Φυσικά, οι πολλές αλλαγές που έγιναν πριν ξεκινήσει η σεζόν έπαιξαν τον ρόλο τους. Η φυγή του Νικ Καλάθη άλλαξε ριζικά τη νοοτροπία της ομάδας, η οποία πλέον στηρίζεται σε παίκτες που δεν έχουν τις ηγετικές ικανότητες του μέχρι πρότινος αρχηγού. Μαζί με αυτόν, χάθηκαν και κάποια βασικά στάνταρ απόδοσης, τα οποία δύσκολα θα αναπληρωθούν σε κάθε αγώνα. Ο Ιωάννης Παπαπέτρου που έχει αναλάβει το ρόλο αυτόν, έχει δείξει αρκετά καλά στοιχεία, αλλά ακόμη δεν είναι σε θέση να σταθεροποιήσει την απόδοσή του, κυρίως μέσα στα παιχνίδια. Παράλληλα, η αγωνιστική άνοδος που έχουν παρουσιάσει Γιώργος Παπαγιάννης και Ντίνος Μήτογλου (ο πρώτος κυρίως), μπορεί να είναι πολύ σημαντική για το μέλλον της ομάδας, αλλά εκτός από συγκεκριμένες καταστάσεις, δεν προσφέρουν τόσο πολύ στην άμεση φετινή προσπάθεια. Παρόλα αυτά, οι τρεις Έλληνες παίκτες, που αποτελούν τον βασικό κορμό της ομάδας, σκοράρουν το ένα τρίτο των πόντων της, παίρνουν σχεδόν τα μισά ριμπαόυντ(!) και παίζουν περισσότερο από σχεδόν όλους τους συμπαίκτες τους.
Μοιραία η συζήτηση στρέφεται στην υπόλοιπη στελέχωση του ρόστερ, το οποίο είχε από την αρχή αρκετά προβλήματα. Ο Πιερ Τζάκσον, που είχε τον ρόλο του βασικού χειριστή, δεν συμπλήρωσε δευτερόλεπτο συμμετοχής στην Ευρωλίγκα, ο Κίφερ Σάικς, που κλήθηκε να τον αντικαταστήσει, είχε εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά και παρότι έπαιξε καλά στον τρίτο του αγώνα, δεν συνέχισε. Τέλος, ο τρίτος που κλήθηκε να αναλάβει αυτόν τον ρόλο, ο Σέλβιν Μακ, είναι κι αυτός με τη σειρά του ένας εντελώς διαφορετικός παίκτης.
Καλύτερη επίθεση, χειρότερη άμυνα
Με αυτές τις αλλαγές να έχουν γίνει μέσα σε ενάμιση μήνα, ο προπονητής του Παναθηναϊκού κλήθηκε να προβεί σε πειράματα στην περιφέρεια και να ρισκάρει, μεταφέροντας πολλές επιθέσεις σε χέρια παικτών που δεν είναι καθαροί δημιουργοί. Έτσι, Σαντ Ρος και Παπαπέτρου περνούν πολλή ώρα στην κορυφή της επίθεσης, στήνοντας σκριν και παίρνοντας αποφάσεις, κάτι που κάνουν μάλλον για πρώτη φορά στην επαγγελματική τους καριέρα. Φυσικά, αυτό είχε αρκετές επιπτώσεις στην αρχική εικόνα του τριφυλλιού, καθώς η επίθεση έμοιαζε λες και ήταν κολλημένη σε μία αόρατη λάσπη
Με την αγωνιστική άνοδο του Νέντοβιτς και τις καλές εμφανίσεις από ρολίστες όπως ο Ουάιτ, ο Φόστερ κι ο Μποχωρίδης, η επιθετική εικόνα της ομάδας βελτιώθηκε σημαντικά και σαν αποτέλεσμα ο Παναθηναϊκός έχει ανέβει σε σχεδόν όλες τις επιθετικές κατηγορίες. Σκοράρει σταθερά κοντά στους 80 πόντους, με ποσοστά που τον βάζουν στο πρώτο μισό της λίγκας, είναι πρώτος στα επιθετικά ριμπάουντ και μέχρι την διπλή αγωνιστική στην Ισπανία, είχε τα λιγότερα λάθη, ενώ ακόμη και τώρα, μετά τις δυο εφιαλτικές εμφανίσεις σε Βαλένθια και Βιτόρια, παραμένει στην πρώτη πεντάδα της διοργάνωσης, στην αναλογία ασίστ-λαθών.
Με λίγα λόγια, το πρόβλημα στην επίθεση διορθώθηκε. Την ίδια στιγμή όμως, η άμυνα των πρασίνων άρχισε να γίνεται ολοένα και πιο ευάλωτη στις ορέξεις των αντιπάλων τους. Παρότι δεχόταν κοντά στους 75 πόντους στις πρώτες αγωνιστικές*, στα τέσσερα τελευταία ματς δέχθηκε 89,80,95 και 93, με τους αντιπάλους του να στήνουν πάρτι στην δική τους επίθεση. Η Βαλένθια έκανε ρεκόρ σεζόν στις ασίστ με 28, η Μπασκόνια μπόρεσε να βάλει 93 πόντους, ενώ είχε σημειώσει μόλις δυο στα πρώτα τέσσερα λεπτά του αγώνα, ενώ ο Μίτσιτς βρήκε ρυθμό και ξέχασε να αστοχήσει στο δεύτερο ημίχρονο του αγώνα με την Εφές.
Παρότι τα λάθη δεν αυξήθηκαν δραματικά, έγιναν σε πάσες και οδήγησαν σε άμεσους αιφνιδιασμούς τις αντιπάλους, οι οποίοι βρήκαν εύκολα ρυθμό και ειδικά απέναντι σε ομάδες αρκετά υψηλού επιπέδου, όπως οι τελευταίες που αντιμετώπισε ο Παναθηναϊκός, τέτοιες συνθήκες απαγορεύουν κάθε υποψία για νίκη. Σαν να μην έφτανε αυτό, οι περισσότεροι παίκτες έδειξαν ιδιαίτερα άσχημη εικόνα με κακές περιστροφές, κακή προσωπική και ομαδική άμυνα και το χειρότερο όλων, έδειξαν τάσης παραίτησης στην κάμψη των αγώνων, με αποτέλεσμα οι διαφορές να ξεφύγουν.
Από εδώ και πέρα
Το πρόγραμμα στη συνέχεια είναι θεωρητικά ευνοϊκό, με τέσσερις από τους πέντε επόμενους αγώνες να γίνονται στο ΟΑΚΑ. Είναι μίας πρώτης τάξεως ευκαιρία για την ομάδα να ηρεμήσει από τα νεύρα που αναμφίβολα της προκάλεσαν οι προηγούμενες ήττες. Το επερχόμενο ματς με την φορμαρισμένη Μπάγερν του αγαπημένου προπονητή του σάιτ είναι ένα δύσκολο τεστ, που μπορεί όμως να επαναφέρει τον Παναθηναϊκό στις ράγες που είχαν μπει στις τέσσερις πρώτες αγωνιστικές. Τα λιγότερα λάθη κι ο έλεγχος του ρυθμού είναι το βασικό κομμάτι, καθώς το έλλειμα ποιότητας που υπάρχει, δεν επιτρέπει πολλές παρεκκλίσεις.
Για μία νέα ομάδα, τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα δεν είναι σε καμία περίπτωση καταδικαστικά, όμως η εικόνα δεν συμβαδίζει με αυτές των προηγούμενων συνόλων του Παναθηναϊκού. Φυσικά, αυτό ξενίζει τους φίλους του συλλόγου, που έχουν συνηθίσει σε καλύτερη απόδοση, όμως ακόμη κι έτσι, η φετινή σεζόν έχει χαρακτηριστεί ως μία σεζόν ανασύνταξης από τη διοίκηση. Χτισμένη με μικρότερο μπάτζετ και με αρκετά στοιχήματα μέσα στο ρόστερ της, η ομάδα έχει στόχους που αφορούν κυρίως το μέλλον και αρκετές σεζόν μπροστά στο αθλητικό ημερολόγιο.
Όμως, παλαιότερα, αντίστοιχες προσπάθειες δεν έχουν λειτουργήσει, πόσο μάλλον στο πλαίσιο που έχει διαμορφωθεί στο πρόσφατο παρελθόν. Για να μπορέσει να δημιουργηθεί μία πλήρως ανταγωνιστική ομάδα στα επόμενα χρόνια, θα χρειαστεί υπομονή και υγεία στο περιβάλλον του συλλόγου κι αυτό είναι κάτι που ο Παναθηναϊκός δεν έχει αποδείξει ότι μπορεί να το υποστηρίξει, εδώ και πολλά χρόνια. Το μεγαλύτερο όφελος της διοίκησης, που απαρτίζεται από δύο θρύλους της σύγχρονης ιστορίας του συλλόγου, είναι να δείξουν πως έχουν ανεξαρτητοποιηθεί από το ένοχο παρελθόν και η αλήθεια είναι πως αυτό για την ώρα δεν έχει ακόμη φανεί πως ισχύει.
Η φετινή σεζόν μπορεί να μην ολοκληρωθεί και ποτέ, εξαιτίας της πανδημίας που χτυπάει την Ευρώπη και στην οποία η Ευρωλίγκα δεν έχει δείξει δα και σπουδαία ανακλαστικά στην αντιμετώπισή της, είτε πρόκειται για την προστασία των ομάδων, είτε των παικτών είτε σε δεύτερη ανάγνωση, του προϊόντος της. Μέσα σε αυτήν την αλλοπρόσαλλη αγωνιστική χρονιά όμως, τόσο ο προπονητής με τους παίκτες, όσο και η διοίκηση, πρέπει να αποφύγουν τα λάθη του παρελθόντος και να αποδείξουν ότι η ομάδα μπορεί επιτέλους να προοδεύσει.
*εξαίρεση το ματς στη Βαρκελώνη (97-89), που όμως κρίθηκε στην παράταση, ενώ ο Παναθηναϊκός είχε δεχθεί 75 πόντους στο σαραντάλεπτο της κανονικής διάρκειας