρει με επιτυχία τόσο παίκτες που αγωνίζονται μέσα στη ρακέτα, αλλά και όσους τραβιούνται περισσότερο στην περιφέρεια, ενώ αγωνιζόμενος στην πίσω γραμμή άμυνας μπορεί να κάνει εξαιρετική δουλειά κλείνοντας τους χώρους. Ειδικά στην ομάδα του Πέσιτς αποτελεί ένα αρκετά χρήσιμο εργαλείο σε ένα λαμπερό ρόστερ. Ένας εργάτης ανάμεσα στους σταρ των Καταλανών.
Καλός ριμπάουντερ και αξιόπιστος spot shooter, ιδιαίτερα από τις γωνίες εντός και εκτός τρίποντου, ενώ όπως κάθε Ισπανός που σέβεται τον εαυτό του, κινείται πολύ καλά χωρίς τη μπάλα.
Γιοχάνες Φόιγκτμαν
Ο Γερμανός άσος της ΤΣΣΚΑ Μόσχας αποτελεί το κλασικότερο παράδειγμα stretch ψηλού με το περιφερειακό παιχνίδι του και την ικανότητα στο μακρινό σουτ. Ένας big με επιθετικό παιχνίδι που δεν παραπέμπει σε παίχτη ύψους 211 εκατοστών. Δυστυχώς για τη «ρωσική αρκούδα» ο παίκτης που θα εκμεταλλευόταν περισσότερο από όλους-μαζί με Τζέιμς-το παιχνίδι του Φόιτμαν, Γουίλ Κλάιμπερν, τραυματίστηκε σοβαρά. Η απόκτηση του Φόιγκτμαν δίνει τη δυνατότητα στον κόουτς Ιτούδη να εκμεταλλευτεί στο έπακρο την εξαιρετική κυκλοφορία της μπάλας, να τεντώσει περισσότερο τις αποστάσεις στην επίθεση, κάνοντας δύσκολη την αποστολή της άμυνας. Στα πρώτα παιχνίδια της Ευρωλίγκα (έξι τον αριθμό τη στιγμή που γραφόταν το κείμενο) εκτελεί αναλογικά δυο τρίποντα για κάθε δίποντο και ακόμα δείχνει να προσαρμόζεται στις νέες απαιτήσεις.
Από τις περιπτώσεις παικτών που μπορούν κάλλιστα να αγωνιστούν είτε ως σέντερ, είτε ως πάουερ φόργουορντ. Συνδυάζει πολύ καλά τρία σημαντικά στοιχεία, πάσα, σουτ, ριμπάουντ, ενώ τρέχει εξαιρετικά το γήπεδο.
Λουίς Σκόλα
Στον μεγάλο Αργεντινό άσο της Αρμάνι και στη σταδιακή μετάλλαξη στον τρόπο παιχνιδιού του είχαμε αναφερθεί και πρόσφατα. Ξεκάθαρα πια αγωνίζεται και στις δύο θέσεις των «ψηλών». Σε μία ομάδα που προτιμά να παίζει αρκετά με δύο μεγάλα κορμιά, μπορεί να αποτελέσει δίδυμο με οποιονδήποτε παίκτη θελήσει ο Ετόρε Μεσίνα, πιστοποιώντας την ικανότητά του για παιχνίδι με πλάτη, αλλά και με πρόσωπο.
Φυσικά, δεν μπορεί να ακολουθήσει το ίδιο εύκολα παίκτες πιο αθλητικούς από αυτόν, ούτε μπορεί να είναι αποδοτικός σε μία άμυνα με αλλαγές, αλλά σίγουρα είναι από χρησιμότατος. O παρακάτω πίνακας δείχνει τις προσπάθειες που πήρε ο Σκόλα από τη γραμμή των τριών πόντων τα τελευταία χρόνια2.
Eίδαμε λοιπόν αρκετές περιπτώσεις παικτών που ο τρόπος παιχνιδιού τους «δεν ταιριάζει» με εκείνον της θέσης στην οποία αγωνίζονται, όπως έχει οριοθετηθεί παραδοσιακά. Υπάρχουν μάλιστα επιπλέον «τεσσάρια», όπως οι Πρίντεζης, Σενγκέλια, που αρέσκονται περισσότερο σε προσπάθειες κοντά στο ζωγραφιστό, θυμίζοντας παλαιότερου τύπου σέντερ.
Το μόνο συμπέρασμα που βγαίνει από όλα αυτά, είναι ότι οι αθλητές οφείλουν να προσαρμόζονται στις ανάγκες του περιβάλλοντος στο οποίο αναπτύσσονται. Περισσότερο μετράνε τα χαρακτηριστικά, όχι η θέση, και το πώς αυτά ταιριάζουν στο πλαίσιο που έχει βάλει ένας προπονητής, ανάλογα και με το υπόλοιπο υλικό που έχει στα χέρια του.