Το εμπόδιο του βαρύ κι όχι ορεξάτου Ολυμπιακού στον ημιτελικό του κυπέλλου αποδείχθηκε ανυπέρβλητο για τον Άρη. Στην "μεγάλη εικόνα" θα δει κανείς έναν αποκλεισμό για τους Θεσσαλονικείς, ο οποίος τους στερεί την δυνατότητα να διεκδικήσουν έναν τίτλο, υπό καλές προϋποθέσεις, απέναντι στην ΑΕΚ, αλλά τα μικρά γράμματα είναι αυτά που συνήθως λένε τα πιο ουσιαστικά πράγματα. Οι 49 πόντοι των γηπεδούχων αποτέλεσαν το season low της ομάδας, το οποίο η αλήθεια είναι πως δύσκολα θα επαναληφθεί, όμως δεν ήρθε... ουρανοκατέβατο, αφού είχαν προηγηθεί κι άλλες βραδιές επιθετικής αφλογιστίας, η οποία πλέον αποκτά ανησυχητική διάρκεια, με την "μονοτονία" να μην σπάει. Πού θα ήταν δίκαιο να την αποδώσουμε και τι χρειάζεται η ομάδα του Γιαννάκη για να βγάλει και πάλι... φλόγα;
Ο Άρης αποτελεί ιδιάζουσα περίπτωση ομάδας. Ένας λόγος που την χαρακτηρίζουμε καθ' αυτόν τον τρόπο έχει να κάνει με τον πήχη που δεν μοιάζει να έχει τοποθετηθεί κάπου συγκεκριμένα, τουλάχιστον για την ώρα. Η φετινή ομάδα χτίστηκε ώστε να παρουσιαστεί ανταγωνιστική, με ότι αυτό συνεπάγεται. Εκτός αυτού, οι σαρωτικές αλλαγές που έγιναν το καλοκαίρι σχεδόν απαγορεύουν τις πρώιμες εκτιμήσεις. Ο Παναγιώτης Γιαννάκης, έχοντας διαμορφώσει ένα άκρως νεανικό ρόστερ (με μέσο όρο ηλικίας τα 24.4 έτη), ξεκινά μια προσπάθεια που αναμένεται με μεγάλο ενδιαφέρον και παρουσιάζει προοπτική, αλλά από αυτήν δεν λείπουν και τα "μελανά" σημεία που χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής.
Όταν είναι κανείς οκτώ χρονών βλέπει τα πράγματα διαφορετικά, υπό την έννοια πως κάθε στιγμή μπορεί να είναι ένα μνημείο, ή (με την φιλοσοφική προσέγγιση) ένα αληθινό "γεγονός" , κάτι δηλαδή που δεν έχει προηγούμενο , και που δεν μπορεί να ερμηνευτεί από το υπάρχον γνωστικό πεδίο. Στις 4 Ιουνίου του 1987, ο Ζάρκο Πάσπαλι έβαλε 24 πόντους, ο Νίκος Γκάλης 44, και η Ελλάδα κέρδισε στο μπάσκετ τη Γιουγκοσλαβία με 84 - 78 για το ευρωπαικό πρωτάθλημα. Αυτοί που ήταν τότε τριγύρω μου είχαν μείνει με το στόμα ανοιχτό. Η νίκη αυτή ήταν ένα πρωτοφανές γεγονός και για εκείνους, παρότι ήταν πολλά χρόνια μεγαλύτεροι. Απέναντι από την εθνική βρισκόταν ο καλύτερος παίκτης του ευρωπαικού μπάσκετ (Ντράζεν), και είχε δίπλα του μερικές ακόμη μυθικές μορφές, άσχετα αν γυρνώντας σήμερα πίσω παρατηρεί κανείς πως ο Γκρμπόβιτς ήταν για την εποχή σαφώς μεγαλύτερο μέγεθος από τον Ράτζα ή τον Κούκοτς. Οι δυο τους ήταν απλώς μειράκια, αλλά τα αδέρφια Πέτροβιτς, ο Ζάρκο, ο Ντίβατς και ο Βράνκοβιτς έφταναν και παραέφταναν για να αναδείξουν το κατόρθωμα της εθνικής περίπου ως κάτι ηρωικό.