Το χρονικό της απεργίας
Στο διάστημα από τις 26 Αυγούστου του 2016 ως και την προχθεσινή ημέρα, τόσο οι κοινότητες των μαύρων, όσο και οι αθλητές, προσπάθησαν με κάθε τρόπο να διαμαρτυρηθούν για την κοινωνική αδικία και τον ρατσισμό που υφίστανται. Με το γονάτισμα στον εθνικό ύμνο, με μπλουζάκια πριν τους αγώνες, με διαρκείς δηλώσεις στα Media, με πορείες στους δρόμους, με μακροσκελείς επιστολές λευκών συναδέλφων τους (βλ. Korver). Ειδικά στο NBA, όπου το το 74,4% των παικτών της Λίγκας είναι μαύροι, με σημαντικό ποσοστό αυτών μεγαλωμένους σε προάστια ή καταστάσεις που η αστυνομική αυθαιρεσία και οι δολοφονίες κάθε άλλο παρά ξένες τους ήταν, η αντίδραση τους ήταν διαρκώς και πιο έντονη στην πορεία αυτών των χρόνων. Άλλωστε, μέρος της συμφωνίας τους για την επανέναρξη και την ολοκλήρωση του πρωταθλήματος εν μέσω της παγκόσμιας πανδημίας, ήταν η προώθηση μιας σειράς κοινωνικών μηνυμάτων στα γήπεδα της Disney. Ωστόσο το προκαθορισμένο πλαίσιο αναπαραγωγής αυτών των μηνυμάτων, αντί να τα αναδείξει, τα κανονικοποίησε.
Τα παραπάνω οδηγούσαν νομοτελειακά στο επόμενο, πιο έντονο, βήμα. Αυτό δεν ήταν άλλο από την άρνηση των παικτών του Milwaukee να αγωνιστούν στον πέμπτο αγώνα της σειράς κόντρα στους Μagic. Η στάση τους βρήκε θετική ανταπόκριση όχι μόνο στους λοιπούς παίκτες του NBA, εντός και εκτός του Bubble, μα και από τις διοικήσεις των ομάδων, οι οποίες έβγαλαν στην πλειοψηφία τους άμεσες ανακοινώσεις συμπαράστασης.
Σε αυτούς ακριβώς, τους ιδιοκτήτες των ομάδων, ποντάρουν και οι παίκτες για να βρεθεί λύση στα προβλήματά τους: προσδοκούν και ζητάνε, εκείνοι, οι ιδιοκτήτες, ως πολυδισεκατομμυριούχοι και με ιδιαίτερες πολιτικές επιρροές, να προωθήσουν εντονότερα τις κοινωνικές διεκδικήσεις, από την στιγμή που οι κοινότητες των μαύρων και οι παίκτες αδυνατούν να βρουν ανταπόκριση.
Τα στοιχισμένα συμφέροντα της συγκυρίας
Ως ένα βαθμό το συγκεκριμένο τους αίτημα έχει μια κάποια βάση. Στην τρέχουσα συγκυρία τα συμφέροντα όλων των εμπλεκόμενων παραγόντων δείχνουν να είναι σε συμμετρία, είτε εσκεμμένα, είτε μέσω μιας σειράς άρρητων υποβόσκοντων εκβιασμών.
Εξηγούμαι: όταν παίκτες των Bucks με μπροστάρη τον George Hill είπαν «δεν πρέπει να κατέβουμε στο παιχνίδι με όσα γίνονται, μας σκοτώνουν ξεδιάντροπα», ο Antetokounmpo, που (είτε το πίστευε, είτε ακολούθησε το κύμα που είχε προκληθεί και) είχε πρωτοστατήσει στις προ τριμήνου διαμαρτυρίες στο Milwaukee κρατώντας την ντουντούκα και φωνάζοντας συνθήματα υπέρ της δικαιοσύνης και της ισότητας στην πρώτη γραμμή της πορείας και είχε δώσει μία σειρά από συνεντεύξεις ενάντια για τον ρατσισμό με βάση τις προσωπικές του εμπειρίες στην Ελλάδα, δεν μπορούσε να πει «όχι, εμένα με νοιάζει να πάρω μόνο το Πρωτάθλημα στην παρούσα φάση». Με τη συμμετοχή του Giannis στην απεργία, η Nike που έχει επενδύσει πάνω του και μόλις είχε κυκλοφορήσει το νέο του signature shoe, αλλά παράλληλα έχει επενδύσει εδώ και μια τριετία πάνω στην ισότητα και τα κοινωνικά δικαιώματα με μία σειρά σχετικές διαφημίσεις (που περιλαμβάνουν άπασες και τον Kaepernick), δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει με το άλλο της καπέλο, ως ο κύριος χορηγός αθλητικού υλικού της Λίγκας και να πιέσει για να γίνει ο αγώνας. Αντίστοιχα, με τον Giannis να αποτελεί το κυριότερο περιουσιακό στοιχείο των Bucks ο εκ των ιδιοκτητών της ομάδας, Marc Lasry, δεν θα μπορούσε να μην στηρίξει την ενέργεια, από τον φόβο πως αν δυσαρεστήσει τον superstar του, κινδυνεύει να τον χάσει για το τίποτα στην free agency του 2021, όταν και λήγει το συμβόλαιό του με τους Bucks. Κοινώς, όλοι οι παραπάνω είχαν αφήσει τις μάρκες τους, είτε από βαθύ “πιστεύω” στους λόγους της απεργίας, είτε για λόγους marketing, στον ίδιο αριθμό και δεν μπορούσε κανείς τους να κάνει πίσω χωρίς τεράστιο κόστος. Και το κόστος δεν θα ήταν μόνο εικόνας και marketing, μα θα είχε και σαφή οικονομικό αντίκτυπο.
Σε αυτή την συστοιχία των συμφερόντων των εμπλεκόμενων είναι που ποντάρουν και οι παίκτες, και ιδίως οι πλέον υπερλαμπροι αστέρες της Λίγκας, για να πιέσουν προς την κατεύθυνση των κοινωνικών διεκδικήσεων. Ωστόσο, αν διαβάσει κανείς πίσω από αυτό το «ζητάνε», μάλλον θα δει πως αυτό είναι στην ουσία οι ιδιοκτήτες να παρέμβουν στις πολιτειακές αρχές για τις επιθυμητές αλλαγές σε επίπεδο μπάτσων και δικαστών. Άμεσα μάλιστα, εν όψει των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου 2020. Αυτό όμως ουσιαστικά αποτελεί μια αποδοχή του ενισχυμένου ρόλου και της ενισχυμένης δυνατότητας που έχουν οι ιδιοκτήτες των ομάδων ως χυδαία πλούσιοι, να επηρεάζουν τα πολιτικά δρώμενα. Αυταξιακά αυτό περισσότερο νομιμοποιεί το προβληματικό τρέχον κοινωνικοπολιτικό σύστημα, παρά το ανατρέπει.
Μα ακόμα και ως προς τον τρόπο που θα μπορούσε κάτι τέτοιο να επιτευχθεί από την πλευρά των παικτών, αυτός δεν θα ήταν παρά εκβιαστικός: «είτε κάνετε αυτό που σας ζητάω, είτε φεύγω από την ομάδα/πόλη/πολιτεία». Και για να πετύχουν αυτό που ζητούν οι παίκτες, οι ιδιοκτήτες θα πρέπει και αυτοί με τη σειρά τους να εκβιάσουν: «είτε κάνετε αυτό που σας ζητάω, είτε παίρνω την ομάδα από την πόλη και την πάω -για παράδειγμα- στο Seattle».
Το τελευταίο είναι ένα χαρτί που πράγματι μπορούν να παίξουν οι ιδιοκτήτες των ομάδων που εδρεύουν σε μικρές αγορές, όπως για παράδειγμα το Milwaukee, η Oklahoma, το Memphis, η Indiana. Το πόσο αποτελεσματικός είναι ο συγκεκριμένος εκβιασμός, το έχουμε δει πολλές φορές, συγκεκριμένα κάθε φορά που ένα franchise απαιτεί την (ανα)κατασκευή του γηπέδου του με δημοτικά ή πολιτειακά χρήματα, ακριβώς λέγοντας πως σε διαφορετική περίπτωση θα μετακομίσει σε άλλη πόλη. Πιο πρόσφατο σχετικό παράδειγμα οι Suns και -πάλι- οι Bucks.
Και ενώ μελέτες και διδακτορικές διατριβές υπάρχουν τόσο υπέρ, όσο και κατά του εύλογου του συγκεκριμένου επιχειρήματος (αν δηλαδή μία πόλη έχει μεσομακροπρόθεσμα κέρδη από την δημόσια κατασκευή ενός γηπέδου), η πανδημία και η απώλεια θέσεων εργασίας και εισοδήματος από την παύση των sports απέδειξαν στην πράξη την θετική οικονομική επίπτωση από την παρουσία ομάδας μεγάλης λίγκας σε μία πόλη: σχετική έρευνα αποτίμησε την άμεση και έμμεση επίδραση στα $12 δισ.σχετικά για τις Η.Π.Α. Πρόσφατο σχετικό παράδειγμα άλλωστε, ακόμα και από άλλο άθλημα και άλλη ήπειρο, αποτελεί η μετακίνηση της West Ham από το Upton Park, ακόμα και εντός της ίδιας πόλης, στο Ολυμπιακό Στάδιο του Λονδίνου, με την συνεπακόλουθη υποβάθμιση της περιοχής της ιστορικής έδρας της ομάδας, όπου μαγαζιά έκλεισαν, η ανεργία και η εγκληματικότητα αυξήθηκε και η γειτονιά υποβαθμίστηκε σημαντικά.
Τέλος, στην θετική στάση των ιδιοκτητών οι παίκτες ποντάρουν και λόγω της πρόσφατης δέσμευσής τους για χορήγηση $300 εκατ. για τους σκοπούς του κινήματος Black Lives Matter σε βάθος δεκαετίας.
Η σχετική απαίτηση έχει ενδεχομένως δημιουργηθεί από την αρμονική σύμπλευση παικτών και ιδιοκτητών τα τελευταία χρόνια, κατά τα οποία τα κέρδη της Λίγκας έβλεπαν διαρκείς αυξήσεις, με τη συνεπακόλουθη αύξηση του salary cap και των συμβολαίων των παικτών, κάτι που άφηνε όλους τους εμπλεκόμενους ευχαριστημένους. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια οικονομικής ευημερίας και ευμάρειας ήταν εύκολο για τη Λίγκα και τους ιδιοκτήτες να εκχωρούν δικαιώματα στους παίκτες, να υποστηρίζουν κοινωνικά κινήματα όπως το LGBT+ και να επιτρέπουν -και ως έναν βαθμό να ακολουθούν- το κίνημα του φιλελεύθερου (με την παλιά, καλή έννοια του όρου) αντι-Τραμπισμού ανάμεσα στους παίκτες.
Για την έναρξη δίαυλου επικοινωνίας αναφορικά με τα αιτήματα των παικτών προς τους ιδιοκτήτες των ομάδων, οι τελευταίοι επέλεξαν τον Jordan να τους εκπροσωπήσει στις σχετικές συζητήσεις. Ο MJ, ως πρώην παίκτης -και πιθανότατα ο κορυφαίος ever-, ως ο μόνος μαύρος ιδιοκτήτης, αλλά και ως κοινωνικά πιο ευαισθητοποιημένος πρόσφατα σε σχέση με το παρελθόν, φαντάζει ως η ιδανική επιλογή για τον συγκεκριμένο σκοπό.
Ανάποδες αναγνώσεις
Αν μπορεί κάποιος να προβεί σε ένα πρώτο σχόλιο, αυτό θα ήταν πως ως εδώ ήταν τα εύκολα. Η διαρκής διαμαρτυρία των μαύρων παικτών ήταν εύλογο να ενταθεί βλέποντας την αναποτελεσματικότητα των ως τώρα ενεργειών και μία λίγκα που έχει επενδύσει αρκετά στον ριζοσπαστισμό της, δεν θα μπορούσε παρά να συνταχθεί πίσω από το δίκαιο των προκείμενων επιχειρημάτων.
Όμως, όπως η πρώτη συνάντηση των παικτών του Bubble έδειξε, αυτή η ομοψυχία θα είναι δύσκολο να συνεχιστεί.
Και αυτό γιατί οι παίκτες και οι ιδιοκτήτες έχουν-και-δεν-έχουν τα ίδια συμφέροντα. Συγκεκριμένα, όσο και αν η λίγκα λειτουργεί με όρους κλειστής οικονομίας, δομή στην οποία οφείλει σε σημαντικό βαθμό τα εξαιρετικά αποτελέσματά της, αγωνιστικά και οικονομικά, δεν παύει στο εσωτερικό της να έχει 30 ομάδες που η χασούρα της μίας είναι το δυνητικό κέρδος της άλλης, ακριβώς μέσα στα πλαίσια του μηδενικού αθροίσματος των κλειστών οικονομιών.
Αντίστοιχα, κοινά συμφέροντα έχουν-και-δεν-έχουν ακόμα και οι ίδιοι οι παίκτες. Δύο ομάδες, οι Lakers και οι Clippers, στην πρώτη συνάντηση το βράδυ της Τετάρτης υποστήριξαν πως πρέπει να αποχωρήσουν από το Bubble και να λήξουν το πρωτάθλημα, ενώ όλες οι υπόλοιπες πως πρέπει να ψάξουν τρόπο να το ολοκληρώσουν, βρίσκοντας παράλληλα τρόπο να ενισχύσουν την αποτελεσματικότητα των κοινωνικών τους μηνυμάτων. Στη δεύτερη συνάντηση, όταν και άπαντες πείστηκαν να ολοκληρώσουν το πρωτάθλημα στο Bubble, συμφώνησαν πως θα πρέπει να έχουν μεγαλύτερη εμπλοκή οι δισεκατομμυριούχοι ιδιοκτήτες στις κοινωνικές διεκδικήσεις τους, ως έχοντες μεγαλύτερη πολιτική επιρροή, όπως αναφέραμε και πιο πάνω.
Η παραπάνω πρόταση ωστόσο, όσο λογική και αν σε πρώτη ανάγνωση φαντάζει, εναντιώνεται σε κάθε λογική ταξικής ανάλυσης. Συγκεκριμένα, ο ρατσισμός δεν είναι ένα φαινόμενο ξέχωρο, αποκομμένο, αυθυπόστατο στις κοινωνίες. Οι ρίζες του ήταν πάντα και παραμένουν ταξικές. Όπως το έχουμε δει και στη χώρα μας πολλάκις, ο σκούρος δεν ενοχλεί αν είναι πλούσιος Σαουδάραβας με κότερο στη Μύκονο και τον Ρέμο, αλλά όταν είναι άμοιρος φτωχοδιάβολος που θαλασσοπνίγεται τρία νησιά ανατολικότερα.
Αντίστοιχα για τις Η.Π.Α., την ταξικότητα του ρατσισμού την έχει αναλύσει (μεταξύ άλλων, και για να το κρατήσουμε όσο πιο μπασκετικά γίνεται) ο -με κάθε έννοια- τεράστιος Kareem με άρθρο του στο περιοδικό Time από το 2014, με αφορμή την τότε δολοφονία του (προφανώς μαύρου και προφανώς δολοφονημένου από μπάτσους) Michael Brown στο Ferguson: “The Coming Race War Won’t Be About Race”.
Συνεπώς, σε ένα ζήτημα που είναι στη βάση του και ταξικό, είναι εκτός πραγματικότητας το να περιμένεις το “1%”, οι πολυδισεκατομμυριούχοι ιδιοκτήτες, η πηγή και η αιτία των περισσότερων κοινωνικών προβλημάτων, να αποτελέσουν τη λύση ακριβώς των προβλημάτων που ο πλούτος τους και η απληστία τους δημιουργεί.
Επίσης με ταξικούς όρους, όπως είχαμε απαντήσει με τον Λεωνίδα σε ένα παλαιότερο ερώτημα που μας είχε θέσει το HUMBA! [“Μήπως είναι μαλακία όταν χορεύουν γύρω σου τα δισ. να είσαι (έστω κι από μακριά) θεατής;”] στο δίπολο κεφαλαιοκράτης-εργάτης/εργαζόμενος, για το NBA ισχύει ό,τι και όπου αλλού: οι ιδιοκτήτες βάζουν το κεφάλαιο και οι παίκτες την εργασία τους (και την υπεραξία τους, που αποτελεί το κέρδος των πρώτων). Και ενώ μιλάμε για ιδιαίτερα καλοπληρωμένη εργασία, με το NBA να αποτελεί την καλύτερα αμειβόμενη λίγκα του κόσμου, καθώς ο μέσο ετήσιος μισθός φτάνει τα $7 εκατ., την ίδια στιγμή, όπως σωστά το έχει πει ο Chris Rock, που η ταξική διαφορά παραμένει: "Shaq is rich. The white guy that signs his checks is wealthy”.
Ίσως το παραπάνω γίνεται καλύτερα κατανοητό αν βάλουμε στην σωστή προοπτική τους τα $300 εκατ. που συμφώνησαν να δώσουν οι ιδιοκτήτες των ομάδων: για τους 30 τέτοιους λοιπόν, το να δώσουν αυτό ποσό σε βάθος δεκαετίας, δεν είναι παρά $1 εκατ. τον χρόνο για τον καθένα τους. Λιγότερο δηλαδή και από ένα minimum συμβόλαιο ενός χρόνου για έναν παίκτη. Επιπρόσθετα, όσο και αν δεν επιθυμούν απώλεια χρημάτων και αξίας από τις επενδύσεις τους στο NBA, αυτό δεν αποτελεί στην πράξη παρά το χόμπι τους. Η κύρια πηγή των εισοδημάτων τους είναι οι λοιπές δραστηριότητές τους. Αν τα εκεί συμφέροντά τους υπαγορεύουν διαφορετική πολιτική στάση από εκείνη των παικτών, φαντάζομαι συμφωνούμε πως δεν θα διστάσουν δευτερόλεπτο να την πάρουν.
Το τελευταίο ενισχύεται από το γεγονός πως πολλοί ιδιοκτήτες ομάδων (ακόμα και κάποιοι μη επιφανείς, όπως οι ιδιοκτήτες των Spurs,των Grizzlies, των Magic ή των Nuggets) είναι χρηματοδότες ή/και προσωπικοί φίλοι του διαρκώς δίνοντα πολιτική κάλυψη στους ρατσιστές και στους μπάτσους δολοφόνους, του Προέδρου των Η.Π.Α., Donald Trump. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αποτελεί ο ιδιοκτήτης των Rockets, Tilman Fertitta. Ο Fertitta, συγγραφέας βιβλίου “Shut Up and Listen”, συμμετείχε σε διάφορα meetings που διοργάνωσε ο Trump με θέμα την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων του κορονοϊού στις Η.Π.Α. την ίδια στιγμή που εν μέσω της πανδημίας σταματούσε από τα casinos του και τα εστιατόριά του 40.000 εργαζόμενους.
Έτερο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο ίδιος ο οργανισμός των Bucks. Ενώ ο παίκτης του franchise Sterling Brown είχε πέσει θύμα αστυνομικής βίας το 2018 (με έναν μάλιστα μπάτσο από αυτούς που τον έδειραν να κάνει και χαβαλέ στη συνέχεια στα social media) και αρνιόταν τον χρηματικό συμβιβασμό που η πόλη του Milwaukee του προσέφερε, οι Bucks έκαναν την ίδια περίοδο δύο θεματικές βραδιές για να τιμήσουν τις αστυνομικές δυνάμεις της πόλης σε εντός έδρας παιχνίδια τους.
Είναι τουλάχιστον αφελές συνεπώς να περιμένει κανείς από αυτούς τους ιδιοκτήτες πολιτική μεσολάβηση για την άμβλυνση των κοινωνικών αδικιών, ιδίως όταν αυτή πηγαίνει πέρα από τα πλαίσια της διαφήμισης και του image making.
Τι άφησε τελικά η απεργία
Σε όλα τα παραπάνω δεν πρέπει να αγνοείται και το γεγονός πως η λίγκα βιώνει την χειρότερη οικονομική της σεζόν μετά από μια οχταετία διαρκούς οικονομικής ανάπτυξης. Η ρήξη με την κινέζικη αγορά στην αρχή της σεζόν και η πανδημία στη συνέχεια, έχουν φέρει τα οικονομικά της σε δύσκολη θέση. Άλλωστε, το όλο concept του Bubble, πέρα και πάνω από την όποια αγωνιστική ολοκλήρωση της σεζόν, στη βάση του αποσκοπούσε στον περιορισμό της οικονομικής χασούρας.
Και ενώ η τρέχουσα CBA (Συλλογική Σύμβαση Εργασίας μεταξύ παικτών και ιδιοκτητών) έχει διάρκεια μέχρι το τέλος της σεζόν 2023-24 (με ρήτρα opt out και για τις δύο πλευρές έναν χρόνο νωρίτερα), μετά την δεδομένη πτώση των εσόδων που έχουν επιφέρει Κίνα και πανδημία, οι δύο πλευρές είχαν ήδη προγραμματισμένες συζητήσεις για το τέλος της τρέχουσας σεζόν. Θέμα συζήτησης θα είναι η ομαλοποίηση της πτώσης του cap, ώστε οι δύο πλευρές να αποφύγουν απότομες μεταβολές όπως εκείνες της offseason του 2016. Και ένας από τους κινδύνους που ελλόχευε μία ενδεχόμενη επιμονή σε απεργία από την πλευρά των παικτών, θα ήταν να φέρει απέναντί τους -και όχι δίπλα τους, όπως με τα αιτήματά τους επιθυμούν- τους ιδιοκτήτες, οι οποίοι (είπαμε δισεκατομμυριούχοι είναι, και λεφτά με τον σταυρό στο χέρι μόνο οι παπάδες βγάζουν) δεν φημίζονται για την ανοχή τους στην απώλεια χρημάτων, αξιών και περιουσίας, δίνοντάς τους έτσι το πάτημα που χρειάζονταν για να πάνε σε lockout και να περιορίσουν την όποια οικονομική χασούρα.
Στον λαβύρινθο αυτών των ιδιαίτερα λεπτών και ευαίσθητων γραμμών κλήθηκαν οι παίκτες να ισορροπήσουν και να πάρουν τις όποιες αποφάσεις τους. Αποφάσεις που, από τη μία, θα έπρεπε να κινηθούν προς την κατεύθυνση της άσκησης της μέγιστης δυνατής πίεσης για ριζικές κοινωνικές αλλαγές και από την άλλη την κατανόηση του γεγονότος πως ο μέσος όρος του ετήσιου μισθού στο NBA αγγίζει τα $7 εκατ., όμως με τους LeBron, Curry και Westbrook να βγάζουν πάνω από $40 εκατ. και σχεδόν τη μισή Λίγκα να βρίσκεται σε ετήσια minimum συμβόλαια. Όπως τα λέει η Κεραμέως δηλαδή, για τον μέσο όρο των μαθητών που θα βρίσκεται στις τάξεις όταν ξεκινήσει η σχολική χρονιά στα μέρη μας κοντολογίς. Μέσα σε όλα αυτά, άπαντες θα πρέπει να είχαν στο πίσω (ή και στο μπροστά, ανάλογα τη θέση που βρίσκονται) μέρος του μυαλού τους, πως οι αποφάσεις αυτές θα επηρέαζαν τις διαπραγματεύσεις ανάμεσα σε παίκτες και ιδιοκτήτες, όσον αφορά τη CBA και το salary cap και το μέλλον των μισθών του συνόλου των παικτών.
Όλα τα παραπάνω έλαβαν μάλιστα χώρα σε συνθήκες εγκλεισμού σε ένα (ολόχρυσο μεν, αλλά και πάλι) κλουβί σε μια γωνιά της χώρας, εν μέσω πανδημίας. Με όποιες ψυχολογικές συνέπειες έχει αυτό σαν γεγονός από μόνο του. Ψυχολογικές συνέπειες που αναλυτικά περιέγραψε ο Paul George μετά τη νίκη των Clippers επί των Mavericks στο πέμπτο παιχνίδι της συγκεκριμένης σειράς.
Συνυπολογίζοντας τα πάντα, οι παίκτες κατέληξαν σε έναν νέο συμβιβασμό, στην άνοστη ολοκλήρωση της σεζόν για οικονομικούς λόγους, με μεγάλο ποσοστό των αθλητών να βρίσκονται μάλλον ήδη ψυχολογικά εκτός και μακριά από το Bubble, πιο κοντά στις διαμαρτυρίες στους δρόμους, παρά στη διεκδίκηση του Πρωταθλήματος. Το τελευταίο μένει να φανεί πως και πόσο θα τους επηρεάσει αγωνιστικά. Μα ακόμα και αυτή η κατάληξη, η απεργία που κράτησε σκάρτες δυο μέρες, ήταν τόσο η εύλογη, όσο και η εντυπωσιακή απόληξη της διαρκώς εντονότερα συσσωρεύσιμης κοινωνικής αγανάκτησης στις Η.Π.Α. τα τελευταία χρόνια. Άλλωστε, οι αθλητές του NBA, νέα παιδιά στα 20λίγα τους τα περισσότερα, ούτε μπορούν, ούτε πρέπει να σηκώσουν αποκλειστικά στις δικές τους πλάτες το βάρος των δομικών κοινωνικών αλλαγών μιας αυτοκρατορίας που καταρρέει. Οι αλλαγές αυτές δεν είναι ούτε ένα απλό σύνθημα, ούτε μπορούν να λάβουν χώρα με το πάτημα ενός κουμπιού. Αν οι κοινωνικές αναδιαρθρώσεις για προβλήματα αιώνων λάμβαναν χώρα έτσι εύκολα, μάλλον θα ζούσαμε όλοι/ες μας ήδη σε πολύ καλύτερες κοινωνίες από τις τρέχουσες.
Αντιθέτως, καταντά από αστείο ως γελοίο ο πήχης των απαιτήσεων ή της κριτικής που ασκείται στους αθλητές ως προς τον δημόσιο πολιτικό τους λόγο να είναι εν τέλει πολύ υψηλότερος από τον αντίστοιχο των ίδιων των πολιτικών: αρκεί να δει κανείς την κριτική που ασκείται σε κάθε πολιτικό λόγο του LeBron James και αντίστοιχα στον επικίνδυνο Πρόεδρο της χώρας του για να καταλάβει το μέγεθος του παραλογισμού. Στην τελική, τα ζητήματα που έχουν τεθεί προς συζήτηση και προς επίλυση είναι ζητήματα τόσο σύνθετα που δεν μπορούν, όχι οι αθλητές, μα ούτε και οι πολιτικοί από μόνοι τους να επιλύσουν, χωρίς τη θέληση και την ενεργή συνδρομή των κοινωνιών. Συγκεκριμένα, ο αφοπλισμός των μπάτσων δεν μπορεί να μην είναι στην ίδια κουβέντα με τον γενικότερο αφοπλισμό του πληθυσμού, ώστε να αρθεί το επιχείρημα του ότι οι μπάτσοι ζουν με τον τρόμο για αυτό γαργαλιούνται διαρκώς από τις σκανδάλες των όπλων τους. Αλλά ούτε η εξάλειψη του ρατσισμού μπορεί να επιτευχθεί χωρίς την ταυτόχρονη συζήτηση για την εξάλειψη όλων εκείνων των κοινωνικών αδικιών και ταξικών ανισοτήτων που τον προκαλούν.
Οι αθλητές λοιπόν, του NBA και όχι μόνο, τα δημόσια πρόσωπα συνολικότερα, που έχουν πιο εύκολο βήμα μαζικής απεύθυνσης χρειάζεται απλά να συνδράμουν το λιθαράκι τους προς τις συγκεκριμένες κατευθύνσεις. Και την τελευταία πενταετία οι αθλητές του NBA αυτό το κάνουν και με το παραπάνω. Οι όλες ενέργειές τους δε, έχουν μία διαρκή κλιμάκωση: από τις μπλουζάκια “I can’t breathe” στις διαρκείς κοινωνικές δηλώσεις, από την πρώτη γραμμή των διαδηλώσεων κατά του ρατσισμού και της αστυνομικής βίας, σε γήπεδα γεμάτα κοινωνικά μηνύματα και από εκεί σε μια μη προγραμματισμένη απεργία. Και ναι, συμφωνούμε πως μία 24ωρη ή 48ωρη απεργία δεν θα μπορέσει ποτέ να αλλάξει τον κόσμο (πόσο δε αν αυτή είναι προγραμματισμένη ΓΣΕΕ μου…), όμως το γεγονός πως ακόμα και μέσα από το Bubble αυτή τους η ενέργεια, όχι μόνο προκάλεσε αλυσιδωτές αντιδράσεις, σταματώντας όλα τα sports των Η.Π.Α, αλλά κατάφερε να μπει στα πρωτοσέλιδα όλων των πολιτικών εφημερίδων και πρώτο θέμα σε κάθε δελτίο ειδήσεων, δείχνει τη δύναμη της κίνησης, είτε κρίνοντάς της ως αποσπασματική, είτε υπό το πρίσμα μιας προειδοποίησης για τα μελλούμενα. Και τούτο παρά τον εν τέλει συμβιβασμό για την επαναλειτουργία του Bubble και την ολοκλήρωση της σεζόν, μόλις την επόμενη μέρα. Σε κάθε περίπτωση όμως, και μόνο η επαναφορά της λέξης «απεργία» στην αμερικάνικη καθημερινότητα και η προβολή των αλυσιδωτών αντιδράσεων που αυτή μπορεί να προκαλέσει, μόνο ως κάτι πολύ θετικό μπορεί να αποτιμηθεί.