Εδώ κι αρκετά χρόνια η Φενέρ ήταν μια ομάδα της Ευρωλίγκα η οποία δεν προχωρούσε σε ιδιαίτερες δομικές αλλαγές στο ρόστερ της. Κάθε καλοκαίρι έκανε μετρημένες και τις απολύτως απαραίτητες κινήσεις, βασιζόμενη ως επί το πλείστον στον κορμό που είχε δημιουργηθεί, τον οποίο απλώς φιλοδοξούσε να βελτιώνει χρόνο με το χρόνο. Η φυγή του Ομπράντοβιτς οδήγησε ταυτόχρονα πολλούς παίκτες στην πόρτα της εξόδου, κάτι που σημαίνει πως η νέα εκδοχή της Φενέρ θα είναι εντελώς καινούργια στο φίλαθλο κοινό της Ευρωλίγκα. Το λίφτινγκ που πραγματοποιήθηκε θα έλεγε κανείς πως από πλευράς ονομάτων την "ρίχνει" κι εκ πρώτης όψεως φαίνεται να είναι λιγότερο ισχυρή. Ωστόσο, δεν μπορούμε φυσικά να ξεγράψουμε μια ομάδα που έχει ακόμη στις τάξεις τις μονάδες όπως ο Ντε Κολό κι ο Βέσελι, αλλά κι έναν - παρότι αχαρτογράφητο στα ευρωπαϊκά παρκέ, στο συλλογικό επίπεδο τουλάχιστον - εγνωσμένης αξίας προπονητή.
Κοκόσκοφ, NBA κι Εθνικές Ομάδες
Ο 49χρονος Ιγκόρ Κοκόσκοφ είναι ένας προπονητής που ουσιαστικά δεν έχει εργαστεί στην Ευρώπη. Τη δεκαετία του 90' δούλεψε για λίγο, στο ξεκίνημα της καριέρας του, στο Βελιγράδι (στις ακαδημίες της Παρτίζαν και στην OKK Βελιγραδίου), όμως έκτοτε η διαδρομή του διαγράφηκε εξ' ολοκλήρου στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Υπήρξε επί σειρά ετών assistant σε ουκ ολίγες ομάδες του NBA (Clippers, Pistons, Jazz, Suns μεταξύ άλλων), μέχρις ότου πήρε την μεγάλη ευκαιρία να γίνει πρώτος προπονητής στο Phoenix, τη σεζόν 2018-19. Μπορεί να μην πέτυχε κάτι το αξιοσημείωτο (ρεκόρ 19-63), όμως και μόνο το γεγονός πως ένας Ευρωπαίος κόουτς κατάφερε να φτάσει σε αυτό το σημείο, είναι ένα τεράστιο παράσημο για τον ίδιο. Ο Σέρβος έφτιαξε όνομα εβρισκόμενος για δύο δεκατίες στις Ηνωμένες Πολιτείες και σίγουρα δεν είναι τυχαίο πως τόσες ομάδες τον εμπιστεύτηκαν και τον τοποθέτησαν στο τεχνικό σταφ τους, δίπλα σε αναγνωρισμένους head coaches. Μέσα από όλο αυτό το ταξίδι, ο Κοκόσκοφ πήρε στοιχεία από την αμερικανική κουλτούρα - αντίληψη των πραγμάτων γύρω από το μπάσκετ και αναμφίβολα θα έχει ενδιαφέρον το "πάντρεμα" του με τη Φενέρ.
Παράλληλα, ο Κοκόσκοφ έκανε καριέρα κι ως ομοσπονδιακός προπονητής, έχοντας συνδέσει το όνομα του με τη σύγχρονη ιστορία της Γεωργίας (2008-2015), αλλά και της Σλοβενίας (2016-2017) με την οποία κατέκτησε το EuroBasket του 2017 στην Τουρκία. Μάλιστα, ο άνθρωπος που είχε "υποδείξει" τον Κοκόσκοφ στην σλοβενική ομοσπονδία, ήταν ο Μπόζινταρ Μάλκοβιτς, ένας εμβληματικός προπονητής του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Τελικά η επιλογή αποδείχθηκε κάτι παραπάνω από σωστή, αφού ο Κοκόσκοφ κατάφερε να οδηγήσει τους Σλοβένους στην μεγαλύτερη επιτυχία της ιστορίας τους, έχοντας στο ρόστερ του παίκτες όπως ο Ντράγκιτς, ο Ντόντσιτς, ο Πρέπελιτς κι ο Ράντολφ. Από τον περασμένο Νοέμβριο, ο νυν προπονητής της Φενέρ, έχει αναλάβει την Εθνική Σερβίας, η οποία είναι κι εκείνη μια πολύ μεγάλη πρόκληση για την καριέρα του. Εκεί θα έχει να διαχειριστεί πληθώρα ποιοτικών παικτών από Ευρώπη (Μίτσιτς, Μιλουτίνοφ, Τεόντοσιτς) κι Αμερική (Μπογκντάνοβιτς, Γιόκιτς, Μαριάνοβιτς, Μπιέλιτσα), με στόχο να οδηγήσει τους "αετούς" σε νέες επιτυχίες. Να θυμίσουμε πως οι Βαλκάνιοι αγνοούν το χρυσό μετάλλιο από το 2001 σε EuroBasket (Τουρκία) κι από το 2002 σε Παγκόσμιο (ΗΠΑ).
Αποχωρήσεις και θέση "1"
Πρώτα πρώτα, ειδική μνεία πρέπει να γίνει στις αποχωρήσεις που σημειώθηκαν από το ρόστερ, καθώς αυτές ήταν αρκετές κι όχι αμελητέες. Η Φενέρ έχασε ορισμένους κομβικούς παίκτες του κορμού της (Ντατόμε, Σλούκας, Κάλινιτς) που είχαν προσφέρει τα μέγιστα τα τελευταία χρόνια, συμβάλλοντας σημαντικά στην κατάκτηση της Ευρωλίγκα το 2017, καθώς και στις εγχώριες επιτυχίες του συλλόγου. Αποχώρησαν επίσης κάποιες μονάδες που ήταν καλές, αλλά όχι αυτό που λέμε αναντικατάστατες (Λοβέρν, Ουίλιαμς, Νάναλι), συν κάποιες ακόμη που δεν την "πονούν", αντιθέτως συνεισφέρουν στην γενικότερη εκκαθάριση-ανανέωση του υλικού (Τόμας, Αρνά). Εν ολίγοις, οι Τούρκοι είπαν "αντίο" σε οκτώ παίκτες, βάζοντας στη μηχανή τους επτά νέα "γρανάζια" για να καλύψουν τα κενά που προέκυψαν, μειώνοντας παράλληλα το κόστος των συμβολαίων. Για παράδειγμα, σκεφτείτε πως στην θέση του Ουίλιαμς των 1.5 εκ. δολαρίων ήρθε ο Μπάρτελ των 700 χιλιάδων ευρώ και αντίστοιχα αντί του Ντατόμε των 1.6 εκ. ευρώ έκλεισαν δύο παίκτες (Ουλάνοβας + Πιέρ) και πιθανότατα περίσσεψαν και χρήματα.
Το κατά τεκμήριο καλύτερο και πιο εμπορικό "new entry" του ρόστερ είναι ο Λορέντσο Μπράουν, ο οποίος θα γίνει ο ιθύνων νους της περιφέρειας και θα αποτελέσει το έτερον ήμισυ του Γάλλου σταρ, Νάντο ντε Κολό. Ο 30χρονος Αμερικανός, διακαής πόθος του Παναθηναϊκού που τελικά κατέληξε στην γειτονική χώρα, προέρχεται από παραγωγική σεζόν (12.3π, 4.6α, 3.3ρ, 1.1κλ) στον Ερυθρό Αστέρα και δικαιωματικά εδραιώνεται στο κορυφαίο επίπεδο. Ο έμπειρος γκαρντ είναι σίγουρα καλός παίκτης, όμως πρέπει να δούμε πώς θα αντεπεξέλθει σε έναν τόσο σοβαρό ρόλο, σε ένα μεγάλο κλαμπ της λίγκας, που στοχεύει στην παρουσία του στα playoffs. Η μετακίνηση του είναι βήμα προς τα εμπρός για την καριέρα του και θα έχει ενδιαφέρον να δούμε αν θα αρπάξει την ευκαιρία από τα μαλλιά. Το βέβαιο είναι πως η Φενέρ αλλάζει προφίλ στον άσο, μιας κι η "τράμπα" Σλούκα με Μπράουν αναμένεται να φέρει κάμποσες διαφοροποιήσεις στο παιχνίδι της. Ο Αμερικανός είναι αθλητικός, ταχύς, μακρύς και με καλό μέγεθος (1.96μ), παίζει άμυνα κι αν δεν ήταν τόσο ασταθής σουτέρ (29% στην Ευρωλίγκα, 31% στην Αδριατική), θα μπορούσε να είχε μεγαλύτερη διάρκεια και τύχη στην καριέρα του στο NBA.
Βάθος στην θέση "1", αλλά και εντονότερο το στοιχείο του... απρόβλεπτου, θα δώσει ο μπαρουτοκαπνισμένος Μπόμπι Ντίξον (37 ετών, 149 ματς στην Ευρωλίγκα), που συνεχίζει στην ομάδα για 6η σεζόν. Σημαντικό για τον βετεράνο είναι πως τα τελευταία χρόνια έχει αποδεχθεί πλήρως τον ρόλο του, ερχόμενος πέρσι στο 90% των περιπτώσεων από τον πάγκο, κι είναι παράλληλα αρκετά συνεπής σουτέρ - κάτι δηλαδή που δεν είναι ο Μπράουν. Εν τω μεταξύ, αν και στις αρχές του καλοκαιριού ο Λίο Βέστερμαν έμοιαζε να είναι μετέωρος - παρότι δεσμεύεται με συμβόλαιο - ενόψει της επερχόμενης περιόδου, εν τέλει όλα συνηγορούν στην παραμονή του. Ο 28χρονος γκαρντ μπορεί να μην έβγαλε μάτια πέρσι με την απόδοση του σε 37 εμφανίσεις σε Ευρωλίγκα και BSL, ωστόσο δεν παύει να είναι μια αξιόπιστη και δοκιμασμένη λύση, με έναν παίκτη που μετρά αισίως οκτώ διαδοχικές σεζόν κι 130 συμμετοχές στην κορυφαία ευρωπαϊκή διοργάνωση. Βάζοντας λοιπόν έναν αστερίσκο στην παραμονή του, θα θέλαμε να δούμε αν ο κόουτς Κοκόσκοφ θα καταφέρει να τον "αναγεννήσει", επαναφέροντας τον σε μέρες Ζάλγκιρις.
Υπάρχει ακόμη και το άλλοτε wonderkid του τουρκικού μπάσκετ, Κενάν Σιπάχι. Ο 25χρονος πλέον διεθνής επιστρέφει στην ομάδα έπειτα από μια πενταετία, η οποία τον βρήκε να στελεχώνει κατά σειρά Καρσίγιακα, Μπεσίκτας (τρεις σεζόν) και Μπέτις. Ο νεαρός παίκτης μάζεψε εμπειρίες όντας σημαντικό στέλεχος σε σύνολα χαμηλότερων στρωμάτων και πλέον καλείται να γίνει παίκτης ρόλου, στη φαρέτρα του Κοκόσκοφ. Γνωρίζει το σύλλογο, είναι δίμετρος, ισορροπημένος και... γηγενής. Η Φενέρ χρειάζεται Τούρκους παίκτες στο ρόστερ της (κυρίως για τα παιχνίδια του εγχώριου πρωταθλήματος, όπου η συμμετοχή τους είναι απαραίτητη) κι η λύση του Σιπαχί ήταν, κακά τα ψέματα, μια από τις καλύτερες διαθέσιμες στην αγορά, στο συγκεκριμένο χρονικό timing.
Φρεσκάρισμα στα φτερά
Προφανέστατα, ο βασικός "εκτελεστής" της ομάδας θα είναι ο Ντε Κολό. Ο Γάλλος σούτινγκ γκαρντ, ο οποίος είναι παράλληλα κι ο πιο ακριβοπληρωμένος παίκτης του συλλόγου, θα ηγηθεί στο "2", βαδίζοντας προς τα 34 του χρόνια. Η κλάση του είναι αδιαμφισβήτητη κι είναι απολύτως λογικό η Φενέρ σε αυτή τη νέα εποχή, να επιλέγει να στηριχθεί πάνω του. Παίκτης που μπορεί να κουβαλήσει και να καθοδηγήσει, προκαλώντας μεγάλες φθορές στις αντίπαλες άμυνες. Παράλληλα, ο Μαχμούτογλου συνεχίζει ακάθεκτος από το 2013, μιας κι έχει συμβόλαιο ως το 2022. Ο αρχηγός της ομάδας είναι ένας γνήσιος σουτέρ ο οποίος σχεδόν σε κάθε έκδοση της Φενέρ τα τελευταία χρόνια, κατάφερε να προσαρμοστεί στα ζητούμενα και να είναι τελικά χρήσιμος, χάρη στην ικανότητα του στο σουτ, με ποσοστό καριέρας άνω του 43%. Δεν είναι ο ποιοτικότερος γκαρντ του κόσμου, όμως προέρχεται από την καλύτερη του χρονιά σε όλα τα επίπεδα (ατομικά) κι όπως έχουμε ξαναπεί, τέτοιοι παίκτες πάντα θα τρώνε ψωμάκι. Πλάκα πλάκα, πέρσι, όσο παίχτηκε μπάσκετ, είχε 50.8% από απόσταση.
Ας πάμε όμως τώρα στα... φρέσκα κουλούρια, αφού το "3" ανανεώθηκε ριζικά κι η ταυτόχρονη παρουσία των Εντγκάρας Ουλάνοβας και Ντάισον Πιέρ θα φέρει νέα ήθη κι έθιμα στο παιχνίδι της ομάδας. Αφενός μιλάμε για δύο "versatile" παίκτες. Πολυδιάστατοι και περισσότερο ρολίστες, παρά πρωταγωνιστές. Ο Πιέρ μπορεί να κατέβει και στο "2", είναι αθλητικός κι ίσως άργησε κάπως να φτάσει στην Ευρωλίγκα. Θεωρητικά, θα μπορούσε και το περασμένο καλοκαίρι να "ανέβει" στην λίγκα. Στη Σάσαρι είχε τρεις αρκετά καλές σεζόν, η μια καλύτερη από την άλλη και γενικώς ήταν ένας παίκτης όπου με το πέρασμα του χρόνου δε σταμάτησε να βελτιώνεται. Είναι ένα από τα "στοιχήματα" της νέας Φενέρ, ένας rookie που δε φημίζεται για τη τεχνική του κατάρτιση, όμως θα βγάλει σίγουρα ενέργεια κι ένταση στο παιχνίδι, ενώ θα προσφέρει και στον αμυντικό τομέα. Στην Ιταλία ήταν παίκτης των 25-30 λεπτών δίνοντας σταθερά 10+ πόντους και 5-6 ριμπάουντ και πρέπει να δούμε πώς θα προσαρμόσει την αποδοτικότητα του σε ένα νέο πλαίσιο, μικρότερου χρόνου δράσης κι υψηλότερου βαθμού δυσκολίας.
Όπως ο Πιέρ άφησε τη "safe zone" της Σαρδηνίας μετά από καιρό, έτσι κι ο Ουλάνοβας, άφησε αντίστοιχα τη δική του ζώνη ασφαλείας του Κάουνας, έπειτα από εξι χρόνια! Ο Λιθουανός διεθνής ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στην καριέρα του, στην ηλικία των 28, κι η αλλαγή περιβάλλοντος είναι κάτι που μάλλον του χρειαζόταν, για να... ξεκολλήσει παράλληλα κι απ' τη στασιμότητα του. Κακά τα ψέματα, ο Ουλάνοβας έφτασε στο peak του πριν 2-3 χρόνια κι έχει μείνει εκεί. Αυτό δεν σημαίνει πως είναι κακός παίκτης, αφού η αλήθεια είναι πως έχει σταθεροποιηθεί σε ένα decent επίπεδο. Ωστόσο, δεν θα μπορούσε ποτέ να γίνει κάτι καλύτερο απ' αυτό που ήδη είναι, αν συνέχιζε να έχει εξασφαλισμένο ρόλο κάθε χρόνο στην ίδια ομάδα, η οποία μάλιστα είναι και δευτερότριτης ταχύτητας στην Ευρωλίγκα. Η νέα πρόκληση της Φενέρ έρχεται για να του δώσει και νέα κίνητρα για την καριέρα του, μετά από έναν ευρύ κύκλο 175 αγώνων με την Ζάλγκιρις.
Ταυτόχρονα, η μεταγραφή αυτή ήρθε για να ισορροπήσει το πράγμα με τον Πιέρ: ο μεν "στοίχημα", ο δε ασφαλής επιλογή. Χαμηλό ρίσκο έχει η προσθήκη του Ουλάνοβας, σε σχέση με εκείνη του Πιέρ. Κάπου εκεί γύρω, βάλτε και τον 19χρονο Ταρίκ Μπιμπέροβιτς. Είναι ένα απ' τα παιδιά που κράτησε η Φενέρ και δύο χρόνια τώρα έκανε baby steps, παίρνοντας το βάπτισμα του πυρός από τον Ζοτς. Μήπως ήρθε η ώρα, ο Κοκόσκοφ, εφόσον του το επιτρέψουν οι συνθήκες, να τον αναδείξει;
Ο μπαλαντέρ Τζάρελ Έντι
Ο 28χρονος Αμερικανός είναι το κλασικό παράδειγμα παίκτη που κάνει μόνο ένα πράγμα άριστα - κι όλα τα άλλα μέτρια. Είναι ένας εκπληκτικός σουτέρ (44% πέρσι στην ACB, 45% πρόπερσι στην γαλλική λίγκα) όμως πέραν τούτου δεν διακρίνεται για κάτι άλλο. Έχει όμως το προσόν πως μπορεί να καλύψει όλες τις θέσεις από το 2 μέχρι το 4, κάτι που θα του εγγυηθεί αν μη τι άλλο έναν σταθερό χρόνο συμμετοχής, βρέξει - χιονίσει. Κατά βάση είναι τριάρι, σε ψηλά σχήματα ίσως τον δούμε ως σούτινγκ γκαρντ (δίπλα στον Μπράουν, ενδεχομένως), ενώ στην Μούρθια συχνά λειτουργούσε κι ως πάουερ φόργουορντ (έχει ύψος 2.01μ). Γενικά είναι παίκτης που με την ικανότητα του στο μακρινό σουτ, αλλά και με το ότι μετακινείται με ευχέρεια από θέση σε θέση, μπορεί να ανοίξει το γήπεδο και να προσφέρει ευελιξία σχημάτων στον Κοκόσκοφ, ίδιως όσον αφορά τις θέσεις των φόργουορντ. Παράλληλα, στα συν του είναι πως κατανόησε την τελευταία διετία τον ευρωπαϊκό τρόπο παιχνιδιού, καθώς ας μη ξεχνάμε πως επρόκειτο για έναν αθλητή που είχε παίξει μέχρι τότε μόνο στην G League και για μικρά διαστήματα στο NBA.
Το ζήτημα είναι πως κι αυτός δεν είναι κάτι παραπάνω από παίκτης ρόλου και αρκετοί τέτοιοι μαζεύονται εν τέλει στο ρόστερ της Φενέρ. Γενικά, μας δίνετε ήδη μια κατευθυντήρια γραμμή πως το σύνολο του Κοκόσκοφ θα αποτελείται κυρίως από πολυθεσίτες και παίκτες - εργαλεία. Ο Έντι είναι η μεγαλύτερη απόδειξη γι' αυτό, ότι δηλαδή οι πρωταθλητές Ευρώπης του 2017 θα είναι "ομάδα του προπονητή".
Ο Μπάρτελ κι ο άγνωστος Χ
Μεγάλο φορτίο στο "4' αναμένεται να σηκώσει ο Ντανίλο Μπάρτελ, ο μέχρι πρότινος πάουερ φόργουορντ της Μπάγερν Μονάχου. Ο Γερμανός διεθνής εξαργύρωσε την καλή του διετία (57 ματς, 8 πόντοι, 35% στο τρίποντο, 3.9 ριμπάουντ) στην Ευρωλίγκα με τους "Βαυαρούς", με μεταγραφή σε μια ανώτερη ομάδα. Είναι ένας όχι φαντεζί, αλλά συνεπής κι ουσιαστικός παίκτης που θα αυξήσει τον δυναμισμό στις θέσεις κοντά στο καλάθι. Έχει ταβάνι, το οποίο πιθανότατα έχει ήδη ακουμπήσει. Κι αυτός - όπως κι άλλοι νεοαποκτηθέντες - δεν είναι μια μονάδα που θα "απογειώσει" το σύνολο. Η επιλογή του Μπάρτελ φάνηκε κάπως παράξενη σε αρκετούς, όταν διέρρευσε η είδηση. Παρ' όλα αυτά, πρέπει να σημειώσουμε πως ο έμπειρος φόργουορντ είναι το μοναδικό κλασσικό τεσσάρι που κατέχει αυτή τη στιγμή η ομάδα. Η Φενέρ δεν απέκτησε άλλον τέτοιον, κάτι που πιθανότατα σημαίνει πως ο Κοκόσκοφ θα του δείξει στήριξη κι εμπιστοσύνη.
Πέραν του Μπάρτελ, δεν υπάρχει ξεκάθαρη εικόνα για την κάλυψη της θέσης "4" στη Φενέρ. Δηλαδή, αυτό που φαίνεται "στα χαρτιά", είναι πως τα λεπτά που θα απομένουν, θα σκορπιστούν, ανάλογα με τις συνθήκες του εκάστοτε αγώνα και τις ιδιομορφίες του αντιπάλου. Ενδεχομένως είτε στον Ουλάνοβας θα πάνε μερικά από αυτά, είτε στον Έντι. Το σίγουρο είναι πως όλο και κάποιος θα τα πάρει, ακόμη κι αν ο Κοκόσκοφ επιλέξει να πορευθεί για μικρά διαστήματα με συνύπαρξη Βέσελι - Χάμιλτον. Ο 27χρονος Τσαντάν που υπάρχει στο ρόστερ, θα παίζει στο πρωτάθλημα, είναι μάλλον απίθανο να τον βλέπουμε στην Ευρωλίγκα σε συχνή βάση - πέρσι έπαιξε σε μόλις ένα παιχνίδι για δυο λεπτά. Γενικά, είναι ένας γρίφος η συγκεκριμένη θέση στη νέα Φενέρ.
Η παραμονή Βέσελι κι η υπόλοιπη frontline
Το ότι ο Γιαν Βέσελι δε συμπεριλήφθηκε στο κύμα των αποχωρήσεων συνιστά σπουδαίο νέο για τη Φενέρ, καθώς για άλλη μια σεζόν, έβδομη διαδοχική, θα έχει στην γραμμή κρούσης της τον Τσέχο σταρ. Ο 30χρονος ψηλός προέρχεται μεν από την λιγότερο παραγωγική περίοδο (8.6π, 4.2ρ σε 18 παιχνίδια) της καριέρας του, ωστόσο δεδομένα παραμένει παίκτης υψηλότατου επιπέδου κι η τεράστια εμπειρία του ήταν απαραίτητη σε ένα ρόστερ με αρκετές μονάδες "άψητες" στην Ευρωλίγκα. Για τον Βέσελι καραδοκούσαν αρκετοί μνηστήρες, παρ' όλα αυτά ο διεθνής παίκτης συνεχίζει κανονικά στην ομάδα κι αναμένεται να εξακολουθήσει να αποτελεί την βασική επιλογή στο "5", ευελπιστώντας πως θα επιστρέψει στις εμφανίσεις της διετίας 2017-2019. Η Φενέρ έπρεπε να ανανεωθεί κι όχι να γκρεμιστεί, επομένως το γεγονός πως αυτή η συνεργασία δε διεκόπη, όπως συνέβη με άλλες, είναι ευχής έργον, τουλάχιστον για το πρώτο διάστημα της νέας εποχής. Θα είναι σημαντικό ο διεθνής σέντερ να παραμείνει υγιής, αποφεύγοντας τους τραυματισμούς, κι απ' την πλευρά του να ανεβάσει "στροφές", για να γίνει πάλι φόβητρο.
Από εκεί και πέρα, οι 9 φορές πρωταθλητές Τουρκίας υπέγραψαν τον 26χρονο Τζόνι Χάμιλτον, ένα "φρέσκο" πεντάρι που άφησε παραπάνω από καλές εντυπώσεις (11.3π, 62% στα δίποντα, 8.1 ριμπάουντ, 1.4 τάπες σε 15 παιχνίδια EuroCup) με την έτερη ομάδα της Πόλης, Νταρουσάφακα. Με ύψος 213 εκατοστά, ο ψηλός από το Τρινιντάντ φανέρωσε στοιχεία εξαιρετικού φίνισερ και ριμπάουντερ. Ήταν σταθερός, έκανε πολλά "επιβλητικά" ματς και γενικώς θα λέγαμε πως πραγματοποίησε σεζόν για... μεταγραφή.
Το πώς θα λειτουργήσει σε αυτό το level up είναι προφανώς προς διερεύνηση, όπως συμβαίνει πάντα με τους παίκτες που προέρχονται από μικρότερες ομάδες. Πάντως, στα χαρτιά πρόκειται για μια έξυπνη κι οικονομική επιλογή, η οποία το πιθανότερο είναι πως θα ξεκινήσει τη σεζόν από τον πάγκο, μιας κι όπως είπαμε ο Βέσελι, αν και σε μικρή πτώση, θα παραμείνει βασική "σταθερά". Την θέση "5" κλειδώνει ο συνήθης ύποπτος γι' αυτόν τον ρόλο από το 2016 κι έπειτα, Αχμέτ Ντουβερίογλου, ένας ψηλός περιορισμένων δυνατοτήτων, ο οποίος ωστόσο υπάρχουν φορές μέσα στη σεζόν όπου θα βρει λεπτά και θα πρέπει να προσφέρει. Είτε λόγω τραυματισμών, είτε επειδή το επιβάλλει το ροτέισον, ο Τούρκος σέντερ πάντα "τρυπώνει" στην πρώτη δυάδα και... κάνει το κομμάτι του.
Τι πρέπει να περιμένουμε από τη Φενέρ;
Ο κόουτς Κοκόσκοφ αρέσκεται στο γρήγορο μπάσκετ, αυτό είναι δεδομένο από τα δείγματα που έχουμε. Όχι αυτό που λέμε "run and gun", καθώς πάντα οι ομάδες του παρουσίαζαν ορθολογικές επιλογές - συχνά οι επιθέσεις καταλήγουν σε πικ εν ρολ. Έπαιζαν γρήγορα, αλλά όχι βιαστικά και... τσαπατσούλικα. Πάντα θα βασιστεί σε καλούς χειριστές - κάτι που έκανε και φέτος στη στελέχωση του, με Μπράουν και Ντε Κολό - ενώ πάντα επίσης θα θέλει κίνηση από όλους του τους παίκτες. Η λέξη "κίνηση", αποτελεί γενικά "κλειδί" για να περιγράψει τον τρόπο παιχνιδιού των ομάδων του.
Η λογική υπαγορεύει πως η ομάδα θα είναι ανταγωνιστική (όχι contender όπως στο παρελθόν) και... κακό σκυλί, κυρίως στην Πόλη, και η εν γένει πορεία της θα καθοριστεί από το πώς θα ισοσκελιστεί το έλλειμα προσωπικότητας που υπάρχει πλέον στο ρόστερ με τον ενθουσιασμό και το κίνητρο των νέων της παικτών. Κάτι κερδίζει, κάτι χάνει η Φενέρ. Το ρεζουμέ είναι πως χάθηκε μεγάλη ποσότητα ποιότητας, η οποία ωστόσο είχε κορεστεί κι είχε κάνει τον κύκλο της. Αυτή αντικαταστήθηκε με μονάδες λιγότερο εμπορικές, όμως μιλάμε για επιλογές Κοκόσκοφ που συμβαδίζουν με το μπάσκετ που θα ήθελε να παίξει. Το αν θα γίνει η δουλειά, θα το μάθουμε σε βάθος χρόνου.
Συμπερασματικά, η Φενέρ μοιάζει να αποδυναμώθηκε, αλλά δεν διαλύθηκε κιόλας. Δόθηκαν λιγότερα χρήματα, όμως αυτό δε σημαίνει πως δεν πήρε και καλούς παίκτες. Η νέα εποχή χωρίς τον Ζέλικο δεν θα είναι εύκολη, αφού μιλάμε για ένα κλαμπ που... καλόμαθε τον κόσμο του στο να βρίσκεται σταθερά ψηλά. Οι "νεόπλουτοι" Τούρκοι επανέρχονται σε ένα πιο... ανθρώπινο επίπεδο οικονομικά κι όχι μόνο, το οποίο θυμίζει πια περισσότερο το στάτους των ελληνικών ομάδων παρά εκείνο των Μπαρτσελόνα, ΤΣΣΚΑ, Ρεάλ. Η σεζόν της Φενέρ έχει όλα εκείνα τα στοιχεία (αλλαγή προπονητή μετά από 7 χρόνια, 7 νέοι παίκτες, πτώση του μπάτζετ και του πήχη συνολικότερα συν τις όποιες ιδιαιτερότητες θα επιβάλλουν, για όλες τις ομάδες, οι καταστάσεις του covid) που τη χαρακτηρίζουν από τώρα ως "μεταβατική". Στο δια ταύτα, αν θέλετε να μιλήσουμε και πιο συγκεκριμένα για στόχους, μάλλον η απλή είσοδος στην οκτάδα θα ήταν ικανοποιητική για ένα σύνολο που άλλαξε τους τελευταίους μήνες κατά 50%.