Κάτι ανάλογο συμβαίνει με τον Ντουέιν Μπέικον. Δεν είναι ακριβώς βέλος στο παρκέ, αλλά είναι γυμνασμένος, "χτισμένος" και έτσι αντέχει τις επαφές. Το στοιχείο της εκγύμνασης είναι απολύτως απαραίτητο στο παιχνίδι του, διότι σχεδόν σε κάθε επίθεση θα απορροφήσει ισχυρότατες επαφές από τους αμυντικούς, που πέφτουν επάνω του λυσσασμένα. Η απαράμιλλη τεχνική του λοιπόν, σε συνδυασμό με το σωστό κορμί, που του επιτρέπει να διατηρεί την ισορροπία του στις συγκρούσεις, παράγουν το θεσπέσιο αποτέλεσμα που βλέπουμε εντός των τεσσάρων γραμμών. Τέτοιο παίκτη στην Ευρωλίγκα τολμώ να πω πως έχουν μόνο οι πράσινοι αυτή τη στιγμή και όπως είναι λογικό, η προσαρμογή του στο σύνολο το έχει βελτιώσει, ώστε να μετράει τέσσερις συνεχόμενες νίκες και πέντε στα τελευταία έξι παιχνίδια.
Η άνοδος του Παναθηναϊκού με τον Μπέικον, μοιάζει εντυπωσιακή, είναι όμως αρκετή; Προς το παρόν ναι, παρόλα αυτά οι πράσινοι δεν έχουν ακόμη δρέψει όλους τους καρπούς που μπορεί να προσφέρει το νέο τους, χρυσό, δέντρο. Καθώς η σεζόν θα προχωράει θα πρέπει να το κάνουν το συντομότερο, διότι από εδώ και πέρα το πρόγραμμα θα δυσκολέψει. Πάμε να δούμε κάπως αναλυτικότερα τι εννοώ.
Η ίδια επίθεση
Ο Παναθηναϊκός, παρά τη βελτίωση και τις νίκες, συνεχίζει να έχει μία μέτρια επίθεση - βρίσκεται στη 13η θέση της Ευρωλίγκα σε πόντους ανά 100 κατοχές και στη 15η σε eFG%. Ούτε ιδιαίτερα αποτελεσματικός είναι, ούτε ιδιαίτερα εύστοχος. Αντιλαμβάνομαι πως τα νούμερα αφορούν τη συνολική εικόνα και πως περιλαμβάνουν και κακές ήττες, όμως και πάλι, δείτε την παραγωγικότητα του στα τέσσερα τελευταία νικηφόρα παιχνίδια. Σύμφωνα με το Hack A Stat (έχω διπλοτσεκάρει τα δεδομένα τους), το τριφύλλι έχει κάπως ανεβάσει τα ποσοστά του, όμως και πάλι κατατάσσεται δέκατο σε αποτελεσματικότητα και 15ο σε eFG%, περίπου δηλαδή όπως πριν το σερί.
Στέκει. Στη Λιθουανία κέρδισε μέσα από την άμυνα, σκοράροντας 81 πόντους με λίγα τρίποντα (6/16). Με τη Μιλάνο στην κανονική διάρκεια του παιχνιδιού έφτασε με το ζόρι τους 72, με κακά ποσοστά σε οποιοδήποτε είδους σουτ. Ανάμεσα στους δύο αυτούς αγώνες παρενεβλήθηκε επίσης το ντέρμπι με τον Ολυμπιακό, εκεί που ο Μπέικον τα πήγε περίφημα, αλλά η συνολική επιθετική εικόνα της ομάδας κάθε άλλο παρά έθελξε. Ναι λοιπόν, ο Παναθηναϊκός με τον Μπέικον κερδίζει και σκοράρει ανετότερα, αλλά πουθενά δεν διαφαίνεται μία γενικότερη αναβάθμιση της επιθετικής λειτουργίας. Ή καλύτερα, ακόμη και αν υπάρχει, το ασφαλές του δείγματος αφορά τον Μπέικον και τις νίκες, και όχι τόσο την συνολική δυναμική της δημιουργίας (όπου ως δημιουργία λογίζονται μαζί σκορ και πάσες). Ούτε περισσότερες ασίστ μοιράζουν οι πράσινοι στο νικηφόρο σερί τους, ούτε περισσότερα τρίποντα επιχειρούν - 23,3, όσα και πριν. Με άλλα λόγια, τίποτα δεν μαρτυρά κάποια αξιόλογη μεταβολή των επιθετικών συνηθειών, σε σχέση με το 2-6 του ξεκινήματος.
Υπάρχει λόγος που αναφέρω τις ασίστ και τα τρίποντα. Σε μία ομάδα σαν τον Παναθηναϊκό, που δεν έχει συνεπή scoring guards (όπως π.χ. η Μονακό, η Εφές ή η Φενέρ με τον Γουίλμπεκιν), η αύξηση των συνεργασιών είναι ζητούμενο. Το ίδιο και κατ'επέκταση τα καλά σουτ από την περίμετρο. Σε αυτά, παρόλο που το τριφύλλι δεν τα έχει πάει καθόλου άσχημα στο σερί του, έχοντας ποσοστό 39%, δεν επιχειρεί περισσότερα, ενώ θεωρητικά η προσοχή που τραβάει ο Μπέικον θα το επέτρεπε. Όμως, από ό,τι φαίνεται, το σύνολο έχει επαναπαυθεί στα τρομερά του ένστικτα, αφήνοντας κατά μέρους οποιαδήποτε παράλληλη ενέργεια, όταν εκείνος διαχειρίζεται την κατοχή.
Πάμε να δούμε, για παράδειγμα, τις προσπάθειες του εξαιρετικού φόργουορντ στο καλύτερο παιχνίδι του ως τώρα, απέναντι στη Μιλάνο. Σε κάποιες από αυτές, γενικά τα πράγματα γίνονται σωστά. Ο Μπέικον παίρνει το switch-πλεονέκτημα, πηγαίνει στην ατομική προσπάθεια και το spacing γύρω του είναι τέτοιο, ώστε αν έρθει βοήθεια, να υπάρχουν ελεύθεροι συμπαίκτες. Oι γωνίες είναι γεμάτες, υπάρχει δυνατή και αδύνατη πλευρά και ο χώρος για drive φαντάζει άπλετος.
Δεν είναι όμως πάντα έτσι. Σε άλλες περιπτώσεις, ο Μπέικον σκοράρει κυρίως χάρη στην κλάση του και αν στραβώσει κάτι, τότε οι επιλογές του μοιάζουν περιορισμένες. Άσχετα αν μπήκαν ή όχι τα σουτ με τη Μιλάνο π.χ., συχνά οι θέσεις των υπολοίπων δεν ήταν ιδανικές και (κυρίως) δεν συνέβαινε καμία άλλη δράση.
Ο λογικός αντίλογος εδώ, είναι πως το ίδιο κάνουν σε πολλές περιπτώσεις ομάδες με αντίστοιχου βεληνεκούς σκόρερ. Είναι όμως λάθος κατά τη γνώμη να συγκριθεί με εκείνες ο Παναθηναϊκός, διότι τα επιθετικά τους σχέδια και ανεπτυγμένα είναι, και περιλαμβάνουν εναλλακτικές. Η Μονακό εναλλάσσει Τζέιμς και Οκόμπο και βλέπει τους ψηλούς της. Η Εφές έχει μονίμως ιδανικό spacing και τρομερούς off guard, η Φενέρ αποτελεί την επιτομή της δημιουργικότητας. Όσο και αν φαίνεται πως οι scoring guards τους κάνουν κουμάντο, ανά πάσα στιγμή οι επιλογές βρίσκονται διαθέσιμες.
Στον Παναθηναϊκό δύσκολα διακρίνουμε κάτι ανάλογο. Αν στις παρακάτω φάσεις ο Μπέικον δεν γινόταν να ξεπεράσει τον προσωπικό του αντίπαλο, ούτε πάσα εύκολη θα έβρισκε, ούτε τον χώρο να ξαναπροσπαθήσει, ούτε άλλη δράση να τον στηρίξει.
Το κλειδί της επίδρασης
Αντιλαμβάνομαι πως ίσως οι παραπάνω φάσεις δεν σηματοδοτούν από μόνες τους κρίση. Στην τελική, το iso είναι μέρος του παιχνιδιού και οι καλοί σκόρερ απαραίτητοι. Παρόλα αυτά, πρόκειται για μία τρομερά ευνοϊκή συγκυρία, ακόμη και για πολυτέλεια, να δίνονται τόσες πολλές ευκαιρίες στον Μπέικον στην κατάληξη ενός παιχνιδιού. Τα ποσοστά του (30,6% στα τρίποντα και 47% στα δίποντα) δεν τον φέρνουν ψηλά στις λίστες αποτελεσματικότητας και το ότι τραβά την ομάδα στα δύσκολα, οφείλεται κυρίως στο ότι έχει πολλές ευκαιρίες. Η Μιλάνο, για να επιστρέψουμε στην παιχνιδάρα του, ήταν διαρκώς άστοχη και έτσι ο Μπέικον (και κατ'επέκταση ο Παναθηναϊκός) χρειάστηκε απλώς να ευστοχήσει περισσότερο από τους αντιπάλους.
Εδώ ακριβώς βρίσκεται το κλειδί της πλοκής της πρόσφατης, επιτυχημένης, κοινής ιστορίας Παναθηναϊκού και Μπέικον. Ο παίκτης είναι τόσο επιδραστικός, διότι η άμυνα του τριφυλλιού του παρέχει τις συνθήκες. Όσο οι αντίπαλοι δεν σκοράρουν, τόσο αποκτά η πράσινη επίθεση ένα έξτρα περιθώριο λάθους και εξασφαλίζει ο Μπέικον μεγαλύτερη άνεση, για να ξεδιπλώσει τα αδιαμφισβήτητα ταλέντα του.
Ας αναλογιστούμε το εξής: Στα πρώτα οκτώ νικηφόρα παιχνίδια, ο Παναθηναϊκός είχε την δεύτερη λιγότερο αποτελεσματική άμυνα της Ευρωλίγκα - έτρωγε 117,6 πόντους ανά 100 κατοχές, κανονική καταστροφή. Στα τελευταία τέσσερα, δέχεται 97,3 πόντους ανά 100 κατοχές, νούμερο αληθινά καταπληκτικό, που τον φέρνει στο ίδιο διάστημα πίσω μόνο από την Εφές, που διαλύει όποιον βρει μπροστά της. Η διαφορά με τα προηγούμενα δεν είναι απλά η μέρα με τη νύχτα, είναι σαν να συγκρίνεις ένα καλοκαιρινό πρωινό με ένα χειμωνιάτικο, ανεμοδαρμένο βράδυ.
Τα συστατικά τα γνωρίζετε: πολλή πίεση στη μπάλα από τον Λι, αλλά και τον Γουόλτερς, μεγαλύτερες δυνατότητες για switch με τον Μπέικον ως έξτρα κορμί, μονάδες-καμικάζι (Καλαϊτζάκηδες, Μποχωρίδης), που δεν ενδιαφέρονται για την επίθεση και δύο ψηλοί που πρωτίστως παίζουν για να αναχαιτίσουν και μετά να σκοράρουν. Ίσως τον Παπαγιάννη να τον αδικεί ο συγκεκριμένος ρόλος, αλλά σε κάθε περίπτωση αμυντικά διαπρέπει και μαζί του τραβάει την ανασταλτική επίδοση ολόκληρου του συνόλου.
Ο Παναθηναϊκός τελευταία παίζει σαν "ομάδα Ράντονιτς". Τα δίνει όλα στις μονομαχίες, στο hustle και στην αμυντική τακτική, δημιουργώντας έτσι τις συνθήκες, ώστε ο καλύτερος παίκτης του να τραβήξει το σκορ, όχι συνολικά, αλλά κυρίως όπου χρειάζεται. Κάτι σαν τα φάιναλ φορ του Ολυμπιακού με την ΤΣΣΚΑ επί Σφαιρόπουλου ένα πράγμα, τότε που ο Σπανούλης, παρότι γενικά δεν βρισκόταν στο peak της αποτελεσματικότητάς του (κάθε άλλο), είχε την πολυτέλεια να δοκιμάσει το χέρι του, γνωρίζοντας πως η κατοχή θα επιστρέψει σε εκείνον άθικτη.
Ας συνοψίσουμε λοιπόν. Ο Μπέικον αποτελεί μακράν την καλύτερη επιλογή στην επίθεση του Παναθηναϊκού, όμως δεν της έχει προσδώσει νέα χαρακτηριστικά. Οι πράσινοι, παρότι έχουν βελτιωθεί στα τρίποντα, δεν μεταφέρουν παραπάνω το βάρος στις γωνίες, ούτε παράγουν αυτοματισμούς, ως απόρροια της παρουσίας του. Παίζουν όμως εσχάτως εξαιρετική άμυνα, γεγονός που δημιουργεί διαρκώς ευκαιρίες, τις οποίες ο Μπέικον έχει εκμεταλλευτεί, ακόμη και αν δεν εμφανίζει τόσο υψηλή αποτελεσματικότητα. Δεν τρέχει κάτι μέχρι εδώ και το σύνολο είναι τυχερό που τον έχει. Στο επόμενο σετ παιχνιδιών όμως, θα κληθούν όλοι συνολικά να αλληλεπιδράσουν περισσότερο, ώστε τα χαρίσματα του εξαιρετικού αυτού σκόρερ να μεταφραστούν σε μία συνολικά πιο απρόβλεπτη και πιο πολυποικιλιακή (sic) επίθεση.