Τις ημέρες αυτές ο λογαριασμός του Μιλς στο instagram παρουσιάζει έντονη κινητικότητα. Οι αναρτήσεις του για τις πυρκαγιές είναι συνεχείς, με πολύ προσεγμένο φωτογραφικό υλικό, βίντεο και αδιάκοπη ροή πληροφοριών, που αφορούν κυρίως το πιο "βασικό" επίπεδο, δηλαδή του τι συμβαίνει μέρα με τη μέρα. Ο αθλητής έχει δημοσιοποιήσει/αναπαράγει συνδέσμους για οικονομική βοήθεια, έχει μεταφέρει εκτιμήσεις του πανεπιστημίου του Σιδνεϊ για καταστροφικές συνέπειες σε πληθυσμό 480 εκατομμυρίων ζώων, έχει ενημερώσει για την πρωτοφανή συμμετοχή του στρατού, για διαλυμένες πυροσβεστικές εγκαταστάσεις, όπως και για την πλήρη έκταση της καταστροφής, που σχεδόν ξεπερνά τη φαντασία - το BBC κάνει λόγο για 15,6 εκατομμύρια στρέμματα και για απώλεια 24 ανθρώπων.
Μεταξύ όλων των παραπάνω, ο σταρ των Σπερς έχει επίσης προσφέρει στοιχεία σχετικά με την κλιματική αλλαγή και το περιβάλλον. Για παράδειγμα, μία ανάρτηση του αναφέρεται στην ποιότητα του αέρα της πρωτεύουσας της χώρας, Καμπέρα. Όπως αναφέρει ο Μιλς, η πόλη "εχει την χειρότερη ποιότητα αέρα παγκοσμίως, με κάποια μέρη της να παρουσιάζουν μόλυνση 12 φορές υψηλότερη από τα ελάχιστα επίπεδα κινδύνου."
Ακόμη, σε επόμενο ποστ, ο Αυστραλός παρουσιάζει στοιχεία της ΝΑSA (αλλά και άλλων πηγών), τα οποία υπογραμμίζουν πως το 97% των περιβαλλοντικών επιστημόνων συμφωνεί απόλυτα για την καθοριστικότατη συμβολή του ανθρώπινου παράγοντα στην επιβάρυνση του περιβάλλοντος. H φωτογραφία που το συνοδεύει είναι τόσο σκληρή, όσο και η πραγματικότητα που βιώνει το φετινό καλοκαίρι το οικοσύστημα της ανατολικής ακτής της Αυστραλίας, εκεί όπου το ένα τρίτο του πληθυσμού των Κοάλα έχει αφανιστεί.
Επιπλέον στοιχεία και ένα ιστορικό πάλης
Ο Μιλς δεν έχει συνοδεύσει τις αναρτήσεις του με εξωστρεφή πολιτική καταγγελία, παρόλα αυτά εκείνες βρίθουν πολιτικών συμβολισμών και υπήρξαν αφορμή για λίγο ψάξιμο ακόμη, σχετικά με τη διάδραση μεταξύ της οικονομίας, της κλιματικής αλλαγής και των πυρκαγιών.
Χαρακτηριστικά, στην ιστοσελίδα Independent Australia αναφέρεται πως οι δύο βασικές πυροσβεστικές υπηρεσίες της Νέας Νότιας Ουαλίας χρηματοδοτούνται από το κράτος. Εκείνο μείωσε φέτος τον διαθέσιμο προϋπολογισμό για τα λειτουργικά τους έξοδα κατά περίπου 40 εκατομμύρια δολάρια. 12,9 εκατομμύρια λιγότερα έλαβε η Fire and Rescue και 26,7 εκατομμύρια κόπηκαν από το μπάτζετ της Rural Fire Service. Οι δύο υπηρεσίες δεν είναι οι μοναδικές στην Πολιτεία, που αναθέτει την πυρόσβεση εξίσου σε πλήθος εθελοντών/τριών. Εκείνοι/εκείνες στο τέλος της φετινής σεζόν έχει αναγγελθεί πως θα λάβουν αποζημίωση για τις ώρες που έχουν αφήσει τη δουλειά τους, με το ποσό να εκτιμάται πως θα ανέλθει στα ... 50 εκατομμυρια.
Παράλληλα, σημαντικό μέρος δαπανών κόπηκε από τον προϋπολογισμό Υπηρεσίας Εθνικών Πάρκων και Άγριας Ζωής (National Parks and Wildlife Service). Η υπηρεσία αυτή είχε μεταξύ αλλων αρμοδιότητες για τον καθαρισμό των δασών και των θαμνωδών εκτάσεων από "νεκρά" ξύλα και κλαδιά, δηλαδή από εν δυνάμει επικίνδυνη καύσιμη ύλη - προσάναμμα. Ως αποτέλεσμα των περικοπών, υπολογίζεται πως την φετινή περίοδο παρέμεινε 26% επιπλέον έκταση ακαθάρριστη σε σχέση με πέρισυ, κάτι που αδιαμφισβήτητα έπαιξε σημαντικό ρόλο στη ραγδαία εξάπλωση των φαινομένων.
Το τι ώθησε την αυστραλιανή κυβέρνηση στις παραπάνω μειώσεις δεν είναι σαφές. Υπάρχουν μάλιστα αντιθετες αναφορές, οι οποίες κάνουν λόγο για συγκυριακά στατιστικά, που δεν λαμβάνουν υπόψη τους τις αυξήσεις προηγούμενου έτους, οι οποίες είχαν δοθεί για την αγορά εξοπλισμού (π.χ. αεροπλάνων). Μία βαθύτερη μελέτη παρόλα αυτά, αποκαλύπτει ένα ιστορικό πάλης μεταξύ των υπέρμαχων της αυστηρής πολιτικής για την κλιματική αλλαγή και εκείνων που έχουν συμφέροντα να αντισταθούν και να διατηρήσουν την παρούσα κατάσταση ως έχει.
Όπως διαβάζω σε άρθρο του καθηγητή του πανεπιστημίου της Γιούτα, Τζόναθαν Παρκ, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Consilience (2015, έκδοση του Columbia University), την πρώτη Ιουλίου 2012 η Αυστραλία έγινε η πρώτη χώρα παγκοσμίως που εισήγαγε φόρο διοξειδίου του άνθρακα (carbon tax). Ο φόρος υποχρέωνε τους 500 βασικούς υπεύθυνους για την μόλυνση του περιβάλλοντος σε συμβολή 23$ ανά τόνο εκπομπών άνθρακα. Στη συγκεκριμένη λίστα ανήκαν κυρίως εταιρείες από τον κλάδο της ενέργειας και από εκείνον της βιομηχανίας, οι οποίες αποτελούσαν μόλις το 0,2% της συνολου των τριών εκατομμυρίων επιχειρήσεων που εδρεύουν στη χώρα. Κατόπιν δικών τους πιέσεων, ο φόρος αποσύρθηκε δύο χρόνια αργότερα, το 2014, από την κυβέρνηση του πρωθυπουργού Άμποτ, κάτω από μία διόλου πειστική αιτιολόγηση. Ο νεοκλεγείς ηγέτης είχε δηλώσει πως ναι μεν η κλιματική αλλαγή αποτελεί σημαντικό πρόβλημα, όμως δεν γίνεται το σχέδιο αντιμετώπισης της να εκπονείται εις βάρος της οικονομίας.
Ο Άμποτ βασίστηκε σε δεδομένα από το (κρατικό) Institute for Energy Research, το οποίο χρηματοδοτείται κυρίως από τις εταιρείες ενέργειας. Η σχέση προκαταβάλει για ύπαρξη διαφθοράς, κάτι που ενισχύεται από πλήθος αντικρουόμενων στοιχείων σχετικά. Την ώρα που το ΙER έκανε λόγο για απώλεια 80 θέσεων εργασίας, αύξησης της τιμής του ρεύματος κατά 16-19% και κρατική ζημία πάνω από 4 δις, λόγω του carbon tax, το έγκυρο Financial Review δημοσίευε μελέτη που στοιχειοθετούσε αύξηση της τιμής του ρεύματος κατά μόλις 6% και ξεκάθαρα κυβερνητικά κέρδη. Προφανώς όμως, τα στοιχεία αυτά δεν ελήφθησαν υπόψη, διότι στην ζυγαριά ανάλυσης οφελών και ζημιών (cost benefit analysis) μπήκαν επιπλέον μερικά νούμερα που εύκολα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν κατά τα δοκούν.
Ενδεικτικά, κατά την διάρκεια των δύο χρόνων εφαρμογής του φόρου βρέθηκε πως οι εκπομπές ρύπων άνθρακα των πεντακοσίων μειώθηκαν κατά περίπου 2%, ποσοστό που κρίθηκε μάλλον ασήμαντο, δεδομένου πως η Αυστραλία ευθύνεται για το 1% της παγκόσμιας περιβαλλοντικής μόλυνσης από διοξείδιο του άνθρακα. Σε συνδυασμό δε με την αδυναμία προσέλκυσης επενδύσεων για εναλλακτικές μορφές ενέργειας (λες και το διάστημα είναι μεγάλο για να κρίνεις), η πολιτική φορολόγησης των ενεργειακά ισχυρών πετάχτηκε συνοπτικά στο καλάθι των αχρήστων, υπό την χρήση των τεχνοκρατικών εργαλείων της καπιταλιστικής οικονομίας. Λεπτομέρεια; Τα οφέλη από την μείωση της περιβαλλοντικής μόλυνσης δεν ποσοτικοποιήθηκαν ποτέ και ούτε πρόκειται.
Ο νέος (πολιτικός) ρόλος των αθλητών
Τη δεδομένη στιγμή η κλιματική αλλαγή χρησιμοποιείται ως μία έννοια αφηρημένη, για να δικαιολογήσει (αντί να εξηγήσει) την πρόκληση φυσικών καταστροφών (sic). Ο καταμερισμός των ευθυνών έχει καταστεί ανισομερής, δια μέσου ρητορικών τεχνικών, όπως η μετατόπιση των ευθυνών στην καθημερινή συνήθεια του ατόμου. Οι πολίτες ωθούνται προς έναν "εναλλακτικό", "οικολογικο" καταναλωτισμό, μακιγιαροντας το μερίδιο των κύριων υπεύθυνων. Όμως όσο κι αν το βάρος της οικολογίας πέφτει ολοένα και περισσότερο στην ρύθμιση της ατομικής συμπεριφοράς ("ανακύκλωσε", "απέφυγε το κόκκινο κρέας", "αγόρασε οικολογικά προϊντα"), τα στοιχεία που υπενθυμίζουν τους βασικούς ενόχους εξακολοθούν να βρίσκουν μία κάποια δίοδο προς το φως: Mόλις 100 εταιρείες προκαλούν το 71% της παγκόσμιας εκπομπής αερίων για το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Το παραμύθι έχει δράκο, ο οποίος κρύβεται επιμελώς στη σπηλιά, όμως το αισιόδοξο είναι πως αναρτήσεις σαν του Μιλς μπορούν να τον βγάλουν λίγο παραέξω.
Σε μία εποχή που την επικοινωνία σαρώνει το θραύσμα, διάφοροι αθλητές/αθλήτριες έχουν εκμεταλλευτεί τις πλατφόρμες τους για να εκθέσουν τις πολιτικές τους απόψεις. Στην συντριπτική τους πλειοψηφία το έχουν κάνει με έναν ανώδυνο προοδευτισμό, ο οποίος ελάχιστα προκαλεί τις κοινωνικοπολιτικές ισορροπίες. Οι θέσεις τους δεν αναπτύσσονται ούτε επαρκώς, ούτε στοιχειοθετημένα και παρότι καλοδεχούμενες, περισσότερο χαϊδεύουν το θυμικό, παρά υποθάλπτουν τις εξουσιαστικές δομές. Μεταξύ μας, δεν είναι καθόλου εύκολο, ούτε και απαραίτητο, από πρότυπα έχουμε πλέον χορτάσει.
Αυτό που έκανε ο Μιλς παρόλα αυτά, είναι κάτι ολότελα διαφορετικό και με διόλου αμελητέες πολιτικές προεκτάσεις. Χρησιμοποιώντας την εικόνα και τον περιορισμένο χώρο του λόγου, δηλαδή τα σύγχρονα επικοινωνιακά εργαλεία, δεν αναλώθηκε σε τίποτε παραπάνω από ό,τι επιτρέπει η συγκεκριμένη φόρμα επικοινωνίας. Δεν επιχείρησε να αποδιπλώσει άποψη, ούτε βολεύτηκε με την δημοφιλία μίας αποσπασματικής τοποθέτησης, αλλά απλώς διέσπειρε και διασπείρει πληροφορία σε συνέχεια, στρέφοντας τις (στοχευμένα) κατευθυντήριες γραμμές των κοινωνικών δικτύων απέναντι στον εαυτό τους.
Εδώ και κάποιο καιρό, για την ακρίβεια δυο χρόνια, το Facebook (και συνεπώς και το Instagram) έχει αλλάξει τον αλγόριθμο του, προκειμένου να δίνεται προτεραιότητα στην προσωπική ανάρτηση. Οι σύνδεσμοι πληροφόρησης και ειδήσεων δεν προωθούνται από τις δύο πλατφόρμες. Μάλιστα στη δεύτερη δεν επιτρέπεται καν η ενεργή χρήση τους, ενώ οι σελίδες ειδησεογραφικού περιεχομένου καταβαραθρώνονται στις έσχατες θέσεις των timeline, με πρόσχημα την ελαχιστοποίηση των ψευδών ειδήσεων (fake news). Το σκηνικό έχει στηθεί έτσι, ώστε ο έλεγχος της αναπαραγωγής της πληροφορίας να μένει στα χέρια όσων μπορούν να πληρώνουν συστηματικά ή όσων έχουν την δυνατότητα κατοχής πολλαπλών μέσων επικοινωνίας. Οι συγκεκριμένες ισορροπίες δε, έχουν ενισχυθεί από την πρόσφατη ψήφιση των μέτρων για την προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων στο διαδίκτυο από το ευρωπαϊκό κουνοβούλιο, καθιστώντας την διασπορά του πρωτότυπου περιεχομένου ολοένα και πιο αντίξοη, ακόμη κι αν ο/η δημιουργός του το προορίζει για τέτοιο σκοπό.
Ο λογαριασμός του Μιλς συνεπώς, συνιστά μια κάποια ρήξη, διότι ενώ είναι "κανονικά" προορισμένος να εκφράζει προσωπική άποψη (στην καλύτερη) και να προβάλει την προσωπική συνήθεια, αντί αυτών παρέχει πληροφορία, σε μία συγκυρία που θέλει επιπλέον τους επιχειρηματικούς κολοσσούς να προσπαθούν να ελέγξουν τη ροή της, διαμέσου της υπερσυγκέντρωσης διαφορετικών media στα χέρια τους. Ο σταρ των Σπερς έχει 403 χιλιάδες ακόλουθους/ες, που εκτίθενται σε στοιχεία σχετικά με την καταστροφή του αυστριαλιανού οικοσυστήματος, στοιχεία τα οποία είναι ικανά να πυροδοτήσουν την διάθεση για έρευνα. Η ανάφλεξη μιας τέτοιας διαδικασίας ενδέχεται να μην είναι εκρηκτική, από την άλλη όμως κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί πως θα είναι προβλέψιμη.
Ακόμη και αν μία τέτοια συνθήκη συνιστά μία αντίστροφη ανάθεση στο άτομο, η διαφορά είναι θεμελιώδης: Ο Μιλς, από τη στιγμή που επιλέγει να διασκορπίσει το περιεχόμενο, έχει λιγότερο έλεγχο επάνω σε αυτό σε σχέση με οποιοδήποτε συντεταγμένο μέσο. Στο μεταξύ, η πληροφορία έχει μόλις ανακυκλωθεί, μέχρι να βρεθεί κάποιος να μας εμποδίσει.