Στην κανονική περίοδο της φετινής Ευρωλίγκα το ζευγάρι Ολυμπιακός - Φενέρ ξεχώρισε ως το πιο άνισο της διοργάνωσης. Οι αναμετρήσεις διεξήχθησαν σχετικά κοντά μεταξύ τους ημερολογιακά, με το αποτέλεσμα να είναι και στις δύο περιπτώσεις το ίδιο, όχι μόνο σε ό,τι αφορά τον νικητή, αλλά και την εξέλιξη: Ο Ολυμπιακός διέλυσε τη Φενέρ και μετά σκόρπισε τα κομμάτια της πάνω από τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά γήπεδα, σαν να ήθελε να παραδειγματίσει και τις υπόλοιπες ομάδες.
Μετά την πετυχημένη περυσινή χρονιά, ο Ολυμπιακός εισέρχεται στην νέα Euroleague με υψηλές βλέψεις και φιλοδοξίες. Η παρουσία του στο Final-4 του Βελιγραδίου ήταν το επιστέγασμα μιας εξαιρετικής πορείας από κάθε άποψη για την ομάδα του coach Μπαρτζώκα στην μετά Σπανούλη εποχή. Ο Ολυμπιακός παρουσίασε ίσως το καλύτερο μπάσκετ της περασμένης περιόδου, έχοντας αξιοθαύμαστη παρουσία καθ’ όλη τη διάρκεια της σεζόν, με το ΣΕΦ να εμφανίζεται ως κάστρο, στο οποίο είχε μόλις μία ήττα εντός -από τον Ερυθρό Αστέρα- και φτάνοντας στα ημιτελικά κόντρα στην μετέπειτα πρωταθλήτρια Ευρώπης Εφές, η οποία και τον κέρδισε με ένα τεράστιο σουτ του Μίσιτς.
Ο πρώτος χρονικά ημιτελικός του Final Four του Βελιγραδίου θα βρει αντιμέτωπες την περσινή πρωταθλήτρια Εφές και τον φιλόδοξο Ολυμπιακό, που επιστρέφει στην τετράδα μετά το 2017. Καλύτερη αρχή δεν θα μπορούσαμε να φανταστούμε και σίγουρα θα είναι ένα ματς που θα μας κρατήσει με αμείωτο ενδιαφέρον μέχρι το τέλος. Δύο ομάδες με αρκετά κοινά χαρακτηριστικά στο παιχνίδι τους και με τους προπονητές τους να έχουν βάλει την σφραγίδα τους. Ο Μπαρτζώκας και ο Αταμάν σε μία τακτική μάχη, με μεγάλο στόχο φυσικά την κορυφή της Ευρώπης.
Ντέρμπι αιωνίων μετά από χρόνια στην Basket League, ένας αγώνας που παρουσίασε όλα τα θετικά και όλα τα στραβά που εμφανίζουν τα δύο σύνολα από το ξεκίνημα της σεζόν, στο ίδιο σαραντάλεπτο. Αμυντικές ζώνες, κυκλοφορία και τέμπο από τους κόκκινους στο ΣΕΦ, διαχείριση του Παναθηναϊκού, ώστε να είναι κοντά στο σκορ. Όλα μαζί, τακτική και προβληματισμοί, για να πάρει στο τέλος της ημέρας ένας τύπος την μπάλα στα χέρια και να κρίνει το ματς με προσωπικό σόλο.
Φτάνοντας αισίως στην ένατη αγωνιστική της φετινής Euroleague, έχοντας διανύσει δηλαδή διανύσει ένα σημαντικό κομμάτι αυτής, γεγονός που μας επιτρέπει να βγάλουμε βάσικα συμπεράσματα, έχει έρθει η στιγμή της αποτίμησης των μέχρι τώρα εμφανίσεων του Ολυμπιακού.
Πλησιάζοντας στην έναρξη των επίσημων υποχρεώσεων στην Euroleague, νομίζω ότι είναι η κατάλληλη στιγμή να πραγματοποιήσουμε μια πρώτη ανάγνωση του ρόστερ του Ολυμπιακού. Οι αλλαγές το φετινό καλοκαίρι ήταν λιγοστές και οι αφίξεις ήταν μόλις τέσσερις. Κάτι που η ομάδα τα τελευταία χρόνια δεν μας έχει συνηθίσει. Οι εξελίξεις στο ευρωπαϊκό μπάσκετ είναι διαρκείς, οι ομάδες, ειδικά του υψηλότερου επιπέδου, κάνουν βήματα προς τα εμπρός και η ψαλίδα ανοίγει σταθερά. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο ανταγωνισμός διαρκώς να αυξάνεται ανάμεσα στα top clubs, αλλά και ομάδες με ιστορία στην Ευρώπη, να επανέρχονται στο προσκήνιο με τεράστια δίψα και όρεξη για διάκριση. Έτσι ο Ολυμπιακός όφειλε να κλείσει γρήγορα τα μέτωπα του και να φτιάξει μια ομάδα ανταγωνιστική και με ξεκάθαρο στόχο την οκτάδα. Το αν θα τα καταφέρει είναι άλλο ζήτημα που θα αναλύουμε μες στην σεζόν.
(H φωτογραφία του κειμένου είναι από το Eurohoops.net)
(φωτό από gazzetta.gr)
Το περασμένο διήμερο έλαβε χώρα στο ΣΕΦ το πρώτο φιλικό τουρνουά της νέας χρονιάς για τον Ολυμπιακό, με τον ίδιο να αντιμετωπίζει διαδοχικά την περυσινή ευχάριστη έκπληξη του πρωταθλήματος, το Λαύριο και στον τελικό της Κυριακής την κάτοχο του Eurocup της περασμένης χρονιάς, την Μονακό, που θα την συναντήσει και στην Euroleague. Βασικότερος στόχος φυσικά δεν ήταν η κατάκτηση του τουρνουά, αλλά να δει ο κόουτς Μπαρτζώκας και το επιτελείο του μερικούς βασικούς άξονες που δουλεύονται στις προπονήσεις και το αν η ομάδα βαδίζει στην σωστή κατεύθυνση.
Είναι πλέον ηλίου φαεινότερο πως η σεζόν του - φορμαρισμένου εσχάτως - Κώστα Παπανικολάου διχοτομείται σε δύο μέρη: την προ και μετά Γιώργου Μπαρτζώκα εποχή. Έπειτα από μια δεκάδα αγώνων με τον έμπειρο τεχνικό στην άκρη του πάγκου, μπορούμε να διακρίνουμε την αγωνιστική άνοδο του Παπ, ο οποίος έχει αναβαθμισμένο ρόλο κι αυξημένες αρμοδιότητες. Τι σημαίνει πρακτικά αυτό;
Στην τελευταία (σχετικά) καλή χρονιά της Σιένα στην Ευρώπη, ο Μπόμπι Μπράουν είχε μέσο όρο περίπου 19 πόντους, σε ένα παιχνίδι είχε βάλει 41 και γενικά πέταγε τα σουτ σαν στραγάλια. Η μπάλα είχε απροσδιόριστες πιθανότητες να πάει στο καλάθι, οι οποίες δεν επηρεάζονταν από κάτι συγκεκριμένο. Για κάποιο μυστήριο λόγο, ο Μπάνκι κάτι τέτοια τα έκανε και τα κάνει. Βρίσκει έναν ή δύο παίκτες που μπορούν να σκοράρουν , και μέσα από μία μεταμφίεση ομαδικής συνέργειας, φροντίζει η μπάλα να καταλήγει μονίμως στη χέρια τους. Εκείνη την περίοδο υπήρχε ελάχιστη ευελιξία να χαλιναγωγήσει κάποιος τις ορέξεις του τρελο-Μπόμπι και η όποια τέτοια προερχόταν από τον ισορροπιστή που έπαιζε δίπλα του. Αυτός δεν ήταν άλλος από τον Ντάνιελ Χάκετ στην πρώτη του εμφάνιση στο κορυφαίο διασυλλογικό επίπεδο.
(φωτό από euroleague.sport24.gr)
"Αυτή η ομάδα αποτελεί ένα πρωτοποριακό μπασκετικό κίνημα. Γεννήσαμε κάτι νέο και ζωντανέψαμε κάτι που φαινόταν πεθαμένο. H μπασκετική πιάτσα, όλοι μας, πρέπει να δείξουμε μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στα νέα παιδιά ώστε να βελτιώσουν την ατομική τεχνική τους." Ντούσαν Ιβκοβιτς, συνέντευξη στην εφημερίδα Goal News , 6 Iουνίου 2012.
Ενα πράγμα που με εκνευρίζει στην μπασκετική φίλαθλη Ελλάδα είναι η τάση τα εγχώρια πρωταθλήματα να αποτελούν σοβαρό κριτήριο, αν όχι και εφαλτήριο, μίας αξιολόγησης. Εδώ και χρόνια το ελληνικό πρωτάθλημα είναι πλήρως απαξιωμένο, ο τίτλος διεκδικείται στην ουσία μόνο από δύο ομάδες, εντούτοις το αποτέλεσμα 5 ή και λιγότερων παιχνιδιών στην κάψα του Ιούνη διαμορφώνει απόψεις για παίκτες, προπονητές, παράγοντες, φροντιστές κ.ο.κ. Η φετινή χρονιά δεν αποτελεί εξαίρεση, και έτσι η αποτυχία του Ολυμπιακού στην φετινή ευρωλίγκα περιμένει ήδη τα καλοκαιρινά αποτελέσματα, είτε για να σχηματοποιηθεί ως τέτοια, είτε για λειανθούν οι αιχμηρές άκρες της.