Καταρχάς ας καταγράψουμε κάποια πολύ ενδιαφέροντα στατιστικά στοιχεία. Την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές οι Rockets έτρεχαν ένα σερί 14 συνεχόμενων νικών και στρογγυλοκάθονταν στην κορυφή ολόκληρου του ΝΒΑ, με το εντυπωσιακό ρεκόρ 25 – 4. Διαθέτουν την καλύτερη επίθεση στην λίγκα με 113,8 OFFrtg (ξεπερνώντας οριακά τους Warriors) και την 7η καλύτερη άμυνα (102,5 DEFrtg). Αγωνίζονται μόλις στο όγδοο υψηλότερο pace (101,39), ενώ αναμφίβολα αποτελούν μέχρι στιγμής μια από τις κορυφαίες ομάδες της φετινής σεζόν. Οι επιδόσεις τους στα μετόπισθεν συνιστούν το πρώτο πραγματικά καλό νέο – η 18η θέση στην οποία τερμάτισαν πέρσι στην σχετική λίστα, δεν είναι καθόλου κολακευτική για έναν οργανισμό που φιλοδοξεί να κάνει πρωταθλητισμό.
Μιλώντας γενικά για την επίθεση του Houston, μπορούμε θεωρητικά να την παρομοιάσουμε με μια γέφυρα που συνδέει το παρελθόν με το μέλλον του αθλήματος. Από την μια διατηρεί φυσικά τα σύγχρονα χαρακτηριστικά του περιβόητου pace and space (πως θα μπορούσε διαφορετικά άλλωστε με τον άνθρωπο που κάθεται στην άκρη του πάγκου), αλλά από την άλλη δεν βασίζεται σχεδόν καθόλου στο δίπτυχο κυκλοφορία της μπάλας/κίνηση μακριά από αυτήν. Με λίγα λόγια, δεν εντάσσεται στην κατηγορία των motion offenses, αγνοώντας οριακά πλήρως το κομμάτι της πάσας. Οι Rockets πασάρουν την μπάλα λιγότερο από κάθε άλλη ομάδα στο ΝΒΑ τη φετινή χρονιά (βρίσκονται στην τελευταία θέση), επιλέγοντας μια κατά την γνώμη μου βαθειά οπορτουνίστικη αγωνιστική προσέγγιση: transition (πρωτεύον ή δευτερεύον αιφνιδιασμός), pick n roll και πολύ παιχνίδι απομόνωσης (πρώτη θέση στο isolation). Ο σχετικά υψηλός αριθμός των assist (12οι με 22,7 ανά αγώνα), προκύπτει περισσότερο από την ικανότητα τους στο σουτ τριών πόντων (το 70% των εύστοχων τριπόντων τους προέρχονται από assist) και λιγότερο από οτιδήποτε άλλο.
Μιας και αναφερθήκαμε στο τρίποντο λοιπόν, είμαι βέβαιος πως όλοι γνωρίζετε πως αποτελούν μια κατηγορία από μόνοι τους. Σουτάρουν 43 τρίποντα ανά αγώνα (1οι), έχοντας το 13ο καλύτερο ποσοστό (36,8%). Είναι νομίζω περιττό να αναφέρουμε πως φέτος έχουν φτάσει στο σημείο να εκτελούν περισσότερα τρίποντα ( 51,6 %FGA3PT) από ότι δίποντα, διατηρώντας από το ξεκίνημα της σεζόν μια χαοτική διαφορά από τον δεύτερο στον συγκεκριμένο τομέα (Cavaliers 39,4 %FGA3PT). Το αγωνιστικό τους στιλ μοιάζει στα μάτια μου σαν ένα μεγάλης κλίμακας μπασκετικό πείραμα: Πόσο μακριά μπορεί να φτάσει μια ομάδα σήμερα, σουτάροντας ‘’άπειρα’’ τρίποντα;
Transition
Ας ξεκινήσουμε με το transition. Οι Rockets βρίσκονται στην 11η θέση της λίστας με τίτλο ‘’fast break points’’, με 11,7 ανά παιχνίδι. Το νούμερο φαντάζει μικρό, όμως θυμηθείτε τι κουβεντιάζαμε στο πρώτο μέρος: το κλειδί είναι ο δευτερεύον αιφνιδιασμός.
Η πρώτη φάση αποτελεί ένα μικρό τρικ που εφαρμόζουν κατά κόρον οι ομάδες του D’ Antoni. Με δεδομένο πως ο Harden δεν αποτελεί έναν από τους πιο γοργοπόδαρους guards της λίγκας, η εντολή από τον πάγκο είναι να πασάρει γρήγορα την μπάλα μπροστά, αντί να διανύσει το γήπεδο με ντρίπλα. Ο στόχος είναι να γλιτώσει όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο. Η μπάλα επιστρέφει άμεσα σε αυτόν και στην συνέχεια οδηγεί τον προσωπικό του αντίπαλο πάνω στο drag screen του Capela. Οι Rockets σκοράρουν για τρεις, ενώ έχουν κυλήσει μόλις 9 δευτερόλεπτα από τον διαθέσιμο χρόνο επίθεσης. Όχι και άσχημα.
Στο δεύτερο στιγμιότυπο λαμβάνει χώρα ένα high screen, από αυτά που ο κόουτς χρησιμοποιεί σε κάθε είδους κατάσταση (αιφνιδιασμός, σετ παιχνίδι). Προσέξτε την εξέλιξη της φάσης. Ο Ariza αρνείται να δώσει την έξτρα πάσα (ο Gordon είναι ολομόναχος στα αριστερά του) που οι προπονητές τόσο αγαπούν και επιλέγει να σουτάρει. Το σουτ είναι απόλυτα σωστό, καθώς σε αυτήν την περίπτωση έχουμε ένα miss match ‘’νέου τύπου’’. Η υψομετρική διαφορά με τον Reddick που τρέχει για να τον μαρκάρει είναι πολύ μεγάλη – για αυτό και ο τελευταίος δεν μπαίνει καν στον κόπο να σηκώσει τα χέρια του. Ρεαλιστικά, δεν υπάρχει τρόπος να φτάσει την μπάλα. Ο Ariza δεν λειτουργεί σε αυτή την περίπτωση με βάση το ένστικτο, αλλά σύμφωνα με όσα έχει διδαχθεί στις προπονήσεις. Για τον D’ Antoni υπάρχουν δυο τρόποι να εκμεταλλευτείς ένα υψομετρικό miss match. Ο ένας είναι το post. O άλλος είναι απλώς να σουτάρεις πάνω από τον αντίπαλο σου. Είναι μια κατευθυντήρια αρχή που συναντάμε πολλές φορές στους αγώνες του Houston.
Pick n roll
Εδώ όπως καταλαβαίνεται έχουμε πολύ ζουμί. Στις επιθέσεις που κατασκευάζει ο Mike D’ Antoni το pick n roll αποτελεί δίχως αμφιβολία το απόλυτο βαρυτικό κέντρο, το σημείο που ασκεί τόσο δυνατή έλξη στην άμυνα, ώστε να την αναγκάζει συνεχώς σε λάθος επιλογές. Ας δούμε μερικά παραδείγματα.
1) Στην πραγματικότητα αυτό είναι το pick n roll – σήμα κατατεθέν - του D’ Antoni και όχι η λόμπα στον ψηλό, όπως πολλοί πιστεύουν. Είναι με διαφορά η αγαπημένη του παραλλαγή και το play που απαντάται με μεγαλύτερη συχνότητα στα παιχνίδια των ομάδων του. ‘’Μισό’’ drive από τον χειριστή και hook πάσα στον σουτέρ της αδύνατης πλευράς, ο οποίος κάνει ταυτόχρονα μια μικρή κίνηση προς τα έξω (δυο – τρία βηματάκια) ακριβώς την στιγμή που η μπάλα βρίσκεται στο αέρα και ταξιδεύει προς το μέρος του.
2) Gravity. O Harden σουτάρει φέτος με 63,8% εντός του restricted area. Αν καταφέρει και φτάσει μέχρι το καλάθι, πιθανότατα όλα έχουν τελειώσει. Ο Jokic το γεγονός αυτό το γνωρίζει καλά και στην προσπάθεια του να τον περιορίσει, μένει λίγο πιο ψηλά ξεχνώντας τον Capela που κινείται σχεδόν στην πλάτη του. Με δεδομένο ότι ο προσωπικός αντίπαλος του Μούσια έχει εξουδετερωθεί από το αρχικό pick, η λόμπα είναι πολύ εύκολη υπόθεση. Ο συμπαθής Ελβετός καρφώνει λόμπες (αισθάνομαι ότι το σουτάρει είναι κάπως αδόκιμο σε αυτήν την περίπτωση) με ποσοστό 70% την φετινή σεζόν και δείχνει να περνάει καταπληκτικά στο Texas. Η εντυπωσιακή εξέλιξη του τα τελευταία δυο χρόνια αποτελεί ένα καλό μάθημα για όλους μας, καθώς μας δείχνει πως μπορείς να εκμεταλλευτείς παίκτες περιορισμένων δυνατοτήτων, εντάσσοντας τους σε ένα συγκροτημένο και κατάλληλο αγωνιστικό πλαίσιο.
3) Ξανά η έννοια του gravity αλλά αυτή την φορά με αντεστραμμένη φορά. Το ρολάρισμα του Capela ασκεί έλξη στον αμυντικό της αδύνατης πλευράς, ο οποίος κλείνει προς το καλάθι για να τον σταματήσει. Το αποτέλεσμα; Skip πάσα στην αντίθετη πλευρά και ελεύθερο τρίποντο για τον Anderson.
Spain pick n roll
Τα τελευταία δύο περίπου χρόνια έχω παρατηρήσει παρακολουθώντας παιχνίδια του ΝΒΑ, πως υπάρχει μια στροφή στον τρόπο που οι ομάδες τρέχουν το pick n roll. Είναι κάτι απολύτως λογικό και αναμενόμενο: όσο οι άμυνες γίνονται πιο αποτελεσματικές στην αναχαίτιση του συγκεκριμένου play, τόσο η επίθεση πρέπει να εφευρίσκει νέες μεθόδους για να βάζει την μπάλα στο καλάθι. Η νέα λοιπόν προπονητική τάση επιδιώκει να εμπλέξει ακόμα έναν παίκτη στην εν λόγω δράση, ώστε να κάνει το έργο των αντιπάλων ακόμα πιο δύσκολο.
Επί της ουσίας πρόκειται για ένα κλασικό pick n roll, αναμεμιγμένο με μια κατάσταση screen the screener. Μετά το αρχικό pick, ένας τρίτος αθλητής – ο οποίος πρέπει υποχρεωτικά να μπορεί να σουτάρει για τρεις – στήνει ένα screen στην πλάτη του αμυντικού που έχει αναλάβει τον roll man (backscreen), με σκοπό να απελευθερώσει το βύθισμα του τελευταίου στην ρακέτα και στην συνέχεια, ανοίγει γρήγορα στο τρίποντο. Είναι πραγματικά αδιανόητο πόσα ελεύθερα σουτ παράγουν οι Rockets διαμέσου του τρόπου αυτού σε κάθε αγώνα. Στην πρώτη φάση ο Nene καρφώνει ανενόχλητος και οι εκφωνητές έχουν αγανακτήσει. Στην δεύτερη ο Gordon έχει όλο τον χρόνο και τον χώρο στην διάθεση του, για να εκτελέσει για τρεις. Αν η άμυνα κατορθώσει να αλλάξει στα screen, τότε αυτόματα δημιουργείται miss match για έναν εκ των Harden/Gordon/Nene.
To pick n roll που διδάσκει ο Mike D’ Antoni είναι unguardable. Σε μόνιμη βάση είναι διαθέσιμο κάποιο ελεύθερο σουτ ή ένα miss match που η επίθεση μπορεί να εκμεταλλευτεί. Όπως λέει και ο ίδιος, ‘’ο μοναδικός λόγος πως δεν σκοράρουμε σε κάθε κατοχή είναι διότι οι παίκτες μου δεν παίρνουν κάθε φορά την σωστή απόφαση’’. Ακούγεται αλαζονικό, αλλά έχει στοιχεία αλήθειας. Και βασική αιτία είναι η ύπαρξη της βαρύτητας.
Pick n pop
Εδώ μπαίνουμε στα λημέρια του Ryan Anderson. Το κλειδί είναι η ικανότητα του να σουτάρει με συνέπεια από τα 7,5 – 8 μέτρα με ποσοστό της τάξης του 40%. Οι αποστάσεις που δημιουργούνται είναι πολύ μεγάλες και οι άμυνες τεντώνονται πέρα από τα φυσικά όρια αντοχής τους. Στο πρόσωπο του Harden αναγνωρίζουμε και πάλι το κέντρο της βαρύτητας, καθώς η έλξη που ασκεί στην αντίπαλη ομάδα την αναγκάζει ουσιαστικά να τον παγιδέψει, με σκοπό να βγάλει την μπάλα από τα χέρια του. Τέτοια σουτ για τον Anderson είναι απλά ‘’άλλη μια μέρα στο γραφείο’’. Στο μενού ενίοτε συμπεριλαμβάνεται και screen the screener δράση. Μετά το pick ο Ryno δέχεται ένα screen από τον Capela πριν ακροβολιστεί στην περιφέρεια (το κάνουν και οι Wizards με την τριάδα Wall/Porter/Gortat). Στην συνέχεια του βίντεο παρακολουθούμε ένα από τα πιο γνωστά plays ολόκληρης της λίγκας, το λεγόμενο double high ball screen. Ο χειριστής δέχεται ένα διπλό screen από τους δυο ψηλούς, επιλέγοντας αρχικά μια κατεύθυνση. Έπειτα ο ένας ρολάρει στην ρακέτα (Harrell), ενώ ο άλλος ανοίγει στο τρίποντο (Anderson).
Το περασμένο καλοκαίρι οι Houston Rockets σόκαραν την παγκόσμια μπασκετική κοινότητα υπογράφοντας τον Chris Paul, έναν αθλητή που θεωρητικά αγωνίζεται ακριβώς στην ίδια θέση με το πρόσωπο του οργανισμού, τον James Harden. Τα ερωτήματα που ανέκυψαν ήταν πολλά. Ήταν ο CP3 ο παίκτης που χρειαζόταν η ομάδα ώστε να κάνει φέτος το επόμενο βήμα; Θα κατάφερναν οι δυο τους να αγωνιστούν μαζί, παρά το γεγονός πως παραδοσιακά χρειάζονται την μπάλα για να λειτουργήσουν αποτελεσματικά; Δυο μήνες μετά, τα αποτελέσματα είναι κάτι παραπάνω από ενθαρρυντικά.
Παράγοντας Paul
Κατά την ταπεινή μου άποψη, το ερώτημα αφορούσε εξαρχής περισσότερο τον Harden και λιγότερο τον Paul. Δεν είναι δα και τόσο δύσκολο να εκμεταλλευτείς τον καλύτερο pass first point guard της λίγκας, όταν ήδη διαθέτεις μια από τις κορυφαίες pick n roll επιθέσεις των τελευταίων χρόνων. Αυτό που έμενε να φανεί ήταν πως θα συμπεριφέρονταν ως δίδυμο στο backcourt του Houston.
Chris Paul
GP |
MIN |
OFFRTG |
DEFRTG |
NETRTG |
|
On Court |
16 |
479 |
119.3 |
103,4 |
15,9 |
Off Court |
30 |
943 |
110.6 |
102,7 |
7,9 |
James Harden
GP |
MIN |
OFFRTG |
DEFRTG |
NETRTG |
|
On Court |
30 |
1082 |
115,8 |
104,4 |
11,4 |
Off Court |
30 |
358 |
107,0 |
98,6 |
8,5 |
Houston Rockets overall
GP |
MIN |
OFFRTG |
DEFRTG |
NETRTG |
|
Rockets |
30 |
1440 |
113,8 |
102,5 |
10,7 |
Τα on/off stats έρχονται να επιβεβαιώσουν όσα έχουμε κουβεντιάσει μέχρι εδώ – οι Rockets εμφανίζονται κλάσεις ανώτεροι επιθετικά με τον CP3 στο παρκέ. Η συνεισφορά του στην άμυνα είναι επίσης σημαντική - μην ξεχνάτε πως όταν αυτός κάθεται στον πάγκο την θέση του στο γήπεδο παίρνουν οι Tucker και Mbah a Moute, δυο παίκτες που βγάζουν τόσα χρόνια το ψωμί τους στο ΝΒΑ με τις επιδόσεις τους στα μετόπισθεν. Από την ημέρα που επέστρεψε από τον τραυματισμό του, το franchise τρέχει ένα σερί 14 συνεχόμενων νικών – πράγμα σίγουρα όχι τυχαίο. Τα λεπτά των δύο super star μπορεί να μην έχουν μειωθεί όσο τουλάχιστον εγώ θα περίμενα στην αρχή της σεζόν, είναι όμως πιο ‘’ξεκούραστα’’, καθώς ο D’ Antoni τους εναλλάσσει πολύ συχνά στον ρόλο του βασικού δημιουργού. Είναι κάτι που θα μετρήσει πολύ στην οικονομία της σεζόν και ειδικά όταν θα έρθει η ώρα των playoffs. Το είχε δηλώσει άλλωστε και ο ίδιος, όταν ανακοινώθηκε η υπογραφή του Paul. ‘’Θα έχω έναν hall of fame point guard κάθε στιγμή στον αγώνα’’.
Μιλώντας για τον Chris Paul, είναι νομίζω αρκετά ενδιαφέρουσα η μεταστροφή που παρατηρούμε φέτος στο παιχνίδι του. Πέρα από την χημεία που έχει αναπτύξει με τον Harden, έχει σταματήσει εντελώς να σουτάρει από το ύψος τους midrange (5,6 midrange σουτ όλη η ομάδα), ενώ εκτελεί με career high από το τρίποντο, τόσο σε προσπάθειες όσο και σε ποσοστό. Με λίγα λόγια έχει ευθυγραμμιστεί πλήρως με τις αρχές του Moreyball και μάλιστα σε εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα. Η ορθότητα της συγκεκριμένης προσέγγισης μένει να εξεταστεί στο δύσκολο και ανταγωνιστικό περιβάλλον των playoffs. Για την ώρα λοιπόν, υπομονή.
Στους τελευταίους αγώνες των Rockets λαμβάνει χώρα ένα κάπως παράξενο και σίγουρα πρωτόγνωρο φαινόμενο. Στις περιπτώσεις που το παιχνίδι δεν έχει κριθεί από νωρίς, ο D’ Antoni δίνει τα κλειδιά της επίθεσης στον CP3, περιορίζοντας τον Harden καθαρά σε ρόλο σουτέρ. Από την μια είναι μια σκέψη απόλυτα λογική. Το low mistake basketball που ανέκαθεν πρέσβευε στην καριέρα του ο Point God, είναι υπερπολύτιμο στα τελευταία λεπτά κλειστών παιχνιδιών. Από την άλλη το γεγονός αυτό σηματοδοτεί και μια αλλαγή στους εσωτερικούς συσχετισμούς εντός της ομάδας. Πλέον ο Paul αποτελεί την ατμομηχανή της επιθετικής ανάπτυξης του Houston, έστω και αν τα στατιστικά δεν πρόκειται να το αποτυπώσουν ποτέ. Ας δούμε λοιπόν μαζί ένα τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα από τον πρόσφατο αγώνα τους με τους Jazz.
1) O CP3 κατεβάζει τρέχοντας την μπάλα χωρίς να περιμένει τον Capela που έχει μείνει πιο πίσω. Η άμυνα της Utah δεν έχει προλάβει να στηθεί – έτσι ο Ούντο αναγκάζεται να βγει στην περιφέρεια για να τον μαρκάρει. Miss match από το πουθενά. Θυμίζω ότι εδώ δεν είναι Ευρωλίγκα – Ο Ούντο στην πραγματικότητα δεν έχει καμία ελπίδα. Ο Sefolosha αυτό το πράγμα το γνωρίζει καλά, για αυτό αποφασίζει να δώσει βοήθεια στον συμπαίκτη του, σε απόσταση μιας πάσας (κάτι που κανονικά απαγορεύεται). Οι νόμοι της βαρύτητας είναι και πάλι παρόντες: το miss match στην περιφέρεια ασκεί έλξη στην αντίπαλη άμυνα, η οποία αναγκάζεται να αντιδράσει (Sefolosha). Εύκολη πάσα δίπλα από τον Paul, ελεύθερο τρίποντο για τον Gordon.
2) To ίδιο πράγμα ξανά. Αυτή την φορά ο Sefolosha αποφασίζει να μείνει κοντά στον παίκτη του (παρατηρείστε πως και πάλι δεν μπορεί να αντισταθεί εντελώς στην βαρυτική έλξη και κάνει ένα βηματάκι προς τα μέσα), όμως το flare screen του Tucker δίνει στον Gordon τον απαιτούμενο χώρο που χρειάζεται για να εκτελέσει.
3) Transition. Μετά το αμυντικό rebound, προσέξτε το σπρίντ του Gordon μέχρι την απέναντι γωνία. Τέλειος συγχρονισμός και απόλυτη προσήλωση στο πλάνο του προπονητή.
Τρεις διαφορετικές (σχεδόν συνεχόμενες) φάσεις από το ίδιο παιχνίδι, τρία ελεύθερα τρίποντα από τον ίδιο παίκτη. Η έννοια του gravity αλλά και οι ιδέες του Mike D’ Antoni για το άθλημα σε πλήρη εφαρμογή. Η συνέχεια της σεζόν προβλέπεται συναρπαστική.