Petros
Βιώνοντας την τρίτη δεκαετία ενός σχεδόν άνευ - όρων "έρωτα" με το μπάσκετ, μπορώ με αρκετή ευκολία να ανασύρω τα περισσότερα από εκείνα τα ερεθίσματα που με έστρεψαν σε αυτό. Αυτά μάλιστα τα ερεθίσματα, είναι κατά κάποιον τρόπο μοναδικά για τον καθένα μας και αυτό φυσικά τους προσδίδει μια διαφορετική, ιδιαίτερη σημασία. Όλοι μας απολαμβάνουμε μία αγωνιστική γεμάτη σασπένς, όμως μόνο εγώ ξέρω το συναίσθημα της λαχτάρας που με κυρίευε κάθε πρωί όταν στις αρχές του '90 κατέβαινα κουτρουβαλώντας τη σκάλα για να φτάσω στην κουζίνα, στο τραπέζι της οποίας με περίμεναν τα αποτελέσματα της αγωνιστικής γραμμένα σε χαρτάκι από τον πατέρα μου, καθώς η ηλικία μου δεν επέτρεπε τέτοιο ξενύχτι.
Η στιγμή που... διπλοτριπλοδιάβαζα τα αποτελέσματα στο post-it χαρτάκι για να βεβαιωθώ ότι τα βλέπω σωστά ήταν ο θεμέλιος λίθος, πάνω στον οποίο στη συνέχεια προστέθηκαν τα υπόλοιπα πετραδάκια: ο μεγάλος ΆΡΗΣ και οι κόντρες του με τον επίσης μεγάλο ΠΑΟΚ, μετέπειτα η τάπα του Στόγιαν, η μηχανική του Κοχ, οι κόντρες με τον Ολυμπιακό, ο Έντι Τζόνσον που σ' έκανε να θες να βάλεις τα κλάματα στην σκέψη και μόνο ότι θα σουτάρει τρίποντο, οι χαμένοι τελικοί των Σούπερσόνικς, ο "Diesel", το κλειστό της Νήαρ Ηστ στις ημέρες της δόξας της, η μυρωδιά των αποδυτηρίων κι ακόμα ένας σωρός από ερεθίσματα τα οποία χάνουν αυτομάτως λίγη από την δυναμική τους όταν εξιστορούνται, καθώς η αξία τους είναι απολύτως υποκειμενική και άρρηκτα συνδεδεμένη με το γενικότερο περιβάλλον του αφηγητή, το οποίον αφενός είναι αδύνατο να μεταφερθεί πιστά και στο σύνολό του μέσα σε λίγες γραμμές, αφετέρου είναι συνήθως παντελώς αδιάφορο για τον δέκτη.
Ούτε που θυμάμαι την τελευταία φορά που βίωσα ένα τέτοιο συναίσθημα. Ίσως ήταν η αγκαλιά του Ομπράντοβιτς στον Διαμαντίδη στα επινίκια της κατάκτησης του τροπαίου το 2011 στη Βαρκελώνη. Δεν είμαι σίγουρος, μεγαλώνοντας έχουμε την τάση να γινόμαστε πιο πραγματιστές, πιο κυνικοί κι εδώ ενυπάρχει η οπαδική προτίμηση ενός ενήλικα, όχι ο θαυμασμός ενός μικρού παιδιού, συνεπώς το "φίλτρο" διαφοροποιείται, έστω και ακούσια. Είχα αρχίσει να πιστεύω ότι η "ενήλικη" αντιμετώπιση του αθλήματος ορθώνει ένα μεγάλο "στοπ" στον ρομαντισμό που τόσο αβίαστα συναισθάνεται ένα παιδί, μέχρι που λίγους μήνες πριν, "έπεσα" πάνω στον Ντόνοβαν Μίτσελ...
Αυτό ήταν! Μπορείτε να γελάσετε όσο θέλετε, όμως αυτός ο 20χρονος ρούκι από τη Νέα Υόρκη με έκανε να ξανανιώσω παιδί βλέποντας τα παιχνίδια του. Χωρίς να με νοιάζει αν θα χάσει η θα κερδίσει, αν θα βάλει το σουτ η θα το χάσει, ο κάθε αγώνας του άρχισε να μου προκαλεί ένα αίσθημα σκανταλιάρικης απόλαυσης, ικανής να με κρατήσει ξύπνιο ως τις 5 το πρωί και πιστέψτε με, δεν είμαι (και τόσο) NBA maniac. Ερχόμενος στη λίγκα εντελώς αθόρυβα, έχει καταφέρει να αποτελέσει το φαβορί για τον Rοοkie of the Year και να κερδίσει των διαγωνισμo καρφωμάτων. Χέστηκα, αγαπητοί φανζ. Τον Ντόνι τον έχω αγαπήσει για την εικόνα του, γι' αυτό που λέμε "τον αέρα του", όχι για τα κατορθώματά του.
Το μπουνταλάδικο περπάτημα με τις μύτες των ποδιών να κοιτάνε ελαφρά προς τα μέσα, η αλεγρία, το φοβερό στυλ, το σχεδόν περιπαικτικό ξεγλύστρημα κάτω από τις μύτες των λαγωνικών του ΝΒΑ, το παιδικό χαμόγελο, το ατόφιο και ανεξάντλητο επιθετικό ταλέντο που πάντα θα γοητεύει περισσότερο από τον πιο αποφασισμένο αμυντικό του κόσμου, οι αντίπαλοι που κάνουν στην άκρη όταν ετοιμάζεται να καρφώσει ένας πιτσιρικάς 1.91, σαν φλεγόμενος κομήτης σε τροχιά, έτοιμος να παρασύρει τα πάντα στο διάβα του. Αυτός είναι ο Ντόνοβαν Μίτσελ, το "διαμάντι" που βρήκαν οι Τζαζ στα "σκουπίδια" των Νάγκετς και που μέσα σε λίγους μόλις μήνες ανάγκασε έναν ολόκληρο οργανισμό να τον βάλει στο επίκεντρό του, σχεδόν ως απροσδόκητο μεσσία. Μεσσσίας όχι μόνο για την ομάδα του, αλλά και για όσους απολαμβάνουμε τα παιχνίδια του σε ένα πλαίσιο αποκομμένο από τα "πρέπει" του σύγχρονου πρωταθλητισμού.
Το καινούργιο αυτό κόλλημα, ευτυχώς το μοιράζομαι με τον Λεωνίδα. Δεν είναι και λίγα τα βράδια που έχει κάτσει να με ακούει να μιλάω για τον Μίτσελ σαν ερωτευμένη μπάλα που καταστάλαξε στον εκλεκτό, έχοντας περάσει από 100αδες ζευγάρια χέρια. Ξέρετε, η μισή χαρά στους παντός τύπου έρωτες, είναι να μπορείς να τους μοιραστείς με κάποιον. Είναι ένα αίσθημα τόσο δυνατό, που γίνεται αφόρητο αν δεν εξωτερικευτεί. Τούτων ειπωμένων, I rest my case και πασάρομαι (είμαι ακόμα η μπάλα) στον Λεο για τα υπόλοιπα.
Leon
Αν σε ομαδικό επίπεδο η μάχη για τα Play off της Δύσης με εξιτάρει, όσο αφορά τα ατομικά βραβεία η μάχη για τον καλύτερο ρούκι είναι αυτή που μου έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον. Κανονικά όσοι γνωρίζετε το στυλ μου, θα περιμένατε μετά την πάσα του Πέτρου να αρχίσω να σας αραδιάζω πίνακες σαν αυτόν που ακολουθεί από τον χρήστη @hardwoodparoxysm:
Ή διαγράμματα όπως το παρακάτω από το @NBA_Math και να προσπαθήσω να σας εξηγήσω το σκεπτικό μου για το ποιος είναι ο καλύτερος ρούκι φέτος στο ΝΒΑ:
Heading into the All-Star break, here's how all NBA rookies have fared in TPA throughout the 2017-18 season: pic.twitter.com/sB9HsboBfV
— NBA Math (@NBA_Math) February 16, 2018
Ε λοιπόν πέσατε μέσα, αν και στην αρχή είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου ότι σε αυτό το κείμενο δεν θα ανέφερα ούτε ένα νούμερο, όλοι ξέρουμε τι λένε για το χούι και την ψυχή των ανθρώπων όταν έρχεται η ώρα του μεγάλου ταξιδιού. Χωρίς να μπω σε πολλές λεπτομέρειες για τους παραπάνω πίνακες, αυτό που φαίνεται είναι ότι ο Μίτσελ είναι καλύτερος στην επίθεση, ενώ ο Σίμονς αρκετά καλύτερος στην άμυνα και το πιο ολοκληρωμένο παιχνίδι του το «αγαπάνε» περισσότερο τα στατιστικά. Όμως παρόλα αυτά, πιστεύω ότι ο νικητής του βραβείου για τον καλύτερο πρωτοεμφανιζόμενο παίκτη, θα πάει στα χέρια του αστέρα της Γιούτα, γιατί το μπάσκετ είναι πολλά παραπάνω πράγματα από νούμερα.
Ο Μίτσελ είναι ο παίκτης που ήρθε χωρίς πολλές περγαμηνές στη λίγκα (#13 στο ντραφτ) και μέσα σε λίγες εβδομάδες κατόρθωσε να κερδίσει τον σεβασμό της πλειοψηφίας των αντιπάλων παικτών. Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν παίκτες όπως οι Lillard, DeRozan και Paul George, όταν ρωτήθηκαν για το ποιος κατά τη γνώμη τους πρέπει να είναι ο καλύτερος ρούκι και οι τρεις δώσανε το όνομα του Ντόνι χωρίς δεύτερη σκέψη. Ο τρόπος με τον οποίο δουλεύει και βελτιώνει το παιχνίδι μήνα με τον μήνα είναι εντυπωσιακός και έχει κερδίσει τους πάντες. Κατόρθωσε να αναπτύξει δεξιότητες που στο κολέγιο δεν φαινόταν να έχει, όπως είναι η δημιουργία μέσα από τα πικ εν ρολ. Ο Μίτσελ επιλέχθηκε από τους Γιούτα που στη συνέχεια χάσανε τον καλύτερό τους παίκτη (Χέιγορντ) και μέσα σε λίγα ματς κατόρθωσε να γίνει το σημείο αναφοράς τους στην επίθεση και ο πρώτος σκόρερ στην ομάδα! Η οποία Γιούτα, χάρη στο ξεπέταγμα του Μίτσελ, είναι σε θέση να παλέψει (προσωπικά πιστεύω ότι θα τα καταφέρουν και σχετικά εύκολα) και να κερδίσει μια θέση στα play off. Από την άλλη, ο Σίμονς είναι επίσης σε μια ομάδα που θα κατορθώσει να μπει στα play off, όμως εκεί ο βασικός αστέρας και πυλώνας της ομάδας είναι ο Εμπιντ. Η παρουσία του τελευταίου, έδωσε περισσότερο χώρο στον Simmons να βελτιωθεί, χωρίς την πίεση για θετικά αποτελέσματα να είναι στις πλάτες του. Επίσης, εδώ να πω ότι στο παιχνίδι του Σίμονς βλέπω μια μικρή ανορθογραφία που μου χτυπάει πολύ άσχημα στο μάτι και δεν είναι η έλλειψη σουτ τριών πόντων. Το 56,5% στις βολές είναι πολύ μικρό ποσοστό για πλέι μέικερ και δη για παίκτη που θέλει να είναι σούπερ σταρ, καθώς στα κρίσιμα λεπτά ενός αγώνα η μπάλα θα πρέπει να μην είναι στα χέρια του υπό τον κίνδυνο οι αντίπαλες ομάδες να διαλέξουν μια τακτική Hack-a-Ben.
Όμως πέρα από τα νούμερα, όταν βλέπω τον Σίμονς μου γεννούνται παραπλήσια συναισθήματα με αυτά που έχω όταν βλέπω παίκτες όπως ο Αντετοκούνμπο, ο Λεμπρόν και ο Ντουράντ. Δεν με εντυπωσιάζουν και δεν μπορώ να ταυτιστώ σε κανένα σημείο μαζί τους, αφού μου φαντάζουν εξωγήινοι ως παίκτες και ό,τι και αν κάνουν μου φαίνεται αναμενόμενο. Ο συνδυασμός ταχύτητας, δύναμης, ευλυγισίας κλπ τους κάνει τόσο μοναδικούς, που φαντάζει τρομερά άδικο για όποιον αντίπαλο βρίσκεται στο διάβα τους. Ακόμα και αν τους δω να «πετάνε» πάνω από αντίπαλο, προκειμένου να καρφώσουν την μπάλα στο καλάθι, θα το πιστέψω χωρίς ούτε στιγμή να σκεφτώ ότι μπορεί να είναι τρέιλερ από την ταινία Space Jam 2. Από την άλλη ο Μίτσελ, είναι πολύ πιο ανθρώπινός, αφού με ύψος λίγο πάνω από το 1,90 και τον ταπεινό χαρακτήρα που φαίνεται να έχει, θυμίζει πιο πολύ working class hero, που προσπαθεί να επιβιώσει σε έναν κόσμο δίμετρων «τεράτων» χρησιμοποιώντας την πανουργία του και βελτιώνοντας το παιχνίδι του μέρα με τη μέρα.
Τέλος, το γεγονός ότι ο Μίτσελ κάνει σχεδόν σε καθημερινή βάση φάσεις όπως οι παρακάτω που εμφανίζονται στα κλιπάκια με τα χάιλαιτς από τα παιχνίδια, είναι ένας ακόμη λόγος που θα παίξει ρόλο στο ποιος θα κατακτήσει το βραβείο του καλύτερου ρούκι. Στο βίντεο που ακολουθεί, μπορείτε να δείτε μερικές χαρακτηριστικές φάσεις από το πρόσφατο σερί νικών που έκανε η ομάδα της Γιούτα με πρωταγωνιστή τον Ντόνι.
Άσχετα με την έκβαση του βραβείου, ο νεαρός παίκτης από την Νέα Υόρκη έχει κατορθώσει μέσα σε λίγους μήνες να κερδίσει την καρδιά μας και για πάρτη του να ξενυχτάμε με τον Πέτρο ως τα ξημερώματα, περιμένοντας το επόμενο σουτ, την επόμενη πάσα και το επόμενο κάρφωμα που θα κάνει. Αυτό, όσο να πείτε, έχει αξία ανεκτίμητη.