Είναι πραγματικά ενδιαφέρον ο τρόπος με τον οποίο αξιοποιούνται οι παίχτες στη Ρεάλ, παρότι βρίσκονται στη δύση πρακτικά της αθλητικής τους καριέρας, παραμένοντας πάντα αξιόπιστες λύσεις στα χέρια του προπονητή και έτοιμοι να προσφέρουν ανεξάρτητα από τον χρόνο συμμετοχής τους. Ανεξάρτητα από την υπόθεση με τον Πάμπλο Λάσο και τον άσχημο τρόπο με τον οποίο οδηγήθηκε στην έξοδο, όλα αυτά τα χρόνια ο οργανισμός έχει δείξει πως ξέρει να διαχειρίζεται τους παίχτες καθώς μεγαλώνουν και πως κράτησε και κρατάει ακόμα έναν σταθερό κορμό, με τον κύκλο ορισμένων εξ αυτών να κλείνει μόνο όταν δεν προσφέρουν τα αναμενόμενα.
Γιουλ
Ο αρχηγός των Μαδριλένων ανανέωσε τη συνεργασία του με τον σύλλογο έως το καλοκαίρι του 2024, όταν και θα είναι 37 ετών. Με αυτόν τον τρόπο ο οργανισμός έδειξε έμπρακτα την εμπιστοσύνη στο πρόσωπο του παίχτη, με τον οποίο συμπορεύονται μαζί από το 2007, όταν τον απέκτησε από τη Μανρέσα. Μια σχέση διαχρονικής αγάπης και από τις δύο πλευρές, που δεν σταμάτησε ούτε όταν οι σειρήνες του ΝΒΑ και δη των Χιούστον Ρόκετς ήχησαν μελωδικά στα αυτιά του το 2015, ούτε όταν πέρασε σοβαρά προβλήματα τραυματισμών, που δεν τον άφησαν να παραμείνει στο υψηλότερο επίπεδο για περισσότερα χρόνια.
O τρόπος με τον οποίο τον αξιοποιούσε τα προηγούμενα έτη το προπονητικό επιτελείο (και πιθανολογώ δεν πρόκειται να αλλάξει ούτε τώρα) διαφοροποιήθηκε εδώ και τρεις αγωνιστικές περιόδους. Ο Λάσο δεν ξεκινούσε τον Γιουλ στη βασικό, αλλά τον είχε να έρχεται από τον πάγκο και να ‘’τρέχει’’ τη δεύτερη πεντάδα. Να είναι ταυτόχρονα και εκτελεστής των επιθέσεων, αλλά και δημιουργός. Το ίδιο συνέβαινε τόσο στο ισπανικό πρωτάθλημα, όσο και στην Ευρωλίγκα. Ακόμα, ο μέσος χρόνος συμμετοχής του τις δύο τελευταίες σεζόν δεν ξεπέρασε τα είκοσι λεπτά. Από τη στιγμή που δεν θα μπορούσε να βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο και να παίζει όπως έπαιζε πριν κάποια χρόνια, με αυτόν τον τρόπο μπόρεσε να παραταθεί η παρουσία του και να παραμείνει χρήσιμος για την ομάδα.
Σε μία σεζόν πάντως που οι μεταγραφικές κινήσεις στη θέση του δημιουργού δε στέφτηκαν με επιτυχία, καθώς o Eρτέλ τέθηκε εκτός ομάδας στο τέλος της σεζόν, ενώ ο Γκος δεν έθελξε με την παρουσία του, ο Γιουλ βοήθησε πολύ όποτε χρειάστηκε. Διόλου τυχαία στα παιχνίδια του φάιναλ φορ αγωνίστηκε πάνω από τον μέσο όρο του, καθώς η ομάδα χρειαζόταν την κλάση και την εμπειρία του. Στον ημιτελικό ενδεικτικά έπαιξε 29 λεπτά, κάτι που μόνο άλλες δύο φορές είχε συμβεί στην Ευρωλίγκα, κάνοντας καλή εμφάνιση στην σπουδαία νίκη απέναντι στην Μπαρτσελόνα.
Ένα από τα καλύτερα παιχνίδια του φέτος ήταν αυτό απέναντι στην Αρμάνι Μιλάνο στην κανονική περίοδο, όπου θύμισε λίγο από Γιουλ του παρελθόντος με τα σημαντικά “μανταρίνια” που πέτυχε.
Ρούντι
Αν μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε έναν αθλητή στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις μπάσκετ ως μέλος των «σούπερ κακών» , εύκολα αρχηγός τους θα ήταν ο Ρούντι Φερνάντεθ. Ο παίχτης που λατρεύαμε να μισούμε, αν και περνώντας τα χρόνια, συμπαθήσαμε αρκετά. Ίσως φταίει αυτή η φανταστική φουρνιά των Ισπανών παιχτών, που όποτε βρισκόταν αντιμέτωπη με την Εθνική μας ομάδα, την κέρδιζε, με αποτέλεσμα αντί να τους παραδεχόμαστε για την αξία τους να τους φθονούμε.
O 37χρονος, γεννημένος στην Μαγιόρκα, ανδρώθηκε μπασκετικά στην Μπανταλόνα και από τα πρώτα του βήματα φαινόταν πόσο πολυτάλαντος ήταν. Σούπερ αθλητικός φόργουορντ, εξαιρετικός σκόρερ, που βρέθηκε γρήγορα στα σαλόνια του ΝΒΑ, όπου και αγωνίστηκε με τη φανέλα των Μπλέιζερς για τρεις σεζόν και για μισή ακόμη με εκείνη των Νάγκετς. Συνολικά μαζί με τα πλέιοφς έπαιξε 267 ματς ερχόμενος από τον πάγκο, με μέσους όρους στην κανονική περίοδο 9 πόντους σε 24 λεπτά. Τη σεζόν 2011, όταν έγινε και το λοκ άουτ στο ΝΒΑ, βρέθηκε για λίγες εμφανίσεις στη Μαδρίτη και κατόπιν επέστρεψε στο Ντένβερ.
Ύστερα, το καλοκαίρι του 2012 γυρισε ξανά στη Ρεάλ, αυτή τη φορά για μόνιμη εγκατάσταση. Τα χρόνια πια είχαν περάσει, είχε χάσει μέρος της αθλητικότητας που είχε, παρέμενε όμως χρήσιμος και τις τελευταίες σεζόν αποτελεί μια λύση από τον πάγκο, που θα προσφέρει περισσότερο με το μακρινό σουτ, θα παίξει κάποιες άμυνες και ίσως λειτουργήσει ως δεύτερος δημιουργός από τα φτερά. Ενδεικτικό του ότι πια απειλεί μόνο από μακριά, είναι ο δείκτης που αφορά το μερίδιο των σουτ από το τρίποντο. Πέρυσι το 83,4% των σουτ του ήταν για τρεις και πρόπερσι το 87%! Εχει πλέον αλλάξει ο τρόπος παιχνιδιού του και δεν πάει στις επαφές. Είναι κάτι που παρατηρούμε ανά καιρούς σε διάφορους αθλητές καθώς μεγαλώνουν. Και σε αυτή την περίπτωση, ο χρόνος συμμετοχής του στην ACB δεν ήταν πάνω από 16 λεπτά τις τελευταίες τρεις σεζόν, ενώ στην Ευρωλίγκα ήταν λίγο πιο υψηλός. Ανανέωσε το συμβόλαιό του για μία ακόμα χρονιά.
Κοζέρ
Ο «ξένος» της παρέας των γερόλυκων, αν και στην ουσία ξένος είναι μόνο στην υπηκοότητα, καθώς βρίσκεται στην ιβηρική χερσόνησο από τη σεζόν 2012-13, όταν τον απέκτησε η Λαμποράλ Κούτσα-Μπασκόνια (με εξαίρεση έναν χρόνο στη Γερμανία και τη Μπάμπεργκ το 2016/17). Κάποιες χρονιές ξεκινούσε στα περισσότερα παιχνίδια ως βασικός, σε άλλες ερχόταν από τον πάγκο και θεωρητικά ήταν από τους ρολίστες της ομάδας. Όμως, στην πραγματικότητα ήταν πάντα από τους πιο σταθερούς και σημαντικούς παίχτες.
Λειτουργούσε εξαιρετικά ως δεύτερη απειλή από την περιφέρεια, ως σκόρερ, ως ο παίχτης που θα κινηθεί πίσω από τα σκριν και θα σουτάρει, ενώ δεν αμελούσε τα οργανωτικά καθήκοντα. Γενικότερα, η Ρεάλ με τον Λάσο στον πάγκο της προτιμούσε να έχει αρκετούς παίχτες στα φτερά, που μπορούσαν δηλαδή να λειτουργήσουν ως χειριστές και να οργανώσουν κάποιες επιθέσεις πέραν των πόιντ γκαρντ.
Ο κοζέρ είναι ο έτερος «87αρης» της παρέας, μιας και έχει γεννηθεί την ίδια χρονιά με τον Γιουλ. Δεν είχε ξεπεράσει - πλην μιας σεζόν - τα είκοσι λεπτά μέσο όρο συμμετοχής σε καμία διοργάνωση με τη Ρεάλ, πράγμα που αποδεικνύει ότι στην ουσία είχε συγκεκριμένο ρόλο, να προσφέρει δηλαδή σκορ από τον πάγκο. Ένας από τους πιο σταθερούς των Μαδριλένων όλα αυτά τα χρόνια και επίσης από τους πιο clutch, κάτι που πιστοποίησε τη φετινή σεζόν εις διπλούν, απέναντι στους Καταλανούς της Μπαρτσελόνα, τόσο με την εμφάνισή του στον ημιτελικό της Ευρωλίγκα με τους 18 πόντους, όσο και στον τελευταίο αγώνα για τους τελικούς του ισπανικού πρωταθλήματος.
Η διαχείριση του όλα αυτά τα χρόνια του Λάσο και ο τρόπος που τον αξιοποιούσε έδωσε τη δυνατότητα στον Γάλλο να έχει τέτοια εικόνα στα 35 του. Λογικό και επόμενο να του ανανεώσει το συμβόλαιο η Ρεάλ μέχρι το 2024.
Σέρχιο
Tέλος, για να κλείσει την καριέρα του -λογικά- επέστρεψε στη Ρεάλ Μαδρίτης ο «Τσάτσο» Ροντρίγκεθ με συμβόλαιο ενός έτους, μετά από μία περιπλάνηση έξι ετών μακριά από τους Μαδριλένους. Σε αυτό το σιάστημα αγωνίστηκε στους Φιλαδέλφεια Σίξερς, στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας και στην Αρμάνι Μιλάνο. Στη Ρεάλ είχε βρεθεί κατά την περίοδο 2010-2016, μετά το πρώτο τουρ στο ΝΒΑ, στο οποίο υπήρξε επίσης συμπαίχτης με τον Ρούντι Φερνάντεθ στους Μπλέιζερς, καθώς ήταν στην ομάδα του Πόρτλαντ από το 2006 έως το 2009. Μετά έπαιξε στο Σακραμέντο και το καλοκαίρι του 2010 επέστρεψε στην Ισπανία. Με τη νυν ομάδα του είχε κατακτήσει το ευρωπαϊκό τρόπαιο του 2015 απέναντι στον Ολυμπιακό. Ηλικιακά είναι ο ενδιάμεσος από τους τέσσερις καθώς έχει γεννηθεί το 1986.
Ο Σέρχι αποκτήθηκε για να βοηθήσει στην πολύπαθη θέση του πόιντ γκαρντ, η οποία από τη φυγή του Φακούντο Καμπάτσο και μετά μοιάζει ως η τρύπα στο ρόστερ. Όπως έδειξε βέβαια η περσινή σεζόν του στο Μιλάνο, μπορεί να βοηθήσει ως παίχτης που θα αλλάξει τον ρυθμό ενός αγώνα, ερχόμενος από τον πάγκο, αρκεί βέβαια να πλαισιωθεί με τέτοιον τρόπο, ώστε να μην αποτελεί πρόβλημα στην άμυνα. Το σουτ μετά από ντρίμπλα, ειδικά όταν κάνει σταυρωτή και μετά βηματάκι πίσω, είναι σκέτη ποίηση.
Η Αρμάνι Μιλάνο ήταν πέρυσι μια ομάδα που βασίστηκε σε δυο-τρεις έμπειρους παίχτες, όπως ο Ισπανός και ο Κάιλ Χάινς, επομένως έχει την πείρα να διαχειριστεί τον εαυτό του για να είναι χρήσιμος. Με τους Ιταλούς πάντως είχε σταθερά γύρω στα είκοσι λεπτά χρόνο συμμετοχής και παραπάνω, κάτι που στη Ρεάλ μοιάζει απίθανο να συμβεί. Δεν μπορώ να γνωρίζω τι έχει στο μυαλό του ο νέος προπονητής Τσους Ματέο (ο οποίος βέβαια ήταν επί χρόνια πρώτος βοηθός του Λάσο) και αν θα έχει για αρκετό χρόνο στο παρκέ τους γερόλυκους της ομάδας.
Η Ρεάλ Μαδρίτης έχει καταφέρει και συνδυάζει αρμονικά παίχτες που βρίσκονται σε διαφορετικά στάδια στην καριέρα τους. Γενικότερα, παρατηρούμε πως για να αποχωρήσει από την ομάδα ένας παίχτης, θα χρειαστεί να ολοκληρώσει τον κύκλο του, όπως επί παραδείγματι οι Τζέφρεϊ Τέιλορ, Τρέι Τόμκινς που αποχώρησαν με το τέλος της σεζόν. Για τους γηγενείς αυτός ο κύκλος παρατείνεται, όπως συνέβη άλλωστε και με τον Φελίπε Ρέγες στο παρελθόν, όπως συμβαίνει τώρα με τους τέσσερις γερόλυκους του κειμένου. Τι πιο ωραίο πάντως για έναν αθλητή να νιώθει χρήσιμος και ας περνάνε τα χρόνια ε;
Σημειώσεις: τα στατιστικά είναι από το basketball-reference.com, από το σάιτ της Ευρωλίγκα και από το αντίστοιχο της ACB.