Πέμπτη, 28 Φεβρουαρίου 2019 12:18

Jacob Wiley: Πέντε ιστορίες σε μία.

Από :

«Αμερικανός μπασκετμπολίστας με προβληματική οικογένεια, αλκοολικό πατέρα, που πέθανε στα χέρια του πριν την εφηβεία». ΟΚ, κάπου το έχουμε ξαναδιαβάσει.
«Παίκτης που παράτησε το κολέγιο και μία λαμπρή καριέρα που διαγραφόταν μπροστά του λόγω κατάθλιψης». Χμ... και αυτό κάτι μας λέει.
«Μπασκετμπολίστας που το γύρισε στον στίβο και λίγο στο φούτμπολ, ψάχνοντας εναλλακτικές αλλά που τελικά τον κέρδισε ξανά η πορτοκαλί μπάλα». Γνωστή και αυτού του είδους η «ιστορία».
«Παίκτης που κατέπεσε σε κολέγιο του ΝΑΙΑ, αλλά από εκεί βρήκε τη δύναμη να κυνηγήσει το όνειρό του και τελικά να παίξει στο ΝΒΑ». Καλή προσπάθεια, αλλά δεν αρκεί
«Αμερικανός που έγινε πατέρας στα 20 του και δούλεψε από λαντζέρης μέχρι και υπάλληλος σε βενζινάδικο, για να βγάλει τα έξοδα του κολεγίου και της φαμίλιας». Πολύ δυνατό και αυτό αλλά έχω ανάλογα παραδείγματα.

Τι θα λέγατε όμως αν όλα τα παραπάνω (και πολλά περισσότερα) σκιαγραφούσαν το προφίλ ενός παίκτη και μόνο, που μάλιστα θα δούμε σήμερα Πέμπτη με τη φανέλα της Γκραν Κανάρια για πρώτη φορά στα γήπεδα της Ευρωλίγκα εναντίον του Παναθηναϊκού; Πως το λένε οι νέοι; «Hold my beer» και θα σας εξιστορίσω τη ζωή του Τζέικ Γουίλεϊ. Ενός Αμερικανού, τον οποίο η πρωτάρα «ΓκρανΚα» απέκτησε δίχως τυμπανοκρουσίες την περασμένη εβδομάδα και που έχει ζήσει στα 24 του χρόνια όσα ζουν συνάδελφοί του σε δέκα ζωές (σ.σ. όσα θα διαβάσετε προέρχονται από πληροφορίες των λινκ στο τέλος το κειμένου)1.

Στον ύψους 1μ.98 φόργουορντ/σέντερ η ζωή τα έδωσε όλα από λίγο. Μέχρι και το ύψος, όπως παρατήρησε ο τελευταίος του προπονητής στο Πανεπιστήμιο Easter Washington Τζιμ Χέιφορντ. «Αν ήταν 4-5 πόντους ψηλότερος θα είχε γίνει lottery pick» είχε πει όταν ο Τζέικ προετοιμαζόταν για τη συμμετοχή του στο invitational tournament του Πόρτσμουθ για τους υποψήφιους για το ντραφτ το 2017 παίκτες. Για να φτάσει όμως ο ήρωάς μας στο σημείο να κυνηγήσει και τελικά να κατακτήσει πέρυσι το όνειρό του, παίζοντας έστω λίγα ματς με τη φανέλα των Μπρούκλιν Νετς, χρειάστηκε να γραφτούν πολλά «επεισόδια» στην πολυτάραχη ζωή του.

Μέχρι τα οκτώ του χρόνια ο γεννημένος στο Λονγκ Μπιτς της Καλιφόρνια Τζέικ ζούσε μία φτωχική ζωή με τη ξανοιασιά του παιδιού της ηλικίας του. «Δεν είχαμε πολλά χρήματα αλλά ήμουν από τους προνομιούχους να κοιμάμαι στο δικό μου κρεβάτι, στο δικό μου μικρό δωματιάκι δίπλα στην κρεβατοκάμαρα της μαμάς» θυμάται. Σε εκείνη την ηλικία ήταν που άρχισε να δέχεται το ένα μετά το άλλο τα χτυπήματα της μοίρας. Ή αν θέλετε να αντιμετωπίζει τη σκληρή πραγματικότητα, μαθαίνοντας από το στόμα της ίδιας του της μάνας Sheree πως «ο μπαμπάς είναι άρρωστος με το αλκοόλ». «Ο πατέρας μου δεν ήταν ποτέ στη ζωή μου και μέχρι τότε δεν καταλάβαινα το γιατί μέχρι που μια μέρα μου το εξήγησε η μητέρα μου», δήλωνε χρόνια αργότερα, παραδεχόμενος ότι εκείνες τις μέρες έχασε τη γη για πρώτη φορά κάτω από τα πόδια του. «Γιατί ο πατέρας να προτιμάει το αλκοόλ από τα ίδια του τα παιδιά» αναρωτιόταν μαζί με την μικρότερη αδερφή του Sophia. Η μαύρη μητέρα του δεν είχε παντρευτεί ποτέ τον λευκό πατέρα του, για τον οποίο ο Τζέικ το μόνο πράγμα που γνώριζε ήταν ένα αναφορικά στη ζωή του. Πως ήταν αλκοολικός.

Ένα χρόνο αργότερα ο μικρός Τζέικ εγινε μάρτυρας ενός επεισοδίου στο σπίτι, όπου ο πατέρας του Jeff άρχισε να κάταστρέφει πράγματα. Ο Τζέικ πήρε τη μητέρα του, που ήταν στη δουλειά στο τηλέφωνο, ζήτησε τη βοήθεια της αστυνομίας και κατάφερε να ξεγλυστρίσει πριν γίνει κάποιο μεγαλύτερο κακό. «Δεν με πείραξε ποτέ. Ποτέ! Δεν με χτύπησε, όμως επηρέασε πνευματικά και ψυχολογικά όλη μου τη ζωή» παραδέχτηκε χρόνια αργότερα. Εκείνη τη μέρα ήταν και η τελευταία που η οικογένεια υπήρχε τρόπον τινά όλη μαζί. Στην πραγματικότητα δεν ήταν ποτέ μαζί, αφού ο πατέρας ουδέποτε αποτέλεσε το πρότυπο για τον γιο. «Δεν είχε κάνει το παραμικρό με εμένα ή για εμένα. Το ακρίβως αντίθετο από τη μητέρα μου που έμοιαζε περισσότερο με ρεπόρτερ αγωνιστικού χώρου. Απόλυτα συγκεντρωμένη στον στόχο της, να μας μεγαλώσει», λεει.

Ο πατέρας που ήταν συνήθως άνεργος ή όπου δούλευε εγκατέλειπε ή τον έδιωχναν μετά από ένα μήνα το πολύ. Είτε ως οδηγός ταξί, είτε ως υπάλληλος σε μανάβικο ή σε συναυλιακό χώρο στην περιοχή άρχισε να μένει μόνος του. Ο Τζέικ όσο μεγάλωνε, τόσο του έλλειπε η ανδρική φιγούρα στο σπίτι. Η μητέρα τού του απαγόρευε ακόμη και να του μιλάει και ο μικρός πήγαινε κρυφά στο καρτοτηλέφωνο της περιοχής για να ακούσει 1-2 κουβέντες από τον πατέρα του. Στο σχολείο; Δεν τον έλεγες και πρότυπο μαθητή. Όποτε θυμόταν να πάει ήταν απλά περαστικός. Κακοί βαθμοί, φήμη κωλόπαιδου, ο looser της τάξης, ο κλόουν που δεχόταν όλα τα πειράγματα.

Ο πατήρ Τζεφ κάποια στιγμή αποφάσισε να φύγει από την περιοχή και να πάει πιο βόρεια, στο Νιούπορτ της Ουάσιγκτον, ένα... χωριό μόλις 2.000 κατοίκων στα σύνορα με το Αϊνταχο, «φιλοξενούμενος» σε ένα δωματιάκι με ενοίκιο που κάλυπταν οι ηλικιωμένοι γονείς του. «Επρεπε να φύγει γιατί αν έμενε στο Λονγκ Μπιτς θα πέθαινε. Χρειαζόταν αυτή την αλλαγή» τον δικαιολόγησε ο Τζέικ, ο οποίος μιλούσε μαζί του. Εκείνος του έδινε κρυφά οδηγίες για το πώς θα πάρει το λεωφορείο για να πάει να τον βρει. Ο μικρός όμως δεν το τολμούσε. Μέχρι...

Μέχρι που ένα πρωί, δεν είχε καλά-καλά κλείσει τα 14 «είπα φεύγω, και το έκανα». Ο Τζέικ έκανε την πρώτη επανάστασή του. «Δεν το συζήτησα καν με τη μητέρα μου. Άλλωστε ήμουν σίγουρος ότι ήταν εναντίον της απόφασής μου αυτής. Οποιοσδήποτε λογικός άνθρωπος το ίδιο θα αντιδρούσε όπως εκείνη» παραδέχθηκε. Η μητέρα του, καταλαβαίνοντας ότι δεν μπορούσε να του αλλάξει άποψη τον πήγε μέχρι το αεροδρόμιο για να πάρει την πτήση για την Ουάσιγκτον. «Δεν ήξερα αν αυτή θα ήταν η πρώτη και μαζί η τελευταία φορά που βρισκόμουν σε αεροδρόμιο» σκεφτόταν. Τελικά θα χρειαζόταν να επιστρέψει με την «ίδια» πτήση 20 μήνες αργότερα για την κηδεία του πατέρα του, τον οποίο εκείνη τη στιγμή πήγαινε να βρει για να ζήσουν μαζι...

Στο Νιούπορτ οι συνθήκες διαβίωσης ήταν απλά υποφερτές. Ενα μικρό δωμάτιο σαν ξενοδοχείου, χωρίς ζεστό νερό στο ντουζ τον χειμώνα και με έναν γονιό που δεν άργησε να κατρακυλήσει ξανά στο αλκοόλ. Ο Τζέικ μετά από μόλις λίγους μήνες σκέφτηκε να επιστρέψει στην Καλιφόρνια, αλλά ένα συμβάν τον κράτησε στο Νιούπορτ. Ο πατέρας του προσπάθησε να αυτοκτονήσει με έναν τρόπο που είχε δει σε... ταινία στην τηλεόραση. Συνδέοντας την εξάτμιση του παλιου αυτοκινήτου που είχε με τη θέση του οδηγού με σωλήνα και καρτώντας τα παράθυρα κλειστά, ώστε να δηλητηριαστεί από την εισπνοή του διοξειδιου του ανθρακα. Τελικά τον πρόλαβαν οι γείτονες στο παρά ένα. Ένας από αυτούς βρήκε και έδωσε στον Τζέικ το γράμμα-συγγνώμης που είχε γράψει ο Τζέφ, προετοιμάζοντας τον θάνατό του. «Συγγνώμη που δεν μπόρεσα να σταματήσω να πίνω. Συγγνώμη για τα προβλήματα που σου προκάλεσα, αλλά τις περισσότερες φορές δεν ήμουν εγώ. Θέλω να σε δω κάποια μέρα να παίζεις μπάσκετ στο υψηλότερο επίπεδο» έγραφε μεταξύ άλλων σε αυτό το μαυρισμένο από το καυσαέριο χαρτί.

Τους επόμενους λίγους, μήνες πατέρας και γιος πέρασαν ίσως τις καλύτερες μέρες τους μαζί. Είχαν για πρώτη φορά μία υποτυπώδη επικοινωνία, έβγαιναν βόλτες μαζί τις περισσότερες φορές, όμως δίχως να συζητάνε,  παρά μόνο για θέματα της καθημερινότητάς τους. Ο Τζέικ έπαιζε μπάσκετ στο τοπικό γυμνάσιο και ήταν από τους καλούς του παίκτες και ένα Σάββατο του Φλεβάρη του 2011 είχε διαπρέψει σκοράροντας 30 πόντους. Το πρωί της Κυριακής ξύπνησε νωρίς, γιατί ήθελε να στείλει e-mail σε προπονητές κολεγίων της πολιτείας ή των γύρω περιοχών, προκειμένου να στείλουν σκάουτερ και να τον προσέξουν και είδε τον πατέρα του ξαπλωμένο στον καναπέ στο σαλόνι. «Πίστεψα ότι κοιμόταν, παρατήρησα όμως ότι δεν ροχάλιζε κάτι που ήταν χαρακτηριστικό στον ύπνο του», θυμόταν μερικά χρόνια αργότερα. Αφού έστειλε τα μειλ, πήρε την εφημερίδα της ημέρας και έτρεξε διπλα στον πατέρα του όλο καμάρι. «Μπαμπά, μπαμπά, κοίτα. Γράφουν για μένα»!

Ο Τζεφ δεν έγνεψε καν. Δεν μπορούσε να ακούσει γιατί ήταν ήδη νεκρός. Ο Τζέικ προσπάθησε να του δώσει τις πρώτες βοήθειες με τεχνητή αναπνοή, αλλά με τρόμο ανακάλυψε ότι ο οισοφάγος του ήταν φραγμένος από τροφή. Κανεις δεν έμαθε ποτέ αν αυτοκτόνησε ή απλά πνίγηκε. Ήταν μόλις 50 ετών.

Στην κηδεία, λίγες μέρες αργότερα, ένα νέο σοκ ερχόταν να ταράξει τη ζωή του, όταν εμφανίσθηκε μπροστά του μία άγνωστη γυναίκα που αποδείχθηκε ότι ήταν η πρώην γυναίκα του Τζέικ από έναν γάμο που κανείς δεν ήξερε ότι είχε κάνει και μάλιστα κράτησε και 10 χρόνια! Συζητώντας μαζί της ήταν και η μοναδική φορά που έμαθε λεπτομέρειες για τον βίο του πατέρα του. Για το πόσο ενέργεια είχε στα νιάτα του, ότι ηταν πλακατζής και γεμάτος ζωή.

Ο θάνατος του και μάλιστα μέσα στα ίδια του τα χέρια ήταν ένα γεγονός που τον συντάραξε. Άρχισε να γίνεται πιο καλός μαθητής, βελτίωσε τους βαθμούς του και κατάφερε τελικά να προκαλέσει το ενδιαφέρον δύο κολεγίων της περιοχής. Του Μοντάνα και του Lewis-Clark, δύο κολέγια που τα χώριζε όμως... άβυσσος, ακαδημαϊκά και μπασκετικά. Ο ίδιος ήθελε να πάει στο μικρό LC, κολέγιο της κατηγορίας ΝΑΙΑ μπασκετικά, όμως τελικά με προτροπή του παππού και της γιαγιάς επέλεξε το Μοντάνα, που του προσέφερε μερική υποτροφία, για την οποία φρόντισε ο προπονητής της ομάδας μπάσκετ Ουέιν Τινκλ. Ναι (για τους παλιους μπασκετικούς) εκείνος ο λευκός σέντερ που είχε φορέσει τη φανέλα του Παγκρατίου πριν ένα τέταρτο του αιώνα το μακρινό 1994...

Ο Τζέικ περίμενε να ενδιαφερθεί το διάσημο Γκονζάγκα, αφού θεωρείτω από τα τοπ-25 ταλέντα της περιοχής, κάτι που τελικά τον επηρέασε αρνητικά, αφού στην πραγματικότητα ουδέποτε μπόρεσε να γίνει πραγματικό μέλος των Γκρίζλις του Πανεπιστημίου Μοντάνα. Όλη τη χρονιά γυάλιζε τον πάγκο (μόλις 3 λεπτά συμμετοχή μέσο όρο), ήταν ωσεί παρόν στις προπονήσεις, είχε παρατήσει την ενασχόλησή του με το μπάσκετ, όντας ράκος ψυχολογικά και το μόνο που είχε να θυμάται ήταν η συμμετοχή του στο τουρνουά του NCAA εκείνης της σεζόν (2012-13), όπου το Μοντάνα ως Νο2 γνώρισε τον διασυρμό από το Νο1 του ταμπλό Σίρακιους με το βαρύ 81-34. «Οι 47 πόντοι διαφοράς είναι η χειρότερη ήττα Νο2 από Νο1 στην ιστορία του τουρνουά» είχε σπεύσει να ανακοινώσει ο εκφωνητής του γηπέδου και ο Τζέικ ακόμη και σήμερα το φέρει βαρέως. Και ας ήταν πρώτος σκόρερ (sic) της ομάδας του με πέντε πόντους σε εκείνο το ματς. «Τόσες ώρες προπόνησης, τόση πίεση για να διασυρθούμε και να μας κάνει ρεζίλι σε όλο τον κόσμο ο εκφωνητής» έλεγε μετά. Εκείνη η συμμετοχή του έμελε να είναι και η τελευταία του στο Μοντάνα ως μπασκετμπολίστας.

Για να... ξεφύγει από τις ερινύες που τον κυνηγούσαν φορώντας τη φανέλα μιας ομάδας που δεν του ταίριαξε ποτέ, εντάχθηκε δίχως καν να ενημερώσει τον Τινκλ στην «ομάδα» στίβου του Πανεπιστημίου, ποντάροντας στην ταχύτητά του. Το ταλέντο άλλωστε το είχε και άρχισε να τρέχει 200, 400, 4 Χ 100 και 4 Χ 400, κερδίζοντας διακρίσεις την ανοιξιάτικη περίοδο. Όταν ο Τινκλ έμαθε από τις... εφημερίδες τα κατορθώματα του Γουίλεϊ έγινε έξαλλος. «Φέρθηκε ανώριμα. Δεν με σεβάστηκε» δήλωνε ο (πρώην) προπονητής του. «Δεν μπορούσα να αντέξω αυτό το μαρτύριο στην ομάδα μπάσκετ» απαντούσε ο Τζέικ. Τον Σεπτέμβριο ο Γουίλει αποφάσισε να δώσει μία ακόμη ευκαιρία στον εαυτό του και να επιστρέψει στην ομάδα μπάσκετ, αλλά τα παράτησε μετά την πρώτη προπόνηση της σεζόν. Πήρε τον Τινκλ τηλέφωνο για να του ανακοινωσει την απόφασή του, αλλά ο προπονητής του ζήτησε να βρεθούν από κοντά σε ένα νοσηλευτήριο της περιοχής. Κάτι που παραξένεψε τον Τζέικ, ο οποίος όταν έφτασε εκεί διαπίστωσε ότι η μητέρα του Τινκλ είχε υποστεί καρδιακή προσβολή. Μία μέρα μετά έφυγε από τη ζωή και ο Τζέικ ίσα που πρόλαβε να πει στον Τινκλ την απόφασή του.

Επόμενη προσπάθειά του να κρατηθεί στο κολέγιο, έχοντας παρατήσει την ομάδα μπάσκετ και έχοντας παράλληλα χάσει και την υποτροφία για την οποία είχε φροντίσει ο Τινκλ, ήταν να αγωνιστεί ως Wide Receiver στην ομάδα football το Πανεπιστημίου. Για να βγάζει τα έξοδα φοίτησης μάλιστα, βρήκε δουλειά ως λαντζέρης στο νοσηλευτήριο όπου είχε συναντήσει λίγες εβδομάδες πριν τον Τινκλ, επειδή ο μάνατζερ του ήταν οπαδός του Πανεπιστημίου. Αμοιβή; Επτά δολάρια την ώρα, 200 τις 15 μέρες, ίσα-ίσα για να καλύπτει τα δίδακτρα. Και αυτό όμως δεν κράτησε για πολύ. Το football το παράτησε όταν τραυματίστηκε στο γόνατο, κάτι που επί της ουσίας τον... βόλεψε, αφού στην πραγματικότητα δεν μπορούσε να αντέξει τις προπονήσεις και τους αγώνες σε ανοιχτά γήπεδα με τη θερμοκρασία, εκεί στη βόρεια Αμερική, συνήθως κάτω από το μηδέν. Η ομάδα του στίβου αποτέλεσε ξανά το καταφύγιό του για να κρατιέται σε φόρμα, αφου μπάλα μπάσκετ δεν έπιασε από τον Οκτώβριο του 2013 έως τον Μάρτιο του 2014, οταν και κόλλησε ξανά το μικρόβιο της πορτοκαλι μπάλας, παρακολουθώτας από την τηλεόραση αγώνες της March Madness.

Αρχισε λοιπόν ξανά τις ατομικές προπονήσεις, έστειλε μπόλικα e-mail ενημερώνοντας άλλα κολέγια ότι ειναι διαθέσιμος να πάρει μεταγραφή, έλαβε καμιά 20αρια προτάσεις, αλλά τελικά επέλεξε να «διορθώσει» το λάθος που είχε κάνει πριν πάει στο Μοντάνα. Να επιλέξει το μικρό κολέγιο Lewis-Clark, προκειμένου να ειναι πιο κοντά στο σπίτι της γιαγιάς και του παππού, αλλά και πιο κοντά στον εφηβικό του έρωτα, τη Μπρίτανι, την οποία έβαλε ξανά στη ζωή του.

Οι αποφάσεις του αυτές αποδείχθηκαν ευεργετικές από κάθε άποψη. Στο L-C βρήκε ξανά την αγάπη του για το μπάσκετ. Αναγγενήθηκε. Εκανε νούμερα all-american, εκτόξευσε τους βαθμούς του, δούλευε συστηματικά 70 ώρες την εβδομάδα στο γυμναστήριο και στο γήπεδο. Ώσπου το «είμαι έγκυος» της Μπρίτανι λίγο έλλειψε να τα τινάξει όλα -ξανά- στον αέρα.

Ο Τζέικ Γουιλεϊ δεν ήταν καν 20 ετών. Οι μνήμες από τον αλκοολικό πατέρα που δεν είχε μπορέσει ποτέ να σταθεί δίπλα στα παιδιά του, στην οικογένειά του, ακόμη νωπές. Δεν ήθελε να καταλήξει αποτυχημένος, σαν τον πατέρα του, δεν ήθελε να κάνει τα ίδια λάθη. Ανακοινωσε στη Μπρίτανι ότι θα παρατήσει το μπάσκετ και θα βρει δουλειά, προκειμένου να θρέψει το επερχόμενο τρίτο μέλος της φαμίλιας και έπιασε πρωινό πόστο σε βενζινάδικο και απογευματινό σε κέντρο Υποδοχής Αυτόχθονων Αμερικανών. Για καλή του τύχη η Μπρίτανι τον έπεισε να μην παρατήσει εντελώς το μπάσκετ, ενώ στο κέντρο Υποδοχής των «Ινδιάνων» υπήρχε αίθουσα με βάρη και γήπεδο μπάσκετ, με τον «ήρωά» της ιστορίας μας να ξεκλέβει από τον λιγοστό ελεύθερο χρόνο του εκεί και να γυμνάζεται. «Υπήρχαν στιγμές που από την κούραση δεν ήξερα καν τι μέρα είναι» θυμάται, με τον στόχο του να γίνεται ολοένα και μεγαλύτερος, προετοιμαζόμενος να αναλάβει τις υποχρεώσεις του ως πατέρας. Να παίξει στο ΝΒΑ...

Τα Χριστούγεννα του 2015 έχασε τον παπού του, δύο εβδομάδες αργότερα λίγο έλειψε να χάσει τη γυναίκα και το έτοιμο να βγει στον κοσμο παιδί του, όταν η Μπρίτανι κατέρρευσε εν ώρα δουλειάς, έχασε πολλά κιλά αίμα και οι γιατροί της πήραν άρον-άρον το παιδί από την κοιλιά, προχωρώντας στη συνέχεια σε μετάγγιση αίματος (σ.σ. ξέρω, και εγώ αγχώθηκα από την πολύ «μαυρίλα» διαβάζοντας την ιστορία, υπομονή τελειώνει με happy end…).

Η έλευση της μικρής Aliya Wiley ήταν το γεγονός που ολοκλήρωσε την πρόωρη... ωρίμανση του Τζέικ, ο οποίος παρότι τους επόμενους μήνες κοιμόταν ελάχιστα και έκανε μεγάλα (έως και 12ωρα) ταξίδια με την ομάδα του Lewis-Clark, κατάφερε να το οδηγήσει στο Νο1 του ΝΑΙΑ και να κάνει λίγο... σαματά στα κολέγια πρώτης κατηγορίας της περιοχής. Ένα εξ αυτών, το Eastern Washington, του έδωσε υποτροφία για τη senior χρονιά του ως κολεγιοπαιδο. Ήταν ενα πανεπιστήμιο ακόμη πιο κοντά στο σπίτι της οικογένειας του, όπου θα μπορούσε να ολοκληρωσει τις ακαδημαϊκές σπουδές του έχοντας μάλιστα πλήρη κάλυψη της υποτροφίας. Εκεί οι επιδόσεις του εκτινάχθηκαν. Οδηγησε την ομάδα του EWU σε 21 νίκες σε 31 ματς, έχοντας εξωπραγματικά νούμερα. 24,5 πόντοι, 10,3 ριμπάουντ, 2,6 ασίστ, 2,5 τάπες με 66% εντός πεδιάς, συμπεριλαμβανομένης εμφάνισης με ρεκόρ καριέρας (45 πόντοι) εναντίον του Πόρτλαντ Στέιτ. Μόνο σε ένα παιχνίδι της σεζόν βρέθηκε πολύ μακριά από τα συνήθη στάνταρ του. Καλά καταλάβατε, σε αυτό με το Πανεπιστήμιο της Μοντάνα, με ένα γήπεδο να τον αποδοκιμάζει επί 40 λεπτά και τον ίδιο να ξεσπάσει σε κλάμματα στα αποδυτήρια μετά το τέλος του ματς. Ο λόγος δεν ήταν οι αποδοκιμασίες, αλλά το ότι είχε επιστρέψει σε ένα μέρος που μόνο κακές αναμνήσεις του «προσέφερε».

Το καλοκαίρι μετά την «αποτυχία» του να επιλεγεί στο ντραφτ του ΝΒΑ, έφυγε από τη ζωή (του) και η γιαγια, με την οποία ουσιαστικά μεγάλωσε στα χρόνια της εφηβείας, μετά το θάνατο του πατέρα του. «Αν είχα την ηλικία σου θα σηκωνόμουν από το καροτσάκι μου και δεν θα σταματούσα να τριγυρίζω για να αδράξω κάθε μου μέρα», του είχε πει λίγες μέρες πριν πεθάνει. Μετά την κηδεία της πήγε στο πρώτο στούντιο τατουάζ που βρέθηκε στον δρόμο του και «χτύπησε» στον καρπό του αριστερού του χεριού δύο λέξεις. Carpe Diem2.

Y.Γ. Ο Γουίλεϊ έπαιξε μόνο πέντε παιχνίδια με τους Νετς. Πέρυσι αγωνίστηκε στην Λούντβιχσμπουργκ και τώρα συνεχίζει την περιπέτεια στου στα Κανάρια Νησιά.

Υ.Γ.1. Ετσι, χωρίς λόγο, μιας και το έφερε η κουβέντα από το τατουάζ του «ήρωα» της ημέρας, αφιερωμένο σε εκείνη την παρέα από το ξημέρωμα της 25ης Σεπτεμβρίου 2005 στο Republica του Βελιγραδίου

https://www.youtube.com/watch?v=ZFWWe9mkAi4

Σημειώσεις.

Basketballguru.gr 2018 All righs reserved.      Designed and Developed by Web Rely